- Marginalia - https://marginalia.gr -

Οικοδομώντας τον αμερικανισμό: η ιδεολογία της στεγαστικής πολιτικής της Αμερικανικής Αποστολής στην Ελλάδα 1947–1952

Αυτοστέγαση, τώρα! Η αθέατη πλευρά της αμερικανικής βοήθειας στην Ελλάδα [1]
Κωνσταντίνα Κάλφα
εκδόσεις Futura, 2019 | 104 σελ.

«Με τη βοήθεια της Μεγάλης Αμερικής και την εργασία όλων, το Κράτος θα σας βοηθήσει να ξανακτίσετε σπίτια καλύτερα από τα κατεστραμμένα […] ο καθένας θα πρέπει να ανασυγκροτήσει το νοικοκυριό του για να μπορέσει να ζήσει χωρίς να έχει την ανάγκη του κράτους», αποφαινόταν το υπουργείο Οικισμού και Ανασυγκροτήσεως σε διάγγελμά του προς τον ελληνικό λαό τον Σεπτέμβριο του 1949 συνδυάζοντας την έννοια της ατομικής ευθύνης, το πρόταγμα της αυτοστέγασης και τον αμερικανικό ρόλο στο εγχείρημα της ελληνικής ανασυγκρότησης (σ. 45).

Το παραπάνω παράθεμα συνοψίζει την προβληματική του βιβλίου της Κωνσταντίνας Κάλφα, Αυτοστέγαση, τώρα! Η αθέατη πλευρά της αμερικανικής βοήθειας στην Ελλάδα, εκδ. Futura 2019. Το βιβλίο της Κάλφα, η οποία είναι ιστορικός της αρχιτεκτονικής, αξιοποιεί ένα αρχειακό υλικό από αμερικανικές και ελληνικές πηγές (Jacob Leslie Crane Papers, Records of US Foreign Assistance Agencies, General Records of the Department of States, Αρχεία Κωνσταντίνου Δοξιάδη, Αρχείο υπουργείου Ανοικοδομήσεως κ.α.), οι οποίες δεν είχαν τύχει μέχρι σήμερα συστηματικής επεξεργασίας, προκειμένου να ανασυνθέσει και να σχολιάσει κριτικά την πολύ λίγο γνωστή πτυχή της δράσης της αμερικανικής αποστολής βοήθειας σε ό,τι αφορά το πρόβλημα της στέγασης. Έτσι το βιβλίο έρχεται να συμπληρώσει τη διαθέσιμη βιβλιογραφία σχετικά με την εφαρμογή του Δόγματος Τρούμαν και του Σχεδίου Μάρσαλ στην Ελλάδα. Παρά την μικρή έκταση της συγκεκριμένης συμβολής, τα ερωτήματα που θέτει με βάση το αρχειακό της υλικό και οι επεξεργασίες της, μας επιτρέπει να εξετάσουμε το εν λόγω υλικό σε σχέση με τρεις ευρύτερους ερευνητικούς άξονες.

Ο πρώτος αφορά στη θεώρηση του αμερικανικού σχεδίου βοήθειας προς την Ελλάδα στην περίοδο 1947–1952 – καθώς και των μεταγενέστερων δράσεων με επίκεντρο την αμερικανική πολιτιστική διπλωματία – ως ένα εγχείρημα «οικοδόμησης κράτους» (“state building”) που πρέπει να κατανοηθεί στη συγκριτική του διάσταση και στο πλαίσιο της εδραίωσης της αμερικανικής ηγεμονίας κατά τη μεταπολεμική περίοδο. Οι διεργασίες οικοδόμησης κράτους αφορούν στην αναμόρφωση των πεδίων της οικονομίας, της κοινωνίας και της πολιτικής, στην οποία η αμερικανική παρέμβαση που πήρε τη μορφή της οικονομικής και υλικοτεχνικής βοήθειας, της μεταφοράς τεχνογνωσίας, του σχεδιασμού και της επίβλεψης επιλεγμένων δράσεων, υπήρξε αποφασιστικής σημασίας. Εντασσόμενη η ελληνική περίπτωση σε αυτόν τον ερευνητικό άξονα, προσδιορίζεται ως ένα «πείραμα», το οποίο εξελίχθηκε στη συνέχεια σε μια ολοκληρωμένη στρατηγική παρέμβασης στη στεγαστική πολιτική με μεγάλη γεωγραφική εμβέλεια και πεδίο εφαρμογής τον λεγόμενο «Τρίτο Κόσμο». Ως πτυχή της διαδικασίας οικοδόμησης κράτους η αμερικανική βοήθεια στη στέγαση θα πρέπει να τοποθετηθεί στην ιστορική συγκυρία, η οποία ορίζεται από τις συνέπειες της Κατοχής και της εμφύλιας σύγκρουσης. Προκειμένου να γίνει αντιληπτό το ειδικό βάρος της στέγασης στο συνολικό πρόγραμμα της αμερικανικής βοήθειας αξίζει να αναφερθούν ορισμένα από τα ποσοτικά στοιχεία που παραθέτει η συγγραφέας, όπως το ότι περισσότερες από 142.000 οικογένειες απέκτησαν στέγη στο πλαίσιο της συγκεκριμένης δράσης, η οποία απορρόφησε πάνω από το 35% των πόρων που διατέθηκαν στην Ελλάδα μέσω της βοήθειας. Αξίζει να σημειωθεί ότι, όπως επισημαίνει η Κάλφα, η συγκεκριμένη αμερικανική πολιτική στη στέγαση, πριν την εφαρμογή της στην Ελλάδα, είχε δοκιμαστεί στο Πουέρτο Ρίκο το 1938. Όμως, η ελληνική περίπτωση συνιστά, από την αμερικανική σκοπιά, την πρώτη ολοκληρωμένη και συστηματική δοκιμή. Η διαπίστωση αυτή εντάσσει τη συγκεκριμένη συμβολή σε ένα βιβλιογραφικό ρεύμα, το οποίο ερμηνεύει το έργο της αμερικανικής βοήθειας στην Ελλάδα ως πιλοτικό για μια σειρά από παρεμβάσεις των ΗΠΑ στις δεκαετίες του 1950 και του 1960 υπό το πρίσμα της ιδεολογίας του εκσυγχρονισμού που θα αποτελέσει ένα είδος ιδεολογικού κανόνα για τις αμερικανικές ελίτ. Γόνιμη μεθοδολογικά ως προς την ανάδειξη αυτής της διάστασης είναι η εστίαση στην έννοια της τεχνογνωσίας, με έμφαση στα πρόσωπα και το ρόλο των «ειδικών». Εν προκειμένω, η μελέτη της Κάλφα φέρνει στο προσκήνιο τα πρόσωπα των εμπειρογνωμόνων Τζέικομπ Λέσλι Κρέιν (Jacob Leslie Crane), Τζόρτζ Λίτσγουορθ Ριντ (George Letchworth Reed) και Τζόρτζ Σπίρ (George Speer), οι οποίοι έβαλαν την σφραγίδα τους στη μορφή που πήρε η απάντηση στο πρόβλημα της στέγασης σε παγκόσμιο επίπεδο.

Ο δεύτερος ερευνητικός άξονας στον οποίο μπορεί να ενταχθεί η παρούσα μελέτη είναι αυτός του Πολιτιστικού Ψυχρού Πολέμου. Εκκινώντας από τη θεώρηση του Ψυχρού Πολέμου ως μιας ολιστικής σύγκρουσης, το συγκεκριμένο ερευνητικό πεδίο αποδίδει στην ιδεολογία και τον πολιτισμό πρωτεύουσα σημασία στη διαμόρφωση της αντιπαράθεσης μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της ΕΣΣΔ, καθώς και των όρων με τους οποίους διεξήχθη. Σε ό,τι αφορά τις ΗΠΑ, οι σχετικές συμβολές εστιάζουν στα χαρακτηριστικά που αποκτά η ιδεολογία του αμερικανισμού κατά την ψυχροπολεμική περίοδο και στους τρόπους με τους οποίους η ιδεολογία αυτή προβάλλεται και προωθείται μέσω κρατικών και ιδιωτικών διαύλων, όπως για παράδειγμα οι μηχανισμοί της πολιτιστικής διπλωματίας των ΗΠΑ ή η αμερικανική πολιτιστική βιομηχανία. Ειδικότερα, σε σχέση με την ιδεολογία του αμερικανισμού αξίζει να γίνει ιδιαίτερη αναφορά στα στοιχεία του ατομισμού, του αγαθού της ιδιοκτησίας και της εργασιακής ηθικής, καθώς και στην πεποίθηση της αμερικανικής πλευράς ότι η ιδεολογία του αμερικανισμού έχει δυνάμει οικουμενική εφαρμογή. Συνακόλουθα, στην αμερικανική στρατηγική ηγεμονίας ο αμερικανισμός έχει κεντρικό ρόλο, καθώς η διάδοσή του αξιακού του συστήματος θεωρείται ότι μπορεί να υπηρετήσει το διπλό στόχο, αφενός της προώθησης των στόχων της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, με έμφαση στην αναχαίτιση της επιρροής της κομμουνιστικής ιδεολογίας, και αφετέρου της βελτίωσης των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών στις λεγόμενες αναπτυσσόμενες χώρες, μεταξύ των οποίων περιλάμβαναν και την Ελλάδα.

Το αρχειακό υλικό που παρουσιάζει η συγγραφέας συνηγορεί υπέρ της άποψης ότι η στεγαστική πολιτική, η οποία υλοποιήθηκε στην μεταπολεμική Ελλάδα υπό την αιγίδα της Αμερικανικής Αποστολής εντάσσεται σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο, καθώς η στόχευσή της δεν εξαντλείται στο υλικό πεδίο, αλλά επεκτείνεται και στο πεδίο της ιδεολογίας, που φαίνεται να συνιστά και την αιχμή του δόρατος της συγκεκριμένης πολιτικής. Κεντρικής σημασίας εδώ είναι η έννοια της «υποστηριζόμενης αυτοβοήθειας» (aided self-help). Η τελευταία θα πρέπει να κατανοηθεί και σε σχέση με την εξέλιξη της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στον Ψυχρό Πόλεμο, καθώς το 1949 ο πρόεδρος Τρούμαν αναγορεύει την παροχή βοήθειας σε βασικό εργαλείο της. Με βάση το 4 ο σημείο της προεδρικής ομιλίας, η βοήθεια προς τις αναπτυσσόμενες χώρες δεν θα είχε πλέον τη μορφή της οικονομικής ενίσχυσης, αλλά εκείνη της μεταφοράς τεχνογνωσίας.

Ξεχωριστό ενδιαφέρον για την κατανόηση της αλληλεπίδρασης τοπικών και υπερεθνικών παραγόντων στην ανασυγκρότηση της ελληνικής κοινωνίας στη μεταπολεμική περίοδο αποτελεί η διαμόρφωση του ιδεολογήματος της αυτοστέγασης σε συνδυασμό με την έμφαση στην αξία της ιδιόκτητης κατοικίας. Τα δύο αυτά ιδεολογικά στοιχεία βρέθηκαν στο επίκεντρο του προπαγανδιστικού σχεδιασμού της αμερικανικής βοήθειας, ο οποίος συστηματικά τα αναγόρευε σε σταθερές του ελληνικού «χαρακτήρα», βαθιά ριζωμένες στην ιστορία και το αξιακό σύστημα των Ελλήνων. Η περίπτωση της μετάβασης από το στεγαστικό πρόγραμμα των «οικιστικών πυρήνων» στο πρόγραμμα της αυτοστέγασης, όπως παρουσιάζεται από την Κάλφα, είναι ενδεικτική ως προς την σημασία των ιδεολογικών στόχων στην στεγαστική βοήθεια της Αμερικανικής Αποστολής, διότι το δεύτερο προτιμήθηκε από τους ιθύνοντες, αν και το κόστος του ήταν μεγαλύτερο, σε ό,τι αφορά την απορρόφηση των αμερικανικών πόρων. Προς επίρρωση αυτού του ισχυρισμού αξίζει να παρατεθεί το σχόλιο των κατεξοχήν αρμόδιων, των Αμερικανών ειδικών εν προκειμένω. Ο Τζέικομπ Κρέιν (Jacob Crane), λοιπόν, φερόταν πεπεισμένος πως τα προγράμματα αυτοστέγασης έκαναν του Έλληνες «ισχυρότερους υποστηρικτές των τρόπων της ελευθερίας και της δημοκρατίας» (σ. 51), ενώ ο George Speer υποστήριζε πως «αν η ταχεία αποκατάσταση δεν μπορούσε να επιτευχθεί θα ήταν πιθανό για τους Κομμουνιστές να κερδίσουν την τελική νίκη» (σ. 60).

Το σημείο αυτό, που αφορά τις πολιτισμικές και ιστορικές νοηματοδοτήσεις της στέγης, παραπέμπει και σε έναν τρίτο ερευνητικό άξονα που αναδεικνύεται από τις υποθέσεις εργασίας και τις διαπιστώσεις της παρούσας μελέτης. Ο άξονας αυτός περιλαμβάνει τις προσλήψεις και τις διαδρομές της νεωτερικότητας στη μεταπολεμική Ελλάδα, με επίκεντρο την αρχιτεκτονική. Αυτή η τελευταία διάσταση συνδέεται από την συγγραφέα και με την εμφάνιση του φαινομένου της «αντιπαροχής», το οποίο υπήρξε κομβικό για την οικιστική ανάπτυξη της πρωτεύουσας στην συγκεκριμένη περίοδο. Όπως και στην αυτοστέγαση, έτσι και στην προσέγγιση της αντιπαροχής, η Κάλφα δίνει ιδιαίτερη έμφαση στους ιδεολογικούς παράγοντες που πλαισιώνουν το εγχείρημα. Οι παρατηρήσεις και οι υποθέσεις που διατυπώνονται στο σχετικό κεφάλαιο αξίζει να αποτελέσουν αντικείμενο περαιτέρω έρευνας και ανάλυσης. Συνολικά πρόκειται για ένα βιβλίο που εισφέρει σημαντικό αρχειακό υλικό, παρουσιάζοντας το με τρόπο εύληπτο και συνεκτικό για τον αναγνώστη, ενώ συγχρόνως η συγγραφέας δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μια πιο ολοκληρωμένη επεξεργασία των ερευνητικών ερωτημάτων που θέτει, αφήνοντας πολλές υποσχέσεις για το μέλλον.


Το κείμενο επιμελήθηκε η Κλεονίκη Αλεξοπούλου.

 

Επιτρέπεται η αναπαραγωγή και διανομή του άρθρου σύμφωνα με τους όρους της άδειας Attribution-ShareAlike 4.0 International (CC BY-SA 4.0) [2]