Ντεσιμπέλ: Παρτιτούρα χαοτική σε 10 νύχτες
Έφη Κ.
Συρτάρι, Αθήνα 2024| 142 σελίδες
(Το κείμενο του Σπύρου Χαιρέτη είναι από την παρουσίαση του βιβλίου στο χώρο εκδηλώσεων των εκδόσεων Συρτάρι, 13-5-2024)
Στη μέση της παλάμης μου ανασαίνει ένα καρποφόρο δέντρο. Γεύση στυφή, υφή γούνινη, ζωώδης. Όταν κοιτάζω τα κυδώνια, μου φαίνεται πως κάποια γελάνε και κάποια κλαίνε. Μόνο όταν είμαι πολύ προσεκτική, ξεκαθαρίζει η εικόνα. Το ίδιο κυδώνι είναι που γελάει και κλαίει. Το παρατηρούμενο είναι ζωντανό. Αλλάζει φόρμες κάτω από το βλέμμα. Το ίδιο και το βιβλίο.
Με το παραπάνω εισαγωγικό κείμενο, το Ντεσιμπέλ παρουσιάζει στις αναγνώστριες ένα φρούτο θρεπτικό, αλλά και ιδιαίτερο. Σε αντίθεση με το μήλο, το πορτοκάλι ή το αχλάδι, το κυδώνι είναι δύσκολο να καταναλωθεί ωμό. Ωστόσο, μετά από κατάλληλη επεξεργασία, το φρούτο αυτό μεταμορφώνεται: παύει να έχει στυφή γεύση και μπορεί να γίνει η βάση για λικέρ, γλυκό του κουταλιού ή ακόμα και συνοδευτικό σε κυρίως πιάτα. Η Έφη Κ. ισχυρίζεται πως τα κυδώνια και τα βιβλία έχουν ομοιότητες, συνεχίζοντας έτσι μια συζήτηση που έχει απασχολήσει έντονα τον χώρο της λογοτεχνίας. Στις πολιτισμικές σπουδές, το νόημα των κειμένων δεν είναι εγγενές, αλλά διαμορφώνεται μέσα από τη διαδικασία της ανάγνωσης. Με άλλα λόγια, όπως το κυδώνι πρέπει να μαγειρευτεί, έτσι και ένα βιβλίο χρειάζεται επεξεργασία. Απαιτεί δηλαδή, γνώση των στοιχείων που το συνθέτουν και επιπλέον υλικά που προστίθενται από την κάθε αναγνώστρια.
Η Έφη Κ. αποκαλύπτει με γενναιοδωρία τα στοιχεία που συνθέτουν το Ντεσιμπέλ. Στις σημειώσεις του βιβλίου γίνεται αναφορά σε ελληνικά και αγγλόφωνα λογοτεχνικά έργα, τραγούδια που γράφτηκαν κατά τη διάρκεια της καραντίνας, παραγωγές του λεγόμενου greek weird wave, καθώς και σε άλλες ταινίες που ανήκουν στον κινηματογράφο των δημιουργών. Σε αυτό το κείμενο, επιλέγω να αναδείξω τη σύνδεση ανάμεσα στο Άλογο του Τορίνο (2011), μια ταινία του Μπέλα Ταρ, και το Ντεσιμπέλ της Έφης Κ. Η επιλογή αυτής της κινηματογραφικής αναφοράς και η παράλληλη ανάγνωσή της με το Ντεσιμπέλ αποσκοπεί στο να υπογραμμίσει κοινά σημεία, αλλά και να αναδείξει τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους τα δύο έργα προσεγγίζουν συναφείς θεματικές.
Το Άλογο του Τορίνο vs Ντεσιμπέλ
Πρώτη στάση: Το Άλογο του Τορίνο. Με κεντρικούς χαρακτήρες έναν καροτσέρη (János Derzsi) και την κόρη του (Erika Bók), ο Ούγγρος σκηνοθέτης εξερευνά τις καταλυτικές αλλαγές που μπορεί να επιφέρουν ακόμη και οι πιο μικρές διακοπές στη ροή της καθημερινότητας. Στην ταινία παρακολουθούμε πώς ένα άλογο, το οποίο ανήκει στην οικογένεια και χρησιμοποιείται ως βασικό μέσο μετακίνησης και επιβίωσης, θέτει τον πατέρα και την κόρη σε κίνδυνο όταν ξαφνικά σταματά να υπακούει στις εντολές και να τρέφεται. Η απότομη αλλαγή στη συμπεριφορά του αλόγου συνοδεύεται από δραματικούς μετασχηματισμούς στον περιβάλλοντα χώρο, με τα φυσικά φαινόμενα να επιδεινώνονται και την ατμόσφαιρα να γίνεται ολοένα και πιο αποπνικτική για τη διαβίωση της οικογένειας.
Ενώ η ιστορία στο Άλογο του Τορίνο διαδραματίζεται σε έξι μέρες και λαμβάνει χώρα στην ύπαιθρο, το Ντεσιμπέλ της Έφης Κ. καταγράφει δέκα νύχτες από τη ζωή μιας πόλης. Και στα δύο κείμενα, η γεωγραφική τοποθεσία παραμένει αόριστη, χωρίς να παρέχονται στοιχεία που να ταυτοποιούν συγκεκριμένα μέρη. Με αυτόν τον τρόπο, τα κείμενα υποδηλώνουν ότι τα φαινόμενα που περιγράφονται θα μπορούσαν να εκτυλιχθούν οπουδήποτε. Η πόλη της Έφης Κ. κατοικείται από ποικίλα πλάσματα, και όλα -περιέργως- έχουν ισότιμο ρόλο (θα επανέλθω αργότερα σε αυτό το σημείο). Στο Ντεσιμπέλ, θα βρείτε ανθρώπους με διαφορετικό κοινωνικό και ιδεολογικό υπόβαθρο, ζώα, φυτά και πράγματα. Πιο συγκεκριμένα, θα συναντήσετε μια γριά που ζει καθοδηγούμενη από τη θρησκεία και τα φαντάσματα του παρελθόντος, έναν αντιπαθητικό κουρέα που στήνει οδοφράγματα για να κρατήσει τους ξένους μακριά από το μαγαζί του, μια χειριστική γάτα -όπως πολλές του είδους της που νιαουρίζουν για να φάνε (και γι’ αυτό τις αγαπάμε)- καθώς και μια μονστέρα που λειτουργεί ως κρυψώνα, ικανή να στεγάσει την εφήμερη επαφή δύο αντρών. Οι χαρακτήρες αυτοί και πολλοί ακόμη εναλλάσσονται, και όπως η πόλη, παραμένουν χωρίς όνομα. Γιατί από τον τίτλο ακόμα, η Έφη Κ. μας έχει ξεκαθαρίσει πως μιλάει για ντεσιμπέλ, δηλαδή για ήχους, όχι για ανθρώπους.
Αστικά Ηχοτοπία
Σύμφωνα με το πεδίο των ακουστικών σπουδών, τα ηχοτοπία λογίζονται ως κύματα που διαχέονται στο χώρο και αλληλοεπιδρούν με τα σώματα που συναντούν, δημιουργώντας μια δίνη δονήσεων.[1] Τα ηχοτοπία του Ντεσιμπέλ, ο ουσιαστικός πρωταγωνιστής του βιβλίου, λειτουργούν με τον εξής τρόπο: χωρίς να αποτελούν αντικείμενα, οι ήχοι διαμορφώνουν την αισθητηριακή αντίληψη του κόσμου. Δείχνουν, δηλαδή, πώς ένα κοινό ακουστικό ερέθισμα μπορεί να προσληφθεί από ορισμένους ως σεισμός, από άλλους ως συντέλεια του κόσμου ή ακόμα και ως θεία παρέμβαση. Παράλληλα, τα ηχοτοπία του Ντεσιμπέλ καθιστούν τη χωρικότητα ως μια συνθήκη πολλαπλών ταχυτήτων. Το ερώτημα «πού σε βρίσκει ο ήχος;» αναδεικνύεται ως κεντρικό στο βιβλίο, κάτι που υπογραμμίζεται και από το κείμενο που μας συστήνει για πρώτη φορά το αγόρι.
Ο πρώτος ήχος βρήκε το αγόρι στην τελευταία διαδρομή του για παράδοση pizza. Το αγόρι δεν άκουσε τον πρώτο ήχο.
Το αγόρι αυτό, που ήρθε από την επαρχία στην πόλη και εργάζεται ως διανομέας πίτσας, μαγειρεύοντας στο σπίτι του «μακαρόνια, το πιο μοναχικό φαγητό του κόσμου», δεν επιλέχθηκε τυχαία από την Έφη Κ. για να είναι εκείνος που δεν θα ακούσει τον οξύ ήχο. Αν αντικαταστήσουμε τον ήχο με τις λέξεις «COVID-19» και «απαγόρευση κυκλοφορίας», το Ντεσιμπέλ ανακαλεί μια γνώριμη πραγματικότητα. Σε πρόσφατο παρελθόν, ενώ οι περισσότεροι από εμάς παραμέναμε στα σπίτια μας, κάποιοι διέσχιζαν τους δρόμους του αστικού ιστού, θέτοντας την προσωπική τους ασφάλεια και υγεία σε κίνδυνο. Τα ηχοτοπία του Ντεσιμπέλ μας υπενθυμίζουν ότι, ακόμα κι όταν η πόλη αντηχεί από άγνωστους και απειλητικούς ήχους, δεν έχουν όλοι την πολυτέλεια να το αντιληφθούν ή να αντιδράσουν. Μια υπενθύμιση της σκέψης της Τζούντιθ Μπάτλερ ότι δεν έχουν όλα τα σώματα την ίδια σημασία.[2]
Συγγραφική απαλότητα
Σε αυτό το σημείο, αφήνω τη συζήτηση για τα ηχοτοπία και περνώ σε έναν πιο προσωπικό τόνο. Μολονότι το βιβλίο της Έφης Κ. δεν καταπιάνεται αποκλειστικά με φεμινιστικές θεματικές, διακρίνω ότι έχει γραφτεί από μια φεμινιστική οπτική, από μια θέση ριζικής απαλότητας. Τι εννοώ με αυτό; Νωρίτερα εξέφρασα την έκπληξή μου για το πώς οι χαρακτήρες του βιβλίου κατέχουν ισότιμο ρόλο, παρά το γεγονός ότι κάποιοι από αυτούς εγείρουν βαθιά προβληματικές απόψεις. Το ενδιαφέρον στο Ντεσιμπέλ είναι ότι, χωρίς να δικαιολογεί τέτοιες τοποθετήσεις, παρέχει χώρο στους χαρακτήρες και, με μια διακριτική χειρονομία, καλεί εμάς, τις αναγνώστριες, να κινητοποιηθούμε καθώς το διαβάζουμε. Μας προσκαλεί να ταυτιστούμε, να αποστασιοποιηθούμε και να πάρουμε θέση. Ταυτόχρονα, διασφαλίζει τον δικό του προσωπικό χώρο με μια εξίσου διακριτική προσέγγιση. Αυτό το στοιχείο δεν θα μπορούσα να το γνωρίζω αν δεν είχα την τύχη να συμμετάσχω στο ίδιο εργαστήρι φεμινιστικής γραφής με την Έφη Κ. Είναι συγκινητικό να βλέπω πώς κάποιες από τις ασκήσεις που κάναμε τότε, υπό την καθοδήγηση της Κατερίνας Σεργίδου, αναδημιουργήθηκαν, αυτονομήθηκαν και απέκτησαν νέα ζωή στα κείμενα του Ντεσιμπέλ.
Αντί επιλόγου
Το άλογο του Τορίνο, η τελευταία ταινία που σκηνοθέτησε ο Μπέλα Ταρ, φιλοσοφικοποιεί την αντίστροφη μέτρηση ως φυσική συνθήκη που περιμένει όλες τις ζωντανές υπάρξεις. Ο καροτσέρης και η κόρη του συναντούν πλήθος ανθρώπων που έρχονται και φεύγουν, ενώ οι ίδιοι παραμένουν στάσιμοι και σιωπηλοί στο σπίτι. Ακόμα κι όταν τα (μετα)φυσικά στοιχεία της φύσης καταλαγιάσουν, είναι πλέον αργά για εκείνους να διαφύγουν από το μέρος που κατοικούν. Το τελευταίο πλάνο, με το φως της λάμπας να σβήνει, σηματοδοτεί το τέλος της ταινίας, αλλά και της ζωής τους. Κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι πρόκειται για μια σαρωτική ήττα του ανθρώπινου παράγοντα από τη φύση. Στο Ντεσιμπέλ, την πρώτη συγγραφική δουλειά της Έφης Κ., ο ήχος-εισβολή που διαπερνά τις νύχτες της πόλης εξαφανίζεται ξαφνικά, όπως ακριβώς εμφανίστηκε. Ποτέ δεν μαθαίνουμε τι ή ποιοι ευθύνονται για την πρωταρχική του άφιξη. Ωστόσο, μαθαίνουμε ότι το τέλος μιας απειλής δεν αποκλείει την πιθανότητα να υφαίνεται η αρχή μιας νέας. Με ένα τέτοιο κλείσιμο, που δεν ωραιοποιεί, ούτε δραματοποιεί, το Ντεσιμπέλ αφήνει πολλές ερμηνείες να χωρέσουν εντός του. Γιατί, όπως προείπαμε, τα κυδώνια γελάνε και κλαίνε. Γιατί τέτοιοι ήχοι υπήρξαν και θα ξαναυπάρξουν. Γιατί ίσως το νόημα βρίσκεται αλλού, και νιώθω πως η Έφη Κ. μας το υποδεικνύει από την αρχή του βιβλίου της. Δανείζομαι και παραφράζω:
Αν υπάρχει κάτι σημαντικό, αυτό ήταν η ταυτόχρονη ακρόαση του πρώτου ήχου. Γιατί αν το καλοσκεφτεί κανείς, αν κάτι αξίζει από αυτή την ιστορία (ή από κάθε ιστορία), είναι οι στιγμές του συντονισμού.
Το κείμενο του Σπύρου Χαιρέτη επιμελήθηκε ο Αντώνης Γαζάκης
Επιτρέπεται η αναπαραγωγή και διανομή του άρθρου σύμφωνα με τους όρους της άδειας Attribution-ShareAlike 4.0 International (CC BY-SA 4.0)
Υποσημειώσεις
Προσθέστε σχόλιο