- Marginalia - https://marginalia.gr -

«Μετεβλήθη εντός μου και ο ρυθμός του κόσμου»

Περί τρέλας
Αντονέν Αρτώ, Βιρτζίνια Γουλφ, Φρήντριχ Νίτσε, Έντγκαρ Άλαν Πόε, Μαίρη Σέλλεϋ
μετάφραση: Λαμπριάνα Οικονόμου, Μιχάλης Παπαντωνόπουλος
Κοβάλτιο, 2016 | 272 σελίδες

Συνήθως η ψυχιατρική, και πιο πολύ η ψυχανάλυση, προσεγγίζουν τους συγγραφείς μέσα από το  έργο τους, στην προσπάθεια να κατανοήσουν όχι τόσο τους ίδιους ή το ασυνείδητό τους, αλλά γενικότερα τις ψυχικές διαταραχές, που μπορεί να περιγράφονται εξαιρετικά σε λογοτεχνικά κείμενα, ή το ασυνείδητο σαν τμήμα του ψυχικού οργάνου του ανθρώπου, καθώς και τους νόμους που το διέπουν. Ο Φρόυντ [1] διάβαζε πολλή λογοτεχνία και έτρεφε βαθύ σεβασμό απέναντι στους λογοτέχνες. Άλλωστε πολύ συχνά τεκμηριώνει μέρη της ψυχαναλυτικής του θεωρίας με λογοτεχνικά παραδείγματα. Τι πιο χαρακτηριστικό από το  εμβληματικό για την ψυχανάλυση «οιδιπόδειο σύμπλεγμα», φυσιολογικό στάδιο στην ψυχοσεξουαλική εξέλιξη του παιδιού, που το όνομά του το εμπνεύστηκε από τις τραγωδίες του Σοφοκλή.

Ο ίδιος, στο Παραλήρημα και τα όνειρα στην Γκραντίβα [2], αναφέρει σχετικά με την μέθοδο των ψυχαναλυτών και των συγγραφέων ότι και οι δυο αντλούν μάλλον από την ίδια πηγή, επεξεργάζονται το ίδιο αντικείμενο, αλλά με διαφορετική μέθοδο. Οι μεν ψυχαναλυτές παρατηρούν συνειδητά τις μη φυσιολογικές ψυχικές διαδικασίες στους άλλους, για να μπορέσουν έτσι να μαντέψουν και να διατυπώσουν τους νόμους τους. Οι δε συγγραφείς στρέφουν την προσοχή τους προς το ασυνείδητό τους, την ίδια τους την ψυχή, αφουγκράζονται τις δυνατότητες ανάπτυξής τους, επιτρέποντάς τους να εκφραστούν καλλιτεχνικά, αντί να τις καταστείλουν με συνειδητή κριτική (σ.166-167 & 313).

Η πρωτοτυπία του βιβλίου Περί τρέλας [3] έγκειται στο ότι εδώ οι ίδιοι οι συγγραφείς, χωρίς προσχήματα, μας φέρνουν άμεσα σε επικοινωνία με την ψυχική τους κατάρρευση και με ό,τι συμβαίνει στον ψυχικό τους κόσμο. Έτσι, δεν χρειάζεται να διερευνήσουμε το έργο τους για να αντλήσουμε πληροφορίες και για τους ίδιους. Είναι τέτοια η αμεσότητα του λόγου τους που μοιάζει σαν να κάθονται απέναντι ή δίπλα μας και συνομιλούν μαζί μας.

Μια ακόμα πρωτοτυπία αυτού του βιβλίου είναι ότι, παρά το μικρό του μέγεθος, με το, αντί προλόγου, εκπληκτικό κείμενο που αποδίδεται στον Αρτώ, τα μικρά εισαγωγικά σημειώματα για τους συγγραφείς και τα ερμηνευτικά σχόλια των μεταφραστών, και φυσικά τις ίδιες τις επιστολές, σου παρέχει ένα πολύ πλούσιο υλικό για αναγνώσεις σε πολλά επίπεδα.

Πρόκειται, εν προκειμένω, για 34 επιστολές πέντε πολύ σημαντικών λογοτεχνών και συγγραφέων (Αντονέν Αρτώ [4], Βιρτζίνια Γουλφ [5], Φρίντριχ Νίτσε [6], Έντγκαρ Άλαν Πόε [7] & Μαίρη Σέλλεϋ [8]), προς συγγενείς, φίλους και ψυχιάτρους.

Επιστολές οι οποίες φέρνουν τον αναγνώστη σε επαφή σε πρώτο πρόσωπο μέσω της αυτοαποκάλυψης με πέντε πολύ σημαντικούς δημιουργούς λόγου σε στιγμές που ο λόγος διαστρεβλώνεται, παραμορφώνεται, γίνεται παρά-λογος, κυριαρχούμενος από το παραλήρημα, ή καταπιέζεται και περιορίζει τα εκφραστικά του μέσα λόγω της ψυχικής οδύνης από την απώλεια και την κατάθλιψη.

Αντονέν Αρτώ

Μετά από μακρόχρονους εγκλεισμούς σε άσυλα και 58 ηλεκτροσόκ σε διάστημα 19 μηνών παραμένει δημιουργικός. Διαβάζουμε χαρακτηριστικά  από το μικρό εισαγωγικό σημείωμα για τον Αρτώ:

Κατά την τριετή παραμονή του στο Ροντέζ, ο Αρτώ διασκευάζει κείμενα και ποιήματα των Λιούις Κάρολ και Έντγκαρ Άλλαν Πόε, στο πλαίσιο της Θεραπείας μέσω Τέχνης σκιτσάρει, γράφει νέα κείμενα για το Ταξίδι στη χώρα των Ταραχουμάρα [9] [D’un Voyage au Pays des Tarahumaras]. Γράφει, όμως, και επιστολές· μεταξύ άλλων, στους γιατρούς του, στη μητέρα του, σε άλλους καλλιτέχνες, σε υπουργούς, ακόμη και στον Χίτλερ τον ίδιο. Στις επιστολές πριν από τις 17 Σεπτεμβρίου 1943, υπογράφει ως Αντονέν Ναλπάς· πατρώνυμο της μητέρας του. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Αρτώ πεθαίνει το 1939 και ο Ναλπάς καταλαμβάνει το σώμα του.

Το εκπληκτικό στις τρεις επιστολές του Αρτώ που δημοσιεύονται στο βιβλίο, δύο προς τους θεράποντες ψυχιάτρους του και μία προς την μητέρα του, είναι ότι εκεί που ξεδιπλώνεται η διαστρέβλωση της σκέψης και του λόγου, μέσα σε ένα διωκτικό παραλήρημα για «δαίμονες της κόλασης» και «σέκτες του κακού», εκεί, στα ίδια κείμενα, μαζί με το παραλήρημα, συνυπάρχει και η διάνοια, που διεκδικεί με πάθος το σεβασμό στην ταυτότητα του, σαν καλλιτέχνη και αντιτίθεται στο στίγμα του χρόνιου, ανίατου έγκλειστου παρανοϊκού. Ένας λόγος, που παρά το ότι ο ίδιος βιώνει όχι μόνο έναν ψυχικό θάνατο, αυτόν του Αρτώ, αλλά και τον βαριά διχασμένο εαυτό του, διατηρεί μια ζωντάνια και μια ελπίδα επανόρθωσης μέσα από την τέχνη:

Χειρονομίες σαν αυτές, για τις οποίες με κατηγορείτε, που σας τις περιέγραψα σε ένα παγκάκι στον κήπο του Ασύλου πριν τέσσερις μήνες, που τις εξάσκησα προχθές πάνω στον Βορόνκα και οι οποίες μου χρησιμεύουν για να προσεύχομαι στον Θεό, βρίσκονταν στη Βάση της Δραματουργίας που παρουσίασε επί σκηνής ο Αντονέν Αρτώ και εάν μου προσάπτετε ότι αυτή είναι η ασθένειά μου, τότε ο Αντονέν Αρτώ υπήρξε πάντοτε ασθενής, εφόσον όλες αυτές οι παραστάσεις δημιουργήθηκαν μονάχα γι’ αυτό τον λόγο. Και ο Φιλίπ Σουπώ, ο οποίος απαίτησε σε κάποιο έργο του ένα αδικαιολόγητο έγκλημα, και ο Λουί Αραγκόν που, σταματώντας στα Ηλύσια Πεδία μπροστά από έναν ηλεκτρικό φανοστάτη, καλλιεργούσε μια εκούσια κατάσταση ψευδαισθήσεων, ήταν τρελοί, όπως και όλοι οι Υπερρεαλιστές… Ούτε που φαντάζεστε, κ. Φερντιέρ, σε ποιον βαθμό υποφέρει και ταράζεται η συνείδησή μου, ενώ σας βλέπω να με θεωρείτε και να με αντιμετωπίζετε ως μια διαταραχή Πράξεων, Σκέψεων και Συμπεριφορών που είναι κατά βάση κοινές τόσο στη Θρησκεία όσο και στην Ποίηση…

Ταυτόχρονα αναδύεται και ένας λόγος μαχητικός που διεκδικεί τα δικαιώματα των ψυχικά ασθενών, τόσο επίκαιρα και ανεκπλήρωτα ακόμα και στις μέρες μας. Μιλάει με τόση  σαφήνεια και ταυτόχρονα περιγράφει με ποιητικό σχεδόν λόγο τις συνέπειες του ηλεκτροσόκ:

Το ηλεκτροσόκ, κ. Λατρεμολιέρ, με φέρνει σε απόγνωση, μου σβήνει τη μνήμη, παραλύει τη σκέψη και την καρδιά μου, με μετατρέπει σε απόντα, ο οποίος εξοικειώνεται με την απουσία του και αντικρίζει τον εαυτό του, στη διάρκεια των εβδομάδων αναζητώντας το είναι του, ως νεκρό πλάι σε κάποιον ζωντανό, που δεν είναι πλέον ο ίδιος, o οποίος αξιώνει την έλευσή του και στον οποίο δεν δύναται πλέον να εισέλθει. Κατά την τελευταία σειρά ηλεκτροσόκ, ήμουν εντελώς ανήμπορος, όλο τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο, να εργαστώ, να σκεφτώ και να νιώσω ότι υπάρχω.

Και στο γράμμα προς την μητέρα του που μιλάει με καταγγελτικό λόγο, για τις άσχημες συνθήκες στο άσυλο: τη διατροφή, την έλλειψη ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, τον ζουρλομανδύα, την απομόνωση, την κράτηση. Είναι εντυπωσιακό ότι ο Αρτώ διατηρεί, παρά τον μακρόχρονο εγκλεισμό του, αναλλοίωτο  ένα κομμάτι της διάνοιας και της προσωπικότητας του.

Ο Θοδωρής Μεγαλοοικονόμου,  στο βιβλίο του Λέρος. Μια ζωντανή αμφισβήτηση της κλασικής ψυχιατρικής [10] (σ.177-178), θεωρεί ότι το κλείσιμο του Ψυχιατρείου της Λέρου και η έξοδος των ασθενών που τους θεωρούσαν απελπιστικές, ανίατες περιπτώσεις, για τις οποίες δεν υπήρχε καμία προοπτική επανόδου στην κοινωνική ζωή -σε εξωνοσοκομειακές δομές, στην κοινότητα, ήταν ένα στοίχημα που κερδήθηκε απέναντι στην προκατάληψη, πρώτα και κύρια των ίδιων των ψυχιάτρων.

Για να καταλήξει παρακάτω ότι, ο ιδρυματισμός δεν ήταν μια οριστική ακύρωση των ανθρώπινων δυνατοτήτων του εγκλείστου… αλλά ότι ο κάθε έγκλειστος έκρυβε μία ξεχωριστή προσωπικότητα, που είχε καταφέρει να διατηρήσει παρά τον εξανδραποδισμό, που είχε υποστεί από την ιδρυματική εξουσία, όχι μόνο τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αλλά και ένα ανεξάντλητο απόθεμα δυνατοτήτων…

Φρίντριχ Νίτσε

Στα «Γράμματα τρέλας», που σηματοδοτούν την οριστική του ψυχική κατάρρευση, η οποία  ακολουθείται από τον εγκλεισμό του σε ψυχιατρεία, ουσιαστικά μας παρουσιάζει αδιαμεσολάβητα τον εαυτό του, στην οξεία φάση μιας ψυχωσικής διαταραχής, και μοιάζει  σαν να συνομιλούμε απευθείας με την τρέλα.

Μέσα από αυτές τις επιστολές, αναδύεται ένας μεγαλειώδης εαυτός, μέρος ενός παραληρήματος μεγαλείου, που υπογράφει πότε σαν Εσταυρωμένος πότε σαν Διόνυσος που έχει αναλάβει την σωτηρία της ανθρωπότητας…

Επιθυμώντας να κάνω μια απεριόριστη ευεργεσία στην ανθρωπότητα, της παραδίδω τους Διθυράμβους μου …
Διόνυσος

Τορίνο, 3 Ιανουαρίου 1889. Δεσποινίς Φον Ζάλις. Ο κόσμος μεταλλάσσεται, διότι ο Θεός βρίσκεται επί γης. Δεν βλέπετε πώς ευφραίνονται οι Ουρανοί; Μόλις απέκτησα την κυριότητα της Αυτοκρατορίας μου, θα ρίξω τον Πάπα στη φυλακή και θα διατάξω να τουφεκιστούν οι Γουλιέλμος, Μπίσμαρκ και Στέκερ.
Ο Εσταυρωμένος.

 

Βιρτζίνια Γούλφ

Αντίθετα από τον Νίτσε, εκείνη έχει πλήρη ενσυναίσθηση, για την ψυχική της διαταραχή -μανιοκατάθλιψη- που της εμφανίζεται από την εφηβική της ηλικία. Την θεωρεί μάλιστα πηγή έμπνευσης για τη συγγραφή των έργων της.

Ως εμπειρία, η τρέλα είναι φανταστική, σε διαβεβαιώνω, και δεν το λέω αφ’ υψηλού· και στη λάβα της ανακαλύπτω ακόμη πολλά από τα πράγματα για τα οποία γράφω. Εμφανίζεται ξαφνικά μέσα από κάθε τι στέρεα σχηματισμένο, οριστικό, όχι σε ασήμαντες δόσεις, όπως η ψυχική υγεία. Και οι έξι μήνες όχι τρεις που είμαι κλινήρης μού έμαθαν για τα καλά ποια είμαι.

Η ίδια όμως αρρώστια βιώνεται επώδυνα τις περιόδους της κατάθλιψης και την ωθεί στην αυτοκτονία.

Τρίτη [18(;) Μαρτίου 1941]
Αγαπημένε,
Είμαι σίγουρη ότι τρελαίνομαι πάλι: αισθάνομαι ότι δεν μπορούμε να περάσουμε άλλη μία από εκείνες τις φριχτές περιόδους. Και αυτήν τη φορά δεν θα συνέλθω. Αρχίζω να ακούω φωνές και δεν μπορώ να συγκεντρωθώ. Επομένως, κάνω αυτό που μου φαίνεται καλύτερο να κάνω. Μου χάρισες τη μέγιστη δυνατή ευτυχία. Ήσουν με κάθε τρόπο όλα όσα μπορούσε να είναι κάποιος. Δεν νομίζω ότι δύο άνθρωποι θα μπορούσαν να είναι πιο ευτυχισμένοι, μέχρι που ήρθε αυτή η φριχτή αρρώστια. Δεν μπορώ να την πολεμήσω άλλο, ξέρω ότι σου καταστρέφω τη ζωή, ότι χωρίς εμένα θα μπορούσες να εργαστείς. Και ξέρω πως θα το κάνεις. Βλέπεις, ούτε αυτό το γράμμα δεν μπορώ να γράψω σωστά. Δεν μπορώ να διαβάσω.

 

Έντγκαρ Άλαν Πόε και Μαίρη Σέλλεϋ

Οι δυο τους βιώνουν τις ψυχικές συνέπειες από τις σημαντικές απώλειες στην ζωή τους, που ήρθαν σε πολύ μικρή ηλικία, με έναν τελείως διαφορετικό τρόπο ο καθένας.

Η Μαίρη Σέλλεϋ φέρει ήδη τραύματα από τις πολλές απώλειες στην ζωή της (η μητέρα της πέθανε λίγες μέρες μετά την γέννησή της, τρία από τα τέσσερα παιδιά που απέκτησε με τον Σέλλεϋ, πέθαναν), έτσι που ο ξαφνικός θάνατος του συντρόφου της Πέρσυ Σέλλεϋ, σε ναυάγιο, θα τη βυθίσει στην απελπισία και ψυχική οδύνη, από την οποία δε θα μπορέσει να ξεφύγει ποτέ. Θρηνεί έντονα για αυτή την απώλεια και για όλες μαζί.

Όταν παρατηρώ τη θάλασσα, ή ακούω το βουητό της, έρχεται και με βρίσκει ο θρήνος μου για εκείνον· αυτά, όμως, είναι μαρτύρια του σώματος που μπορώ να ξεπεράσω, ανυπέρβλητο είναι εκείνο το διαρκές συναίσθημα απόγνωσης που με στοιχειώνει: σαν να βαδίζω σε στενό μονοπάτι με ασύλληπτες χαράδρες γύρω μου. Μα, πώς να γκρεμιστώ; Έχω ήδη γκρεμιστεί, και κάθε τι μελλούμενο καλό ή κακό είναι παρωδία και μόνο.

Ο  Έντγκαρ Άλαν Πόε, σε επιστολή του προς τον φοιτητή της Ιατρικής Τζώρτζ Έβελεθ, ανάμεσα σε μια σειρά από άλλα θέματα που αφορούν διενέξεις με ποιητές, συνεργασίες και λύση συνεργασιών με περιοδικά, μιλάει για πρώτη φορά για την ψυχική του κατάρρευση. Την αποδίδει στη μακρόχρονη αρρώστια της γυναίκας του, αλλά ταυτόχρονα κλείνει και το θέμα του θρήνου, θεωρώντας ότι ο θάνατός της, του έφερε ανέλπιστα και την  γιατρειά. Συνεχίζει αμέσως μετά να αναλύει τα σχέδιά του για εκδόσεις, που θα τον κάνουν πλούσιο. Σε ένα χρόνο θα καταρρεύσει και θα πεθάνει.

Είμαι, όμως, ευαίσθητος από την κράση μου −νευρικός σε εξαιρετικά ασυνήθιστο βαθμό. Ήμουν τρελός, ανάμεσα σε μεγάλα διαλείμματα φριχτής λογικής. Κατά τη διάρκεια αυτών των κρίσεων πλήρους ασυνειδητότητας, έπινα, ένας Θεός ξέρει πόσο συχνά ή πόσο πολύ. Ως εκ τούτου, οι εχθροί μου απέδωσαν την τρέλα στο ποτό και όχι το ποτό στην τρέλα. Πραγματικά, είχα σχεδόν εγκαταλείψει κάθε ελπίδα μόνιμης γιατρειάς, όταν τη βρήκα στον θάνατο της συζύγου μου. Αυτόν μπορώ να τον υπομείνω, και τον υπομένω όσο είναι εφικτό για έναν άνθρωπο −ήταν τη φριχτή, ατέρμονη ταλάντωση μεταξύ ελπίδας και απόγνωσης που ήταν αδύνατον να αντέξω περισσότερο, δίχως να χάσω τελείως τα λογικά μου. Με τον θάνατο αυτής που υπήρξε η ζωή μου, μου επιβάλλεται επομένως ένας νέος σκοπός −Θεέ μου! Τι μελαγχολία η ύπαρξη. Και τώρα, έχοντας απαντήσει σε όλες σας τις απορίες, ας αναφερθώ στο Stylus. Είμαι αποφασισμένος να γίνω εκδότης του εαυτού μου. Σε ελέγχουν θα πει σε καταστρέφουν. Είμαι τρομερά φιλόδοξος. Αν πετύχω, με βλέπω (σε δύο χρόνια) με περιουσία.

 

Τα ερωτήματα που γεννιούνται, από την ανάγνωση του «Περί Τρέλας», πολλά:

Έχει  η τέχνη και η διάνοια σχέση με την τρέλα; Και αν ναι, πώς σχετίζονται;
Οι απώλειες και τα πρώιμα τραύματα είναι που οδηγούν το ασυνείδητο του καλλιτέχνη να εκφραστεί μέσω της τέχνης, όπως λέει η κλασική ψυχανάλυση;
Ή το έργο τέχνης είναι μια προσπάθεια, από την πλευρά του καλλιτέχνη, μιας επανορθωτικής εμπειρίας, για την αποκατάσταση του καλού εσωτερικού ή εξωτερικού αντικειμένου, που κατέστρεψε με την επιθετικότητα του ως βρέφος και όταν αυτή η προσπάθεια δεν μπορεί να επανορθώσει αυτές τις πρώιμες τραυματικές εμπειρίες, έρχεται η τρέλα, όπως αναφέρουν άλλες ψυχαναλυτικές θεωρίες (Melanie Klein [11]);[1]
Ή μήπως η διάνοια και η τρέλα  σχετίζονται, γιατί διεγείρουν την ίδια περιοχή του μετωπιαίου φλοιού του εγκεφάλου, όπως υποστηρίζουν οι νευροεπιστήμονες;
Ή όλα μαζί ή τίποτα από αυτά;
Και εν τέλει τι είναι η τρέλα και πόσο απέχει από την λογική;
Χρειάζεται να αναζητήσουμε το βαθμό μηδέν της ιστορίας της τρέλας, σύμφωνα με τον Φουκώ, τη στιγμή που είναι ακόμα εμπειρία αδιαφοροποίητη, εμπειρία που ο χωρισμός τρέλας και λογικής δεν έχει ακόμα προφτάσει να διχάσει; [2]
Ποιος ο ρόλος της ψυχιατρικής, της επιστήμης, που καθιερώθηκε, σύμφωνα πάλι με τον Φουκώ, μετά την χειρονομία του διαχωρισμού της τρέλας από την λογική και όταν η τάξη είχε αποκατασταθεί; [3]
Η κυρίαρχη ψυχιατρική δεν είναι που ευθύνεται για τον ιδρυματισμό και τους απαράδεκτους εγκλεισμούς των κατά αυτήν ανίατων και αζήτητων ασθενών;
Δεν είναι αυτή που και σήμερα, στην μοντέρνα βιολογική εκδοχή της,

εξακολουθεί να εξισώνει τις δύσκολες περιπτώσεις (δηλαδή την τρέλα ή την ψύχωση) με μιαν εκφυλιστικού τύπου νόσο, που υπαινίσσεται μια κατωτερότητα του ψυχωσικού (σχιζοφρενικού ή άλλου) υποκειμένου. […] που θεωρεί ακατάληπτο και χωρίς νόημα, απαγορευμένο και ακαταλόγιστο, αυτό που δεν κατανοεί και που αρνείται τον λόγο και την επιθυμία του τρελού υποκειμένου το οποίο πολλές φορές συνθλίβει κάτω από το βάρος της θεσμικής της εξουσίας; [4]

Ερωτήματα αναπάντητα ή μισοαπαντημένα, που θέτει αυτό το βιβλίο  από τον τίτλο του ακόμα και την Επιστολή στους Ιατρικούς Διευθυντές των Ψυχιατρείων,  κείμενο του Αρτώ ή κάποιου άλλου σουρεαλιστή, που δημοσιεύτηκε το 1925 στο περιοδικό La Revolution Surrealiste  και χρησιμοποιείται, όπως αναφέραμε, αντί προλόγου στο βιβλίο.

Ένα βιβλίο που θέτει ερωτήματα και προκαλεί την αναγνώστρια να αναζητήσει απαντήσεις, αποτελεί ένα πολύ ενδιαφέρον εγχείρημα ακόμα και για έναν ειδικό της ψυχικής υγείας.