Αεροπλάστ
Άντζελα Δημητρακάκη
Βιβλιοπωλείον της Εστίας | 392 σελ.
Ελσίνκι, Αθήνα, Βαρκελώνη, Λονδίνο, Μονσεράτ, Πορ’ Μπόου, Φιγκέρες, Ροζάβα· οι ηρωίδες και οι ήρωες του μυθιστορήματος της Άντζελας Δημητρακάκη βρίσκονται συνεχώς εν κινήσει, σε μια ασταμάτητη περιδιάβαση της Ευρώπης, αλλά και πέραν αυτής. Όχι, η ιστορία δεν «εκτυλίσσεται σε αυτά τα μέρη», όπως συνηθίζουμε να λέμε. Η ιστορία εκτυλίσσεται καθ’ οδόν, από το ένα μέρος στο άλλο, όπου η στιγμή της άφιξης σηματοδοτεί ταυτόχρονα και τη στιγμή της επόμενης αναχώρησης. Μα αν έπρεπε οπωσδήποτε να βρούμε έναν τόπο της πλοκής, τότε αυτός θα ήταν η απουσία συνόρων, η ανυπαρξία διαχωριστικών γραμμών, η επιμονή στο ξεπέρασμά τους.
Μπορεί άραγε μια ιστορία που εκτυλίσσεται «στον δρόμο προς ένα άλλο μέρος» να φτιάχνει ένα βιβλίο έντονα κλειστοφοβικό; Στην περίπτωση του Αεροπλάστ, μπορεί. Η Αντιγόνη, ο Ικέρ, ο Μαρτί, η Μέλανι και ο Κάι, οι πέντε άσπονδοι φίλοι του μυθιστορήματος, γύρω στα 40 όλοι, με εξαίρεση τον λίγο μεγαλύτερο Κάι, δεν είναι απλοί διαβάτες από τα μέρη απ’ όπου περνούν, εφήμεροι τουρίστες ή περιστασιακοί ταξιδιώτες. Οι τόποι τους είναι κομμάτια της ζωής τους, εκεί όπου αποπειρώνται να οικοδομήσουν τις σχέσεις τους και τα όνειρά τους, εκεί απ’ όπου θα επιδιώξουν με μανία να φύγουν όταν νιώσουν να εγκλωβίζονται και να χάνουν τη μάχη. Οι μετακινήσεις τους συνεπώς, παρότι εφορμούν από μια πηγαία διεθνιστική στάση, δεν είναι ταξίδια ούτε αναψυχής ούτε καριερισμού, αλλά το αποτέλεσμα μιας παράξενης σύνθεσης ανάμεσα σε επιβεβλημένες συνθήκες και δικές τους επιλογές.
Μπορεί άραγε μια ιστορία πέντε ανθρώπων που συνδέθηκαν με δεσμούς έντονης φιλίας, έρωτα, εξάρτησης και ανταγωνισμού, και που η ζωή τους ορίστηκε από αυτή τη συνάντηση, να φτιάχνει ένα βιβλίο βαθιά μοναχικό; Στην περίπτωση του Αεροπλάστ, μπορεί. Η Αντιγόνη, ο Ικέρ, ο Μαρτί, η Μέλανι και ο Κάι βουτούν βαθιά μέσα σε κοινωνικές σχέσεις, όπου δεν κρατούν τίποτε για τον εαυτό τους, μέσα σε σχέσεις ανιδιοτελούς αγάπης, αλλά και μέσα σε σχέσεις εξάρτησης ή καταναγκαστικής οικειότητας. Μέσα σε σχέσεις από τις οποίες δεν διστάζουν να φύγουν όταν θα νιώσουν ότι καταστρέφονται ή ότι καταστρέφουν. Μα σε κάθε καρέ της ζωής τους βλέπουμε εμφατικά παρόντα τον αγώνα με τα όρια του εαυτού, με την αναζήτηση της επιθυμίας, την ενδοσκόπηση, την υπαρξιακή αγωνία. Το Αεροπλάστ ιχνηλατεί τις διατομές κοινωνικού και ατομικού, αναζητά νέες συνδέσεις μεταξύ του ιδιωτικού και του δημόσιου, παλεύει με ήρωες αυτάρκεις στον εαυτό τους και την ίδια στιγμή αναπόσπαστα δεμένους με τη συλλογικότητα.
Η Αντιγόνη, Ελληνίδα συγγραφέας με σπουδές στο Λονδίνο, μένει με τον γιο και τον σύντροφό της στο Ελσίνκι. Έπειτα από επίπονη εσωτερική αναζήτηση, αποφασίζει να αφήσει την οικογένειά της και να επιστρέψει στην Αθήνα της κρίσης. Εγκαταλείπει το παιδί και τον σύντροφό της σε μια προσπάθεια να προστατέψει τους ίδιους και τον εαυτό της. Και σε αυτή της την επιλογή διεκδικεί ένα ηθικό χνάρι: όχι της αγιοσύνης, αλλά της δυνατότητας να μη σταματάει στη μητρότητα ούτε η ζωή της μάνας ούτε των γύρω της. Μια απόφαση όχι δίχως συνέπειες βεβαίως. Ο Ικέρ, μέσα στη δύνη των οικογενειακών καθηλώσεων, ασχολείται με το διδακτορικό του εναποθέτοντας τη διαβίωσή του στους φίλους και την οικογένειά του. Η επιλογή να ακολουθήσει την επιθυμία του συνεπάγεται έναν κύκλο κοινωνικών εξαρτήσεων που βαθαίνει όλο και περισσότερο. Ο Μαρτί επιχειρεί να στήσει μαζί με τη σύντροφό του μια κοινότητα μακριά από τους καταναγκασμούς του δυτικού πολιτισμού, πάνω στο όρος Μονσεράτ, κι όμως βρίσκεται αντιμέτωπος με την αναπαραγωγή από τον ίδιο τέτοιων καταναγκασμών. Η Μέλανι και ο Κάι ταξίδευαν χρόνια με το πλοίο «Πραγματικότητα», χωρίς να χρειαστεί να έρθουν αντιμέτωποι με τις ανάγκες και τα διλήμματα της ζωής σε σταθερή τροχιά. Θα βρεθούν και οι δύο στην κοινότητα του Μονσεράτ.
Η Αντιγόνη στο αεροπλάνο και το τρένο, ο Ικέρ μεταξύ ενός διαμερίσματος που είναι και δεν είναι δικό του και του σπιτιού της αδερφής του, ο Μαρτί σε μια εναλλακτική κοινότητα, η Μέλανι και ο Κάι σε ένα πλοίο. Όλοι μοιάζουν να μοιράζονται τη ζωή τους σε ετεροτοπίες, οι οποίες όμως δεν καταφέρνουν να τους προστατέψουν από τη βία των κυρίαρχων κοινωνικών σχέσεων. Οι ήρωες του Αεροπλάστ είναι άνθρωποι του καιρού τους, βυθισμένοι στην επισφάλεια και την αβεβαιότητα, που πασχίζουν να ζήσουν αλλά και να ανταποκριθούν στις επιθυμίες τους. Άλλοτε κερδίζουν, μα τις περισσότερες φορές χάνουν, και είναι πλέον όλοι ανεξαιρέτως συμβιβασμένοι με τη μία ή την άλλη δοσολογία αντικαταθλιπτικών.
Οι πέντε φίλοι συναντιούνται είτε σε διαφορετικούς χρόνους και τόπους της αφήγησης είτε όλοι μαζί στον ίδιο τόπο και χρόνο, με την Αντιγόνη να τους ενώνει κάθε φορά σαν ορατό ή αόρατο νήμα. Το Αεροπλάστ είναι ένα βιβλίο με κεντρική ηρωίδα μια γυναίκα που εγκαταλείπει το παιδί της. Ένα κατεξοχήν θέμα ταμπού, που η συγγραφέας επιλέγει να συζητήσει όχι δίχως φόβο, αλλά με τρυφερότητα, και χωρίς αποφάνσεις σιγουριάς. Ένας πράγματι γενναίος τρόπος να πραγματευτείς τους καταναγκασμούς των κοινωνικών ρόλων, ειδικά σε περιόδους κρίσης που η αναγκαιότητά τους μοιάζει αναπόδραστη.
Το βιβλίο, χωρισμένο σε πέντε μέρη όσα και οι ήρωές του, ακολουθεί διαφορετικούς αφηγηματικούς τρόπους σε κάθε κεφάλαιο: πρωτοπρόσωπη αφήγηση, ημερολόγιο, τριτοπρόσωπη αφήγηση σε συνδυασμό με δοκίμιο, επιστολή, εξομολόγηση. Διαφορετικό αφηγηματικό πρίσμα, χρονικά μπρος-πίσω ανάλογα με τη σκοπιά κάθε χαρακτήρα, διαφορετική μορφική προσέγγιση, που ούτε χαρίζεται στο περιεχόμενο ούτε κλέβει από τη βαρύτητά του, μόνο ακολουθεί την εξέλιξη της ζωής των ηρώων, η οποία κάθε άλλο παρά γραμμική ή μονοσήμαντη είναι.
Κι όμως, όσο κλειστοφοβικό και μοναχικό κι αν είναι το Αεροπλάστ, άλλο τόσο ελεύθερο και κοινωνικό διεκδικεί να είναι. Και το καταφέρνει. Η έννοια της απόφασης διαπερνά ολόκληρο το έργο, που μοιάζει να φωνάζει ότι το να μπορείς να επιλέγεις ή, πολύ περισσότερο, να οικοδομείς επιλογές εκεί που δεν υπάρχουν είναι το μόνο αποτύπωμα ύπαρξης. Χωρίς αυτό δεν είμαστε παρά έρμαια των επιβεβλημένων συνθηκών. Οι ήρωες του Αεροπλάστ παίρνουν όλοι, αργά ή γρήγορα, τις αποφάσεις τους, αποφάσεις ενάντια στην επισφάλεια εντός της οποίας οι σύγχρονες συνθήκες τούς έχουν καταδικάσει να ζουν, ενάντια στην κλειστοφοβία, τη μοναξιά, την καθήλωση. Αποφάσεις με κόστος ψυχικό και οικονομικό, αποφάσεις με συνέπειες τη διάρρηξη καταστατικών δεσμών, όπως η οικογένεια και οι αγαπημένοι άνθρωποι. Ψάχνουν την έξοδο από το «ρεαλιστικό» και ρισκάρουν ακόμα και αν το αποτέλεσμα θα είναι άλλος ένας εγκλωβισμός. Όλα αυτά είναι το τίμημα για την ελευθερία που θα επιδιώξουν.
Όχι κάποια εξιδανικευμένη ελευθερία όμως, εκείνη που γεννά «ήρωες», με την ισχυρή έννοια του όρου, χαρακτήρες πέρα κι έξω από τα όρια της κοινωνικής πραγματικότητας. Την ελευθερία εκείνη με τις αντιφάσεις και τα λάθη, την ελευθερία που μπορεί να σημαίνει ταυτόχρονα εγωισμό αλλά και αλληλεγγύη. Οι άνθρωποι είναι οι αντιφάσεις τους, όπως αρέσκεται να υπονοεί ο Ικέρ για να λαμβάνει την επιτίμηση της Αντιγόνης ότι αυτή του η παραδοχή είναι μια δικαιολογία υποταγής στις επιβεβλημένες συνθήκες. Ένας αγώνας, και μια αγωνία, μεταξύ υποταγής και αντίστασης, ένας αγώνας, και μια αγωνία, αντίστασης σε ένα πλαίσιο υποταγής είναι η ζωή των πέντε φίλων. Οι ήρωες του Αεροπλάστ σηκώνουν πράγματι, καθένας με τον τρόπο και τον χρόνο του, το βάρος της ευθύνης τους απέναντι στις επιβεβλημένες συνθήκες. Και αυτό συνιστά μια βαθύτατα ηθική χειρονομία, από την οποία φυσικά μόνο αλώβητοι δεν βγαίνουν.
Το Αεροπλάστ αρχίζει και τελειώνει με το ταξίδι των πέντε φίλων στο Πορ’ Μπόου, ένα παραθαλάσσιο χωριό της Καταλονίας, όπου επιστρέφουν για να κλείσουν τους ανοιχτούς λογαριασμούς της ζωής και της σχέσης τους. Το Πορ’ Μπόου, το μέρος όπου αυτοκτόνησε (αν δεν δολοφονήθηκε) ο Γερμανοεβραίος φιλόσοφος Βάλτερ Μπένγιαμιν, είναι κάτι σαν το σημείο μηδέν του μυθιστορήματος τόσο μορφικά, καθώς συνιστά την αρχή και το τέλος του, σε ένα σχήμα μετατοπισμένου κύκλου, όσο και περιεχομενικά, καθώς λειτουργεί καθοριστικά για την εξέλιξη της ζωής των ηρώων, σαν ένας τόπος μη επιστροφής. Σημείο μηδέν όμως είναι και συμβολικά: Η φιγούρα του Μπένγιαμιν, μια υπενθύμιση του αγώνα να κρατηθεί όρθιος ο «Άγγελος της Ιστορίας» χωρίς να παρασυρθεί από τα ορμητικά συντρίμμια του παρελθόντος και δίχως να γελαστεί από τις σειρήνες ενός κενού μέλλοντος, είναι διαρκώς και ενεργώς παρούσα στο μυθιστόρημα, για να αποτυπώνει παράλληλα την αγωνία να μη χαθεί η σύνδεση ανάμεσα στο υλικό και το μυστηριακό, την απώλεια και την ανοικοδόμηση, τη μελαγχολία και την επανάσταση.
Οι ανοιχτοί λογαριασμοί των άσπονδων φίλων βέβαια δεν κλείνουν ούτε στο Πορ’ Μπόου ούτε στα μέρη για τα οποία καθένας θα τραβήξει μόνος του έπειτα. Κι όμως μέσα σ’ ένα περιβάλλον απώλειας, οι ήρωες καταφέρνουν να κρατούν ζωντανή μια υπόσχεση δυνατότητας· της δυνατότητας οι επιλογές τους να μπορούν να συνεχίσουν να παλεύουν με τις συνθήκες. Και αυτό είναι η υπόσχεσή τους απέναντι στη ζωή: Απότυχε ξανά, απότυχε καλύτερα.
Επιτρέπεται η αναπαραγωγή και διανομή του άρθρου σύμφωνα με τους όρους της άδειας Attribution-ShareAlike 4.0 International (CC BY-SA 4.0)
Προσθέστε σχόλιο