Το μίσος για τη λογοτεχνία
William Marx
ΠΟΛΙΣ, Αθήνα 2019 | 320 σελίδες
Μπορεί η Λογοτεχνία να αποτελέσει έναν κυρίαρχο Λόγο; Έναν ιδρυτικό Λόγο; Μια αλήθεια για όσα συμβαίνουν σε θεούς, στη φύση, στον άνθρωπο, στην κοινωνία;
Όταν μιλάμε για Λόγο αναφερόμαστε σε πολιτική, σε εξουσία. Μια εξουσία που αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως τον έγκυρο φορέα της αλήθειας. Είναι εκείνη που γνωρίζει.
Στο επίπεδο της πολιτικής ένας Λόγος προσπαθεί να εκτοπίσει έναν άλλο Λόγο. Στην αρχαϊκή Ελλάδα τρεις είναι οι κάτοχοι της αλήθειας: Ο αοιδός, ο μάντης, ο βασιλιάς. Γιατί; Στον αοιδό μιλάνε οι Μούσες, ο μάντης καταλαμβάνεται από τους θεούς, ο βασιλιάς λέει: εγώ είμαι η Πόλη. Στη συνέχεια ήρθαν οι φιλόσοφοι, οι εξ αποκαλύψεως θρησκείες, η επιστήμη. Στους ποιητές ψιθυρίζουν οι Μούσες, οι φιλόσοφοι επεξεργάζονται τον ορθό λόγο, στις εξ αποκαλύψεως θρησκείες δεν τίθεται ζήτημα ιδρυτικού λόγου, όλα έχουν ειπωθεί από τον θεό, η επιστήμη έχει πάψει από καιρό να ερμηνεύει τον κόσμο, παράγει πραγματικότητα.
Το κύρος ενός λόγου είναι συνάρτηση της αλήθειας που αρθρώνει. Τι είναι μια αλήθεια; Η βεβαιότητα πως έτσι λειτουργούν τα πράγματα. Και μιας υπόσχεσης εξάλειψης της δυσφορίας στον πολιτισμό.
Σε αυτή την πορεία η λογοτεχνία κατέχει κάθε φορά και μία θέση. Μια λειτουργία. Και σε όλη αυτή την πορεία απέναντί της στέκεται ένα αντιλογοτεχνικό μέτωπο με σκοπό να απαξιώσει το κύρος της, την αλήθεια που υπαινίσσεται, την ηθική της, τη σχέση της με την κοινωνία. Άλλες φορές το πετυχαίνει και άλλες όχι.
Μπορούμε ωστόσο να θεωρήσουμε την δυνατότητα της μιας, της απόλυτης, της μοναδικής, παγκόσμιας αλήθειας;
Αν η λογοτεχνία δεν έχει πλέον το κύρος της αλήθειας ενός Λόγου, τότε τι;
-
Αν έχει μια αξία η λογοτεχνία είναι το γεγονός πως η γνώση (αλήθεια) που υπαινίσσεται είναι αυτή των πολλών ενδεχομένων της. Είναι ο ίδιος ο δείκτης των πολλών ενδεχομένων. Της δημοκρατίας του μη όλου. Είναι ο τρόπος να προσφέρει μια μορφή κοινωνικού δεσμού απέναντι στο ανυπόφορο του πολιτισμού. Αυτός ο τρόπος είναι ένα αναγκαίο semblant, ένα προσποιητό, εξού και οι πολλαπλές μυθοπλασίες της.
-
Αν έχει μια αξία η λογοτεχνία είναι η έλλειψη ορθολογισμού που την διακρίνει και αυτό είναι κάτι πολύτιμο. Επειδή ακριβώς δεν είναι κανονιστική η λειτουργία της.
-
Αν έχει μια αξία η λογοτεχνία είναι γιατί διευρύνει χωρίς συστολή τις ρωγμές στον κανόνα που προσφέρουν οι απόλυτες, μοναδικές αλήθειες. Προσπαθεί να τις κρατήσει ανοιχτές. Αν όλα μπορούν να ειπωθούν δεν θα υπήρχε ποίηση, εάν τίποτα δεν θα μπορούσε να ειπωθεί δεν θα υπήρχε μύθος.
-
Αν έχει μια αξία η λογοτεχνία είναι η δυνατότητα του αναστοχασμού που προσφέρει.
-
Αν έχει μία αξία η λογοτεχνία είναι αυτό που επεξεργάζεται διαρκώς και αυτό που χρησιμοποιεί: τη γλώσσα. Καθώς η γλώσσα δεν αποτελεί μόνο ένα μέσο έκφρασης της σκέψης, αλλά ταυτόχρονα αποτελεί και το πλαίσιο δημιουργίας σκέψης.
-
Αν έχει μία αξία η λογοτεχνία είναι επειδή διεκδίκησε το «τρίτο βασίλειο», αυτό ανάμεσα στη συνείδηση και στην εξωτερική πραγματικότητα, μεταξύ της καθαρής υποκειμενικότητας και της σκληρής αντικειμενικότητας, με τελείως διαφορετικό τρόπο από εκείνον που κατέχουν οι κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες.
-
Αν έχει μια αξία η λογοτεχνία, όπως και όλες γενικότερα οι τέχνες, είναι ότι επιτελεί μια ακόμη λειτουργία, αυτήν της μετουσίωσης. Ως έναν τρόπο ενορμητικής ικανοποίησης που αρμόζει στον πολιτισμό. Απέναντι στην ενόρμηση του θανάτου.
Αυτή είναι μία από τις πολλές αναγνώσεις του βιβλίου του William Marx «Το μίσος για τη λογοτεχνία». Είναι ένα ιδιαίτερο βιβλίο, σημαντικό για τον τρόπο προσέγγισης μιας διαμάχης. Αυτής της λογοτεχνίας – αντιλογοτεχνίας. Διατρέχει τους αιώνες. Από τον Πλάτωνα που ζητά στην ιδανική του πολιτεία εξόριστους τους ποιητές, από το χριστιανικό γραμματική μου είναι ο Χριστός, από την προσπάθεια αποκαθήλωσης του Tanneguy Le Fèvre από τον γιο του, από τις διφορούμενες Δύο κουλτούρες του Charles Snow, φτάνοντας μέχρι τις ημέρες μας με την εμμονή του Νικολά Σαρκοζί για την Πριγκίπισσα ντε Κλεβ. Τελειώνει ισχυριζόμενος πως η λογοτεχνία είναι ο κατεξοχήν παράνομος λόγος:
[… Ακόμα και παράλογη, ακόμα και άδικη, ακόμα και αναχρονιστική, η αντιλογοτεχνία επιβεβαιώνει την ύπαρξη αυτού που αντιμάχεται. Δείχνει τη δύναμη και την εξουσία του, όποιες κι αν είναι, και αποτίνει έναν παράδοξο φόρο τιμής …]
Ωστόσο παραμένει ανοιχτό το ερώτημα. Στην περίοδο της καπιταλιστικής αλλοτρίωσης ποιος μπορεί να μισεί την λογοτεχνία; Όταν δεν κινδυνεύεις από κάτι δεν ασχολείσαι μαζί του. Αφήνεις τα παιδιά να βυζαίνουν τον αντίχειρά τους.
[… Οι μόνες κοινωνίες χωρίς αντιλογοτεχνία που υπάρχουν είναι εκείνες στις οποίες η ποίηση θεωρείται καθαρή ψυχαγωγία ή παιχνίδι χωρίς διακύβευμα, ή εκείνες στις οποίες η λογοτεχνία υποτάσσεται εξ ολοκλήρου στην εξουσία, χωρίς να διεκδικεί κάποια που να της προσιδιάζει – παιχνίδι και υποταγή συχνά συμβαδίζουν άλλωστε … Αν η αντιλογοτεχνία είναι το σύμπτωμα πάλης για την εξουσία, η απουσία πάλης την καθιστά περιττή …]
Με άλλα λόγια μήπως ο κόσμος που ευχήθηκε, συνέλαβε και επιδίωξε ο Πλάτωνας είναι ήδη εδώ;
[… δηλαδή μια κοινωνία που τα μέλη της δεν λένε ποτέ να ανοίξουν ένα βιβλίο … ένας κόσμος όπου η λογοτεχνία έχει χάσει σχεδόν κάθε δύναμη και κάθε κύρος, κενό γράμμα κατάλληλο να γεμίσει τον ελεύθερο χρόνο μιας τάξης όλο και πιο κλειστής και απορροφημένης από πολλές άλλες ψυχαγωγίες – αφού θεωρητικά περί αυτού πρόκειται: για την διασκέδαση …]
Έχουμε πολλούς λόγους να ανησυχούμε και ταυτόχρονα να μην είμαστε τόσο απαισιόδοξοι. Δεν έχει περιπέσει ακόμη η λογοτεχνία στην αδιαφορία. Δεν δημιουργείται σε κενό αέρος (εκτός Ιστορίας), ούτε διαβάζεται χωρίς συνέπειες.
Επιτρέπεται η αναπαραγωγή και διανομή του άρθρου σύμφωνα με τους όρους της άδειας Attribution-ShareAlike 4.0 International (CC BY-SA 4.0)
Προσθέστε σχόλιο