Κριτική Τεύχος #13

Άγρια ιστορία για μεγάλα παιδιά

Από τον φασισμό στον μεταφασισμό. Η δημοκρατία απέναντι στη νέα Ακροδεξιά

Άγρια ιστορία για μεγάλα παιδιά
Κωστής Παπαϊωάννου
Εκδόσεις Πόλις, 2021 | 296 σελίδες

Το 2020 υπήρξε μια χρονιά σταθμός για τον αντιφασιστικό αγώνα· ήταν η χρονιά της καταδίκης της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης και η φυλάκιση των ηγετικών στελεχών της και όχι μόνο. Για όλους τους λόγους του κόσμου η 7η Οκτωβρίου θα μείνει στην ιστορία ως μια σημαντική ημερομηνία για την σύγχρονη ελληνική ιστορία.

Τελειώσαμε ωστόσο με την Άκρα Δεξιά; Αυτό είναι ένα ερώτημα που ταλάνισε πολλές και πολλούς έκτοτε, και το οποίο κατά την προσωπική μου άποψη πρέπει να συνεχίσει να μας απασχολεί, ακριβώς γιατί είναι προφανές ότι δεν τελειώσαμε με τον φασιστικό χώρο.[1]

Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια έντονη βιβλιογραφική κίνηση γύρω από τον ακροδεξιό χώρο, τη ρατσιστική βία, τον φασισμό κλπ. Η έκδοση νέων βιβλίων/μελετών σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα, θεωρούμε πως επιβεβαιώνει την εκτίμηση πως το θέμα έχει μείνει ανοιχτό, ενώ παράλληλα -και αυτό πρέπει να κρατήσουμε πρωτίστως- ενισχύει τις γνώσεις γύρω από έναν ιδεολογικό και πολιτικό χώρο που ήξερε πολύ καλά -και για μεγάλα χρονικά διαστήματα- να κρύβει επιμελώς το πραγματικό του πρόσωπο.[2] Μία εκ των σημαντικότερων συμβολών[3] είναι και το πιο πρόσφατο βιβλίο του Κωστή Παπαϊωάννου «Άγρια ιστορία για μεγάλα παιδιά – Από τον φασισμό στον μεταφασισμό. Η δημοκρατία απέναντι στη νέα ακροδεξιά» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις.

Μία εναλλακτική προσέγγιση και αφήγηση

Η δομή του βιβλίου, και κατ’ επέκταση το αφηγηματικό πλαίσιο που θέτει ο συγγραφέας, το διαφοροποιεί από πολλά παρόμοια εγχειρήματα: ο Παπαϊωάννου προχωρά τη συγγραφή ακολουθώντας τον δρόμο της επεξήγησης σε μαθητές του[4] και όχι μιας ξερής ιστορικής περιγραφής. Ο Παπαϊωάννου αναφέρει στον πρόλογο πως μία από τις πιο συχνές ερωτήσεις που δέχεται είναι η: «τι να διαβάσω για το φαινόμενο της Ακροδεξιάς;»· ασφαλώς μια τέτοια ερώτηση δεν μπορεί να απαντηθεί με την πρόταση ενός βιβλίου και μόνο. Ωστόσο, μέσω της ανάγνωσης της Άγριας ιστορίας…, μπορεί να ξεκινήσει η απάντηση στην ερώτηση: αφενός γιατί το βιβλίο -όπως θα δούμε παρακάτω- φωτίζει αρκετά στοιχεία γύρω από την ακροδεξιά, αφετέρου γιατί οδηγεί σε επιπλέον βιβλιογραφικές προτάσεις.

Μέσω μικρών σε έκταση κεφαλαίων και επιλέγοντας τη διάδραση με τον αναγνώστη μιας και το κείμενο αποτελείται από ερωτοαπαντήσεις, ο συγγραφέας καταφέρνει να κερδίσει άμεσα το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Η διαλογική δομή που επιλέγει ο Παπαϊωάννου προσφέρει αυτονομία στις διαφορετικές ενότητες, ενώ ταυτόχρονα προσφέρει στο κείμενο μια ροή που βοηθάει και δεν κουράζει την αναγνώστρια.

Υπό αυτήν την έννοια, η μελέτη του βιβλίου γίνεται πιο εύκολη, και σαφέστατα πιο πρακτική, είτε για κάποιον με πολιτικό, κοινωνικό ή απλώς ενημερωτικό ενδιαφέρον για τη θεματική είτε για κάποια με ακαδημαϊκή στόχευση.

Πώς όμως στέκεται απέναντι στην Άκρα Δεξιά ο συγγραφέας; Από ποια σκοπιά την προσεγγίζει και την εξηγεί σε μαθητές και αναγνώστες;

Η ακροδεξιά πρέπει να ιδωθεί ως μια Λερναία Ύδρα, υπό την έννοια ότι αποκτά διαρκώς νέα πολιτικά ρεύματα, διαφορετικές μορφές και βρίσκεται σε μια συνεχή αλλαγή προσώπων και προσωπείων.[5] Έχοντας αυτό ως βασική αρχή, ο Παπαϊωάννου προχωράει σε μια ανάλυση σε βάθος χρόνου, ξεκινώντας από τις απαρχές του φαινομένου σχεδόν έναν αιώνα πίσω.[6] Ξετυλίγοντας το κουβάρι της ακροδεξιάς σε διαφορετικές χρονικές συνθήκες και τόπους, ο συγγραφέας καταφέρνει να καταδείξει -παρά τις όποιες, ευδιάκριτες ή μη διαφορές που έχουν τα ρεύματά της- τον πυρήνα της, που είναι κοινός, ανεξαρτήτως αν βαφτίζεται το ρεύμα ως εθνικοσοσιαλισμός, φασισμός, Alt-Right κλπ.  Ας μην ξεχνάμε -και το βιβλίο όχι απλά το θυμίζει, αλλά το καταδεικνύει με πλήθος ιστορικών παραδειγμάτων- πως τα πυρηνικά στοιχεία της άκρας δεξιάς είναι ο ρατσισμός, το μίσος για κάθε τι διαφορετικό, ο εθνικισμός κ.ά.

Ο Παπαϊωάννου προκρίνει λοιπόν για την επισκόπηση του ακροδεξιού φαινομένου έναν πρωτότυπο τρόπο περιγραφής και ανάλυσης, όπως ήδη καταδείξαμε. Ως προς το ίδιο το περιεχόμενο, παρουσιάζει τα ιστορικά, ιδεολογικά, πολιτισμικά και πολιτικά στοιχεία γύρω από την ακροδεξιά με τρόπο σαφή, αναλυτικό, καθημερινό, κάνοντας το κείμενο προσιτό σε όλους. Ακολουθώντας τις ιδεολογικές βάσεις και παρουσιάζοντας τις πολιτικές πρακτικές της Άκρας Δεξιάς από τις απαρχές της μέχρι σήμερα, ο συγγραφέας πρακτικά μας καλεί σε μια ιστορική περιδίνηση η οποία αναλόγως και τις προεκτάσεις της οδηγεί σε νέες θεματικές/προοπτικές. Μπορεί επί παραδείγματι. η χρήση fake news ή λαϊκιστικής ρητορικής από του ηγέτες της άκρας δεξιάς παγκοσμίως να μην συγκαταλέγονται στα βασικά σημεία εστίασης του βιβλίου, ωστόσο, αναπόφευκτα γίνονται και σε αυτά αναφορές καθώς αποτελούν όλο και συχνότερα πρακτικές τους. Διαμορφώνεται με αυτόν τον τρόπο ένα ψηφιδωτό μικρότερων κεφαλαίων/ζητημάτων, που αν ιδωθεί συνολικά παρουσιάζει την μεγάλη εικόνα.[7]

Η αλήθεια ως μια αδιάκοπη διαδικασία

Σταθήκαμε παραπάνω σε ορισμένα στοιχεία δομής που διαφοροποιούν το βιβλίο από άλλα, υπάρχουν ωστόσο και δύο περιεχομενικά στοιχεία που ενδυναμώνουν τη διαφοροποίηση αυτή και τα οποία θεωρούμε πως πρέπει να επισημανθούν.

Ένα αξιοσημείωτο στοιχείο της μελέτης του Παπαϊωάννου είναι ότι φωτίζει περιστατικά που είτε ξεχάστηκαν γρήγορα είτε δεν τους δόθηκε ποτέ η απαραίτητη προσοχή. Αναφέρουμε για παράδειγμα τα στοιχεία γύρω από τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης που θα έπρεπε να έχουν σημαίνουσα θέση γύρω από το ζήτημα του ολοκαυτώματος, αλλά και εν γένει της Άκρας Δεξιάς (σελ. 126-129). Κι ενώ πράγματι η ιστορία γύρω από την εξόντωση των Εβραίων της Θεσσαλονίκης (και άλλων περιοχών/πόλεων της Ελλάδας) μπορεί να αποδειχθεί διδακτική και να φανερώσει τόσο τις ιδεολογικές αφετηρίες, όσο και τις εγκληματικού τύπου πρακτικές της ναζιστικής εποχής, αυτή κατά κανόνα αναφέρεται μόνο σε εξειδικευμένα βιβλία.[8]

Όπως ήδη τονίστηκε, το βιβλίο είναι ένα ταξίδι σε διαφορετικές χρονικές περιόδους και κοινωνίες, επομένως ο Παπαϊωάννου δεν μένει μόνο στα αμιγώς ελληνικά ιστορικά βιώματα και δεδομένα. Αντίθετα, αφιερώνει σεβαστό μέρος του βιβλίου για να σκιαγραφήσει και διεθνή ιστορικά στοιχεία, τόσο του παρελθόντος, όσο και του παρόντος. Μια περίοδος που σε γενικές γραμμές δεν έχει αποτυπωθεί όσο θα της έπρεπε -με την έννοια ότι έχει ιδιαίτερη ιστορική σημασία- είναι η «Κόκκινη Διετία» της Ιταλίας (σελ. 19 επ.). Ο Παπαϊωάννου παραθέτει ενδιαφέροντα στοιχεία γύρω από μια περίοδο που εν πολλοίς καθόρισε το φασιστικό μέλλον της Ιταλίας, την άνοδο του Μουσολίνι και την ήττα της Αριστεράς. Ασχέτως εάν μια χρονική περίοδος τέτοιου ιστορικού και πολιτικού φορτίου δεν γίνεται να εξαντληθεί σε μερικές σελίδες, οφείλουμε -όπως κάναμε παραπάνω για τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης- να αναγνωρίσουμε πως ο συγγραφέας προσπαθεί να την αναδείξει και να την επαναφέρει στην ευρύτερη συζήτηση και την κοινωνική μνήμη.

Θέλουμε επίσης να σταθούμε σε μία ακόμα συνεισφορά του βιβλίου, αυτή της συνοπτικής αποτύπωσης του χαρακτήρα του ακροδεξιού/φασιστικού χώρου. Σε μια εποχή που συχνά τα μηνύματα αλλοιώνονται, οι κινήσεις παρερμηνεύονται και ηθελημένα ή μη το εκάστοτε πολιτικό στίγμα θολώνεται, ο Παπαϊωάννου συνολικά στο έργο του, αλλά και πιο εξειδικευμένα σε διάφορα σημεία, προσπαθεί να δώσει σε λίγες γραμμές, με περιεκτικότητα και σαφήνεια, το πραγματικό ιδεολογικοπολιτικό Είναι της Άκρας Δεξιάς. Αναφέρει για παράδειγμα το θέμα της βίας, ένα πυρηνικό στοιχείο του συγκεκριμένου χώρου και το θέτει σε ένα πλαίσιο που δεν αφήνει περιθώρια διαστρέβλωσης, σημειώνοντας για τις φασιστικές/ακροδεξιές ομάδες πως: «δεν νοούνται χωρίς την απειλή ή την άσκηση βίας. Η βία αποτελεί ταυτόχρονα μήνυμα, μέσο και σκοπό» (σελ. 241). Ποιος άραγε διαβάζοντας αυτή την περιγραφή και ανατρέχοντας στη διαχρονική δράση της Χρυσής Αυγής[9] δεν αναγνωρίζει την αλήθεια των λέξεων; Προσωπικά βρίσκω εξαιρετικά χρήσιμες, τόσο σε βιβλιογραφικό, όσο και σε κοινωνικοπολιτικό επίπεδο, παρόμοιες διατυπώσεις ακριβώς γιατί θέτουν τα πράγματα ως έχουν, δίχως ισαποστακικά μακιγιαρίσματα, θεσμικές συγκαλύψεις ή (υπέρ)αναλύσεις που αρκετές φορές αποπροσανατολίζουν παρά πάνε παρακάτω την κοινωνική συζήτηση.

Στεκόμενοι στο ίδιο μοτίβο, αυτό της σχηματοποίησης του χώρου, ας δούμε ένα ακόμα ενδεικτικό παράδειγμα. Μεγάλη συζήτηση έχει γίνει για τον ιδεολογικό και πολιτικό χαρακτήρα της Νέας Δημοκρατίας, καθώς και για το αν η σημερινή κυβέρνηση είναι αυταρχική, φασίζουσα ή όπως ορισμένοι αναφέρουν -σε ψηφιακά και πραγματικά πολιτικά καφενεία- «χούντα».[10] Ο Παπαϊωάννου περιγράφει στο βιβλίο του το φαινόμενο της μετατόπισης της Δεξιάς παγκοσμίως προς την Ακροδεξιά, αναφέροντας χαρακτηριστικά πως: «η δεξιά “ακροδεξιοποιείται’’» (σελ. 230).[11] Μιλώντας για τη σύνθεση της κυβέρνησης και πιο συγκεκριμένα για τον διευρυμένο κυβερνητικό ρόλο των πρώην στελεχών του ακροδεξιού Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού, ο Παπαϊωάννου θα υποστηρίξει πως δεν έχουμε μία αμιγώς ακροδεξιά ή φασιστική κυβέρνηση, αλλά πως: «Έχουμε ένα κόμμα στην κυβέρνηση με ακροδεξιά συνιστώσα στο εσωτερικό του».[12] Παρατηρείται επομένως μια συνέπεια και συνέχεια στα γραφόμενα του συγγραφέα, μια στάση εκτιμητέα ειδικότερα από την στιγμή που οι υπερβολές στους χαρακτηρισμούς προς την κυβέρνηση γίνονται χωρίς φειδώ.

Καμπανάκι για το παρελθόν, εφαλτήριο για το παρόν και το μέλλον[13]

Ο Παπαϊωάννου, έχοντας καταγράψει μακρά πορεία στον αγώνα κατά του ρατσισμού, της μισαλλοδοξίας, της κοινωνικής περιθωριοποίησης κλπ., εκκινεί τη συγγραφή με ένα πλεονέκτημα που ελάχιστοι διαθέτουν: αυτό της εμπειρίας, της γνώσης από πρώτο χέρι. Η επί δεκαετίες ενασχόληση με τα παραπάνω ζητήματα[14] -καθώς και με τις προεκτάσεις τους- αποτελούν ένα πολύτιμο εχέγγυο για την αλήθεια που παρουσιάζεται στο βιβλίο.

Έχοντας αυτά ως δεδομένα, θεωρούμε πως πράγματι η Άγρια ιστορία…, όχι μόνο καταφέρνει ακριβώς αυτό που περιγράφεται από τον ίδιο τον συγγραφέα στην εισαγωγή, δηλαδή «να δυναμώσει τα όπλα μας απέναντι στο τέρας» (σελ. 13), αλλά πετυχαίνει, ταυτόχρονα, πολλά παραπάνω, καθώς συμπυκνώνει στις σελίδες της σημαντικές θέσεις γύρω από την Ακροδεξιά.


Το κείμενο επιμελήθηκε ο Αντώνης Γαζάκης.

Επιτρέπεται η αναπαραγωγή και διανομή του άρθρου σύμφωνα με τους όρους της άδειας Attribution-ShareAlike 4.0 International (CC BY-SA 4.0)

Υποσημειώσεις[+]

Σχετικά με τον συντάκτη

Θανάσης Δημάκας

Πολιτικός επιστήμονας, μέλος της συντακτικής ομάδας του περιοδικού Kaboom. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα, έκανε μεταπτυχιακό στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ, ενώ τα επιστημονικά του ενδιαφέροντα αφορούν τη μετανάστευση, την Άκρα Δεξιά, την εργασία κ.α.

Προσθέστε σχόλιο

Πατήστε εδώ για να σχολιάσετε

Secured By miniOrange