Επίκαιρα Συνεντεύξεις Τεύχος #14

Νίκος Κουραχάνης: «Οι κρίσεις της τελευταίας 15ετίας προωθούν με ευκρίνεια μια συστημική διαδικασία ανεστραμμένης αναδιανομής»

«Οι οποιεσδήποτε πρωτοβουλίες της δημόσιας πολιτικής για την κατοικία κινούνται στο φάσμα έντασης της εμπορευματοποίησης και των οικονομικών ωφελειών που μπορούν να έχουν από αυτή τα μεγάλα οικονομικά μπλοκ των μεγαλοεπενδυτών και της βιομηχανίας του τουρισμού.»

Οι άνθρωποι της εποχής του αχαλιναγώγητου κεφαλαίου βιώνουν έντρομοι την εκκωφαντική κατάρρευση ενός πολλαπλά θρυμματισμένου κόσμου που χαρακτηρίζεται από οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες, με την πολιτική να εξυπηρετεί τις αδηφάγες ανάγκες των ελίτ, εν μέσω πολεμικών συρράξεων και γενοκτονιών που έχουν αρχή και όχι τέλος, με τον θάνατο να καθίσταται μια οδυνηρή κανονικότητα για τους λαούς. Στην Ελλάδα η καθημερινή εμπειρία μαστίζεται από επάλληλες κρίσεις σε όλα τα πεδία της κοινωνικής πραγματικότητας, με τη ζωή να εγκλωβίζεται στις δυνάμεις της αγοραίας εμπορευματοποίησης που επιβάλλουν οι νεοφιλελεύθερες δοξασίες της κυρίαρχης ιδεολογίας.

Το Κοινωνικό Κράτος, αδύναμο να θέσει αντιστάσεις στη λαίλαπα των βάρβαρων πολιτικών της καθεστηκυίας τάξης (ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων αγαθών, εξουθενωτική για τα νοικοκυριά ακρίβεια, διαρκής εργασιακή επισφάλεια, βίαιη καταστολή των κινημάτων, συρρίκνωση της Δικαιοσύνης, απαξίωση της πολιτικής συμμετοχής και δράσης), αφήνεται να λειτουργήσει ως ένα ελάχιστο δίχτυ ασφάλειας, για την προστασία των πλέον ευάλωτων συνανθρώπων μας, με τα παθογόνα όμως φαινόμενα, όπως είναι αυτό της αστεγίας, να καταδεικνύουν την ανεπάρκεια της κρατικής πρόνοιας σε όλο το αποπνικτικό εύρος της.

Η συζήτηση με τον Νίκο Κουραχάνη, Επίκουρο Καθηγητή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ρίχνει φως σε ζητήματα που σχετίζονται με την απίσχναση του ελληνικού κοινωνικού κράτους, τις επικίνδυνες επιπτώσεις του νεοφιλελευθερισμού, καθώς και τη μάστιγα της στεγαστικής κρίσης.


Αβραάμ Γεφυρόπουλος: Η εποχή μας χαρακτηρίζεται από την πλήρη κατίσχυση της νεοφιλελεύθερης αντίληψης και του άρρηκτου δεσμού μεταξύ αγορών και κοινωνίας. Τι σημαίνει όμως για τους απλούς, καθημερινούς ανθρώπους η ζωή σε ένα νεοφιλελεύθερο καθεστώς ευημερίας;

Νίκος Κουραχάνης: Η επικράτηση των αγορών έναντι του κράτους παρατηρείται διεθνώς κατά τις πέντε τελευταίες δεκαετίες. Στη χώρα μας το βιώνουμε εντονότερα τα τελευταία τριάντα χρόνια με ορόσημο την εποχή που εγκαινιάζεται από τις μνημονιακές πολιτικές και έπειτα. Από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, μεγάλο φάσμα της επιστημονικής κοινότητας που πρόσκειται στην αριστερά επεσήμαινε ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που ελλοχεύεται ήταν η αποδοχή αυτής της κοινωνικής συνθήκης ως κανονικότητα. Οι πλέον επώδυνες συνέπειες επέρχονται για τα μεγάλα πληθυσμιακά τμήματα των μεσαίων και χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων, τα οποία πλέον συνειδητοποιούν ότι θα ζήσουν με χειρότερους και περισσότερο αβέβαιους κοινωνικούς όρους, από εκείνους που είχαν κατακτήσει οι προηγούμενες γενιές, μέσα από κοινωνικούς αγώνες και διεκδικήσεις. Μεγάλες ευθύνες στην πολιτική απογοήτευση και μελαγχολία φέρει η αδυναμία της αριστεράς να πείσει και να στρατολογήσει αυτά τα πλατιά στρώματα πολιτών προς τη διεκδίκηση των πολιτικών της στοχεύσεων. Στα εγχώρια τεκταινόμενα η παρουσία της αριστεράς είναι απογοητευτική.

Ο πολιτικός και ιδεολογικός εκφυλισμός του ΣΥΡΙΖΑ δεν φαίνεται να μπορεί να κεφαλαιοποιηθεί από καμία άλλη πολιτική απόχρωση της κοινοβουλευτικής ή εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Πρόκειται για ένα καίριο πλήγμα στην έμπνευση και την υποστήριξη των κοινωνικών αντιστάσεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι κινητοποιήσεις ενάντια στην παραβίαση του Συντάγματος για την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων. Η ακαδημαϊκή κοινότητα έδωσε σημαντικές μάχες, αλλά ήταν μόνη της. Παρότι κατάφερε να συσπειρώσει και να οργανώσει κοινωνικές αντιστάσεις, με μπροστάρηδες τους φοιτητικούς συλλόγους, αλλά και με τη συστράτευση αξιοσημείωτου κομματιού των Πανεπιστημιακών, η έλλειψη ενός πολιτικού υποκειμένου σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο που να μπορεί να υποστηρίξει και να αναδείξει αυτούς τους αγώνες, όπως και οι πνιγηρές συνθήκες σε επίπεδο εκφοράς δημόσιου αντίλογου στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, προσέφεραν καίρια πλήγματα στις προοπτικές της νικηφόρας έκβασης του.

Μοιραία, η κοινωνία συνολικότερα συμβιβάζεται σε ένα σχέδιο ζωής χαμηλών προσδοκιών, με κριτήριο «να βγαίνει ο μήνας» και με την ευχή να μη συμβεί τίποτα έκτακτο που δεν θα μπορούμε να πληρώσουμε. Η συνθήκη των χαμηλών προσδοκιών είναι όμως ένας φαύλος κύκλος, καθώς αύριο θα είναι πιο αποδεκτό το να μη μπορεί ένα παιδί να σπουδάσει, όπως συνέβαινε το 1950, ή να μη διαθέτει πρόσβαση στη δημόσια υγειονομική περίθαλψη. Μιλάμε για κεκτημένα επάνω στα οποία θεμελιώθηκε το μεταπολεμικό κοινωνικό συμβόλαιο, τα οποία πλέον αναιρούνται με ιδιαίτερα ανησυχητικό τρόπο, όπως συμβαίνει άλλωστε και με θεμελιώδεις κανόνες του κράτους δικαίου.

Η κοινωνική πολιτική είναι ένα μέσο ανακούφισης των ανθρώπινων βασάνων; Έχει επικριθεί ως ένα συστημικό εργαλείο που δεν οδηγεί στη ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας, αλλά  αντίθετα  συντηρεί  και  διαιωνίζει  το  ήδη  υπάρχον  βάρβαρο  σύστημα.  Πώς αντιλαμβάνεσαι την Κοινωνική Πολιτική;

Η Κοινωνική Πολιτική στη σημερινή της μορφή είναι γέννημα του καπιταλιστικού κράτους και, αναπόφευκτα, χειραγωγείται σημαντικά από αυτό. Την ίδια όμως στιγμή η ακαδημαϊκή έρευνα και η μελέτη της, συνεισφέρει σημαντικά στην ανάπτυξη ιδεών και μονοπατιών για τη βελτίωση των όρων ευημερίας της ανθρωπότητας και σχημάτων που θα μπορούσαν να εκβάλλουν σε μια χειραφετητική της κατεύθυνση. Η απάντηση στην πράξη δεν μπορεί να είναι διαζευκτική, αλλά συνθετική. Είναι απαιτούμενο να αξιοποιηθούν όσες υφιστάμενες όψεις της συμβάλλουν στην άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, μαζί με την επινόηση νέων πολιτικών και κοινωνικών πρακτικών που θα διασφαλίζουν καθολικά την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Στη σημερινή, συνολικά αρνητική, συγκυρία η θέση άμυνας που βρίσκεται η κοινωνία οδηγεί στην αναγκαιότητα αναζήτησης εκείνων των ρωγμών που είναι ουσιωδώς απαραίτητες για την επιβίωση των υποτελών κοινωνικών τάξεων. Αυτή η αμυντική διαχείριση δεν απαγορεύει τη συνέχιση των ακαδημαϊκών και πολιτικών ζυμώσεων για την επινόηση κοινωνικά ωφέλιμων δράσεων και στρατηγικών. Αντιθέτως, τα βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα σχέδια διαφυγής από την καπιταλιστική κτηνωδία, οφείλουν να προσανατολίζονται και να βηματοδοτούνται από την πυξίδα του μακροπρόθεσμου σχεδίου κοινωνικής δικαιοσύνης, το οποίο η αριστερά καλείται να εφεύρει και να εκπληρώσει.

Ζούμε σε εποχές διακινδύνευσης, εν μέσω πολεμικών συρράξεων, πανδημικών κρίσεων και ραγδαίας περιβαλλοντικής καταστροφής. Ποια είναι η θέση της κοινωνικής πολιτικής σε ένα τέτοιο δυστοπικό οικοσύστημα;

Η Μεγάλη Ύφεση του 2008 εγκαινίασε ένα ντόμινο κοινωνικών αναταραχών, εγκαθιδρύοντας το καθεστώς κρίσης ως μια κανονικότητα στις ζωές μας. Από την οικονομική κρίση με τα χιλιάδες φτωχοποιημένα νοικοκυριά, στην κρίση διαχείρισης του προσφυγικού με τους χιλιάδες ανθρώπους στα λιμάνια των νησιών και στις πλατείες των μεγάλων αστικών κέντρων. Από την πανδημική κρίση με τις βαθύτατα ταξικές και βιοπολιτικές εκφάνσεις της διαχείρισης της, στη συνολική κρίση διαβίωσης που φέρνει το μακρόσυρτο, πλέον, κύμα ακρίβειας και πληθωρισμού. Συνδυαστικά με τις πολεμικές συρράξεις εντός της ευρωπαϊκής επικράτειας η κοινωνικοπολιτική κατάσταση είναι ιδιαίτερα ανησυχητική και η Ευρωπαϊκή Ένωση στέκεται για ακόμα μια φορά κατώτερη των περιστάσεων. Όλες οι παραπάνω κρίσεις δεν εκλήφθηκαν ως μια ευκαιρία για αλλαγή πλεύσης προς ένα κοινωνικά βιώσιμο και δικαιότερο σχέδιο διαβίωσης. Αντίθετα, εργαλειοποιήθηκαν για την εκπλήρωση των στρατηγικών επιδιώξεων των οικονομικών ελίτ. Οι κρίσεις της τελευταίας δεκαπενταετίας προωθούν με ευκρίνεια μια συστηματική διαδικασία ανεστραμμένης αναδιανομής, από τους κοινωνικά ασθενέστερους στους ευπορότερους. Σε ένα τέτοιο σκηνικό είναι εύστοχο να μιλάμε για αφυδατωμένες και τελματωμένες κοινωνικές πολιτικές που υπηρετούν με προσήνεια τις πολιτικές στοχεύσεις των οικονομικά ισχυρών.

Τι θα μπορούσαμε να πούμε για την Κοινωνική Πολιτική στην Ελλάδα;

Το ελληνικό κοινωνικό κράτος πέρασε από την ανυπαρξία στην παρακμή με ορισμένες σποραδικές εκλάμψεις, κυρίως κατά τη δεκαετία του 1980. Δεν μπορούμε να πούμε ότι στη χώρα μας θεμελιώθηκε ποτέ, σθεναρά και συστηματικά, το πρότυπο που αναφέρεται στην επιστημονική βιβλιογραφία για τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης μεταπολεμικά. Αντίθετα, «προνεωτερικοί» θεσμοί αλληλεγγύης, όπως η οικογένεια και η εκκλησία, λειτούργησαν ως υποκατάστατα στις σημαντικές ελλείψεις και ατέλειες του ελληνικού συστήματος κοινωνικής προστασίας. Η ήπια, αλλά μεθοδική, παρείσφρηση νεοφιλελεύθερων στοιχείων στην κοινωνική πολιτική από τη δεκαετία του 1990 υποβοηθήθηκε από το σχέδιο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Τόσο από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, όσο και από το εκσυγχρονιστικό, όπως αποκλήθηκε, πρόγραμμα που ακολουθήθηκε από το 1996 και έπειτα, αυτό έγινε ιδιαίτερα αντιληπτό. Ωστόσο, τομή, από κάθε άποψη, θεωρείται το 2010. Η επιβολή των μνημονίων για τη διαχείριση της οικονομικής κρίσης επέφερε έναν διπλά αρνητικό αντίκτυπο στην ελληνική κοινωνία. Τη στιγμή που τα κοινωνικά προβλήματα γνώρισαν απότομη όξυνση –και άρα οι κοινωνικές πολιτικές αναδείχθηκαν περισσότερο αναγκαίες παρά ποτέ– οι τελευταίες γνώρισαν βίαιη ισοπέδωση και θυσιάστηκαν ως προαπαιτούμενα για την παροχή οικονομικής βοήθειας από τους δανειστές. Από το 2010 η κοινωνική πολιτική στην Ελλάδα βαδίζει προς ένα υπολειμματικό μονοπάτι που αφήνει ολοένα και περισσότερο εκτεθειμένα τα πιο αδύναμα κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας που δυστυχώς διευρύνονται.

Χιλιάδες συμπολίτες μας αντιμετωπίζουν τη βία των πλειστηριασμών, σε καθημερινή βάση, προς όφελος κάποιων servicers, με τις πλάτες του πολιτικού, επιχειρηματικού και μιντιακού συστήματος. Ποιες είναι οι συνέπειες της όξυνσης του φαινομένου της αστεγίας, για μία κοινωνία; Τί μπορούμε να κάνουμε για την αποτροπή της συγκεκριμένης μάστιγας;

Η στεγαστική κρίση αποτελεί ένα από τα τελευταία στιγμιότυπα του καθεστώτος πολλαπλών κρίσεων που βιώνουμε στις ζωές μας τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Πρόκειται για ένα κοινωνικό ζήτημα που καλλιεργήθηκε συστηματικά από το μίγμα διαχείρισης των μνημονιακών και μεταμνημονιακών κυβερνήσεων. Είναι αξιοσημείωτο ότι η μια κυβέρνηση νομιμοποιούσε τη διενέργεια ηλεκτρονικών πλειστηριασμών για να κάμψει τις αντιστάσεις των κινημάτων κατά των εξώσεων και η άλλη ψήφιζε στη συνέχεια τον πτωχευτικό νόμο που καταργούσε την προστασία της κύριας κατοικίας από πλειστηριασμούς για τα φτωχά νοικοκυριά. Αυτή τη συμπληρωματικότητα στην αντικοινωνικότητα των στεγαστικών πολιτικών μπορούμε να τη δούμε σε πάρα πολλές όψεις. Κοινό χαρακτηριστικό των στεγαστικών δράσεων που υιοθετούνται είναι ότι ακολουθούν το ευρύτερο πρόταγμα διαχείρισης της ακραίας φτώχειας που έχει επιβληθεί ως κανονικότητα. Εν μέσω μνημονιακών πολιτικών καταργήθηκε ο ΟΕΚ (Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας), ο ελάχιστος και ισχνός θεσμός στεγαστικής μέριμνας που υπήρχε στη χώρα, και θεμελιώθηκαν συστηματικότερα οι υπηρεσίες αστέγων. Υπηρεσίες δηλαδή που ούτε προλαμβάνουν, ούτε αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο αστεγίας. Διαχειρίζονται, απλώς, ανακουφιστικά και παυσίπονα ένα φαινόμενο ακραίας κοινωνικής εξαθλίωσης. Το μοτίβο αυτό, με μια λογική αντιγραφής-επικόλλησης, το είδαμε στη συνέχεια με δόσεις μεγαλύτερου κυνισμού στη στεγαστική διαχείριση των προσφύγων, όπου η στέγαση στα στρατόπεδα ήταν μια κανονικότητα για όσους δεν πνίγηκαν στα νερά του Αιγαίου και, πλέον, θεωρείται μια απολύτως κοινωνικά αποδεκτή συνθήκη στέγασης για εκείνους.

Οι οποιεσδήποτε πρωτοβουλίες της δημόσιας πολιτικής για την κατοικία κινούνται στο φάσμα έντασης της εμπορευματοποίησης και των οικονομικών ωφελειών που μπορούν να έχουν από αυτή τα μεγάλα οικονομικά μπλοκ των μεγαλοεπενδυτών και της βιομηχανίας του τουρισμού. Σε αυτή τη λογική εντάσσεται πλήρως οποιοδήποτε κρατικό σχέδιο αδιαφορώντας παντελώς για τις επώδυνες κοινωνικά προεκτάσεις του. Μια ριζικά διαφορετική στρατηγική για τη διασφάλιση της στέγασης ως ανθρώπινο δικαίωμα θα υπαγόρευε την ανάσχεση του σημερινού επιθετικού κύματος εμπορευματοποίησης της κατοικίας (πλαφόν στο Airbnb και στις τιμές ενοικίων, απαγόρευση πλειστηριασμών για περιπτώσεις κύριας κατοικίας λαϊκών νοικοκυριών, επανακρατικοποίηση της ΔΕΗ), θεμελίωση μηχανισμών παρακολούθησης των στεγαστικών ανισοτήτων για έγκαιρη και αποτελεσματική διευθέτηση τους, παραγωγή αποθέματος κοινωνικής κατοικίας μέσα από πολλαπλές πηγές και πυλώνες που θα συνιστούν μια δημόσια τράπεζα κοινωνικής κατοικίας. Αλλά αυτό είναι μια συζήτηση που επιδέχεται διεξοδικότερης και αυτόνομης ανάλυσης…


Τη συνέντευξη του Νίκου Κουραχάνη στον Αβραάμ Γεφυρόπουλο επιμελήθηκε ο Αντώνης Γαζάκης

Επιτρέπεται η αναπαραγωγή και διανομή του άρθρου σύμφωνα με τους όρους της άδειας Attribution-ShareAlike 4.0 International (CC BY-SA 4.0)

Σχετικά με τον συντάκτη

Νίκος Κουραχάνης

Ο Νίκος Κουραχάνης (Αθήνα, 1987) είναι συγγραφέας των βιβλίων Άστεγοι και Κοινωνικός
Αποκλεισμός στην Ελλάδα της Κρίσης (Τόπος, μαζί με Δ. Παπαδοπούλου) και Κοινωνικές Πολιτικές Στέγασης (Παπαζήση). Άρθρα του σχετικά με τις κοινωνικές πολιτικές για ευάλωτες ομάδες έχουν δημοσιευθεί σε διεθνή και ελληνικά επιστημονικά περιοδικά. Πολιτικά άρθρα του έχουν δημοσιευθεί στην Εφημερίδα των Συντακτών, τα Ενθέματα της Αυγής, το Περιοδικό Unfollow και το Rednotebook. Διδάσκει Κοινωνική Πολιτική στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. Στο πρώτο, εκπονεί επίσης μεταδιδακτορική έρευνα.

Σχετικά με τον συντάκτη

Αβραάμ Γεφυρόπουλος

Ο Αβραάμ Γεφυρόπουλο παρακολουθεί το μεταπτυχιακό πρόγραμμα Κοινωνικής Πολιτικής, στο Πάντειο. Κατά καιρούς έχει αρθρογραφήσει για ζητήματα κοινωνικού ενδιαφέροντος, κριτικές ταινιών, ενώ συνεντεύξεις του με πρόσωπα από τη δημόσια σφαίρα, έχουν επίσης φιλοξενηθεί σε εναλλακτικά μέσα λόγου και άποψης. Στον ελεύθερο χρόνο του, αφιερώνεται στη συγγραφική δραστηριότητα.

Προσθέστε σχόλιο

Πατήστε εδώ για να σχολιάσετε

Secured By miniOrange