Η απόδοση της λέξης ilusión [ιλουσιόν] από τα ισπανικά στα ελληνικά, αποτέλεσε για εμένα ένα μεταφραστικό βάσανο που έδωσε τη θέση του σε μια μεταφραστική απορία. Μια απορία που αποτέλεσε το βασικό κίνητρο για μια ανασκαφή, σε λεξικά και λογοτεχνικά κείμενα, που καταγράφηκε σε προφορικές συνεντεύξεις και καρναβαλικά τραγούδια και που διαρκεί ήδη δύο χρόνια. Είναι αυτή η διαδικασία που οδήγησε στο βίωμα της ilusión και στην επανανακάλυψη αυτού που πρώτος ο φιλόσοφος Χουλιάν Μαρίας (Julián Marías) και μαθητής του Χοσέ Ορτέγκα ι Γκασσέτ (José Ortega y Gasset) αποκαλεί «ισπανικό μυστικό». Δεν με οδήγησε όμως, ακόμα, στην ίδια τη μετάφραση της λέξης.
Αν επρόκειτο για κάποιο σπάνιο φυτό που φυτρώνει μόνο στις όχθες του ποταμού Γουαδαλκιβίρ, θα απασχολούσε μόνο ευρυμαθείς φυσιοδίφες. Πρόκειται όμως για μια λέξη που απαντάται τόσο σε φιλοσοφικά κείμενα, όσο και στον καθημερινό λόγο. Η ilusión σε αυτή την ιδιαίτερη ισπανική βερσιόν, αν και υπήρχε ήδη καταγεγραμμένη στους στίχους Ισπανών ρομαντικών ποιητών όπως ο Εσπρονσέδα (Εspronceda) ή ο Αλμπέρτο Λίστα (Alberto Lista) όταν κάνει λόγο για την «ilusión της πρώτης του νιότης», στα μυθιστορήματα του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές, στα διηγήματα του Σεπούλβεδα, στα ημερολόγια της Αλεχάνδρα Πισάρνικ (κυρίως με το αντίθετό της, η desilución), σε κείμενα του Κορτάσαρ ή στον γνωστό λόγο του πορτογάλου Ζοζέ Σαραμάγκου, στη φράση «la ilusión democratica», για μένα μετατράπηκε σε προσωπική υπόθεση, πολιτικό ενθουσιασμό και ερευνητικό ενδιαφέρον από το 2011 και ύστερα.
Τότε δηλαδή που η ilusión έγινε ορατή στο δημόσιο χώρο, ως συλλογικό πρόταγμα, πρώτα μέσα από την κυριαρχία της στα συνθήματα των πλατειών το 2011 και ύστερα σε κείμενα και προφορικές ομιλίες μελών του πολιτικού σχηματισμού Podemos, στην Ισπανία. Αλλά και όταν εξελίχθηκε στο σύνθημα των συνθημάτων: La ilusión por el cambio (η Ilusión για την αλλαγή) την περίοδο που το κίνημα των πλατειών δημιουργούσε τις προϋποθέσεις για την ίδρυση του μωβ κόμματος, ανάμεσα δηλαδή στο καλοκαίρι του 2011 και στο τέλος του 2015.
Η ilusión ήταν ακόμα παρούσα όταν ξεκινούσε η μάχη της κατάληψης των δήμων στην Ισπανία τον Μάη του 2015, όταν ο Χοσέ Μαρία Γκονζάλες, καρναβαλέρο και αγαπημένο παιδί του λαού, έγινε δήμαρχος του Κάδις και έλεγε: «Εδώ και ενάμιση χρόνο έχουμε μια ilusión, φυλαγμένη σε αυτόν το φάκελο, εμείς είμαστε οι ταχυδρόμοι του λαού και όχι οι μπάτλερ των πλουσίων» ή όταν η Σάντρα, μια ακτιβίστρια ενάντια στις εξώσεις, αφηγούνταν σε μια συνομιλία μας: «Μέσα σε ένα χρόνο, έγιναν τόσα πολλά. Βιώσαμε με ilusion τη δυνατότητα που είχαμε να βελτιώσουμε τη ζωή του κόσμου και νιώσαμε πόνο όταν δεν καταφέρναμε να φτάσουμε ως εκεί που θέλαμε». Ήταν η ίδια εποχή που η Τερέσα Ροδρίγες καλούσε τους Ανδαλουσιανούς να νιώσουν την ilusión και να αλλάξουν τα πράγματα. Λίγα χρόνια μετά ο Ινίιγο Ερεχόν (Iñigo Errejón) καλούσε τα μέλη του Podemos, να «επανακτήσουν την Ilusión» στις εσωκομματικές εκλογές. Αλλά και πιο πριν, μετά τον θάνατο του Τσάβες το 2013, ο ισπανικός κόσμος έκανε λόγο για το θάνατο της μπολιβαριανής ilusión στη Βενεζουέλα.
Η θετική σημασία της ilusión στα ισπανικά
Ο όρος έχει τις ρίζες του στο λατινικό illusĭo –ōnis (κοροϊδία, χλευασμός) και το ρήμα illudere (χλευάζω). Στην συντριπτική πλειοψηφία των λατινογενών γλωσσών, έχει μια αρνητική σημασία, αφορά μια αντίληψη ή μια εικόνα που προκύπτει μέσω της φαντασίας, ή μέσα από μια εξαπάτηση από τις αισθήσεις, μια κατάσταση που όμως δεν έχει πραγματική υπόσταση. Η illusion (αγγλ., γαλλ., γερμ.) και illusione (ιταλ.) θα μεταφραζόταν στα ελληνικά ως «ψευδαίσθηση» ή σε άλλες περιπτώσεις ως «παραίσθηση» ή «αυταπάτη». Σε κάθε περίπτωση η λέξη περιγράφει μια αναπαράσταση ή μια κατάσταση που δεν έχει πραγματική υπόσταση, αποκύημα φαντασίας ή αποτέλεσμα κάποιας οφθαλμαπάτης, με την κυριολεκτική ή τη μεταφορική της σημασία.
Στην ισπανική γλώσσα η ilusión διατηρεί αυτή τη σημασία. Ταυτόχρονα όμως, περιγράφει και μια κατάσταση συναισθηματική, νοητική, φιλοσοφική που έχει απόλυτη σχέση με την πραγματικότητα. Πως μεταφράζεται λοιπόν η ισπανική ilusión; Θα μπορούσε να είναι «ελπίδα», «ενθουσιασμός» (excitement), «όραμα», «λαχτάρα», «επιθυμία», «προσμονή» ανάλογα με την περίσταση. Όμως όλες αυτές οι λέξεις έχουν την αντίστοιχή τους στην ισπανική γλώσσα. Σημαίνει όλα αυτά μαζί; Ίσως. Και πάλι όμως κάποιος-α μπορεί να έχει ilusión (estar ilusionadο, tener ilusión, ilusionarse) και η διάθεση του να μην περιγράφεται με καμία από τις παραπάνω απόπειρες ερμηνείας.
Λεξικολογική καταγραφή και ορισμοί
Οι βιβλιογραφικές αναφορές για την εξέλιξη της λέξης ilusión και για το νόημά της, είναι ελάχιστες. Ο ισπανός φιλόσοφος Χουλιάν Μαρίας είναι με βεβαιότητα ο πρώτος που εντοπίζει τη θετικότητα της έννοιας στην ισπανική γλώσσα, όπου ως θετικότητα δεν περιγράφει μόνο το θετικό συναίσθημα αλλά και τη στενή σχέση του πραγματικού με το ονειρικό. Οι ελάχιστες αναφορές που υπάρχουν για τη σημασία της λέξης καταγράφουν την ένταση, το δραματικό στοιχείο που ενυπάρχει στις δύο αντιτιθέμενες και ίσως αλληλοσυμπληρούμενες θα προσθέταμε εμείς, έννοιες της λέξης. Ο Μαρίας στο βιβλίο του «Σύντομη πραγματεία για την ilusión» (Breve tratado de la ilusión), εντοπίζει στο έργο του ρομαντικού ποιητή Eσπρονσέδα την πρώτη θετική χρήση της, στις αρχές δηλαδή του 19ου αιώνα.
Στη σύντομη διατριβή του καταγράφει την μετάφραση της λέξης στα ισπανικά λεξικά, καθώς και σε αυτά των ισπανικών της Λατινικής Αμερικής για να διαπιστώσει ότι η πρώτη καταγραφή της θετικής σημασίας της λέξης εντοπίζεται το 1875, στο Diccionario Nacional de Domínguez : «Αντικείμενο που συλλαμβάνεται με τη φαντασία, αποκύημα φαντασίας, απολαυστικό, κολακευτικό που θα έφερνε ευτυχία σε ένα άτομο, αν γινόταν πραγματικότητα και που σχεδόν πάντα καταχωρίζεται στο αδύνατο».
Η δεύτερη αναφορά της θετικής χρήσης της λέξης, καταγράφεται ενενήντα δύο χρόνια αργότερα, το 1967 σε ένα από τα πιο σημαντικά λεξικά της ισπανικής γλώσσας το Diccionario de uso del Español της φιλολόγου Μαρία Μολινέρ (María Moliner) : «Χαρά ή ευτυχία που βιώνεται με την κατοχή, το διαλογισμό ή την ελπίδα σε κάτι». Το λεξικό της Real Academia Español θα είναι το τελευταίο που θα περιλάβει τη σχετικά πρόσφατη σημασία της έννοιας, μόλις το 1982 διατηρώντας πρώτη στη σειρά την αρνητική της σημασία: «Ελπίδα της οποίας η ευόδωση φαίνεται ιδιαίτερα ελκυστική/ζωντανή ικανοποίηση ενός προσώπου, για ένα πράγμα ή εργασία».
Ξεφεύγοντας από τους αυστηρούς ορισμούς, μια και η ilusion γεννιέται στην ποίηση, ίσως θα πρέπει να κρατήσουμε τους ορισμούς του Χουλιάν Μαρίας και του Ζοσέ Σαραμάγκου. Ο Μαρίας αντιμετωπίζει την ilusión ως «επιθυμία με επιχείρημα» και στον περίφημο λόγο του για την ilusión democratica το 1998 ο Σαραμάγκου μπαίνει στην ουσία αντιμετωπίζοντας ως όλον τη διπλή σημασία της έννοιας: « Χρησιμοποιώ τη λέξη ilusión με τη διττή σημασία της. Πρώτα από όλα ως εξαπάτηση των αισθήσεων, του μυαλού, της ψευδούς συνείδησης και κατά δεύτερο ως όνειρο, ως ερωτική ιστορία ή περισπασμό (devaneo). Και το ένα και το άλλο θα παραμένουν εκεί σαν τις διαφορετικές όψεις του ίδιου αιώνιου νομίσματος, της πραγματικότητας και των ουτοπιών, μάσκες που θα καλύπτουν με επιτυχία το πρόσωπο που πάντα καταλήγει να μιμείται τη μάσκα».
Η ilusión λοιπόν γίνεται ένα πεδίο μάχης, όπου πραγματικότητα και φαντασία συγκρούονται και αλληλοσυμπληρώνονται. Η ilusión υπερβαίνει την πραγματικότητα, ερείδεται στο είναι για να την ξεπεράσει. Και όταν δεν το κατορθώνει μετατρέπεται σε desilución. Ο μη ρεαλιστικός της χαρακτήρας επιβιώνει σε μέλλοντα χρόνο και η πιο πραγματική της διάσταση κυριαρχεί στον ενεστώτα. Το δραματικό στοιχείο βρίσκεται ακριβώς στον κίνδυνο η ilusión να μετατραπεί σε desilución.
O ισπανικός κόσμος της ilusión
Σημειώθηκε ήδη ότι η θετική χρήση της ilusión πρώτα εμφανίζεται στη ρομαντική ποίηση και ύστερα στη γλώσσα των λαϊκών στρωμάτων. Αυτή η ρομαντική καινοτομία έχει τις ρίζες της στην ανακάλυψη από φιλοσόφους και ποιητές της θετικής σημασίας του ονείρου και της φαντασίας, της πρόσληψής τους όχι ως αντίθετα της πραγματικότητας αλλά ως μορφές της πραγματικότητας. Στην ιβηρική και στον Νέο Κόσμο της Λ.Αμερικής με διαφορετικό τρόπο η πρόσληψη του ονείρου ως κινητήρια δύναμη προς έναν ορίζοντα σαν αυτόν του Γκαλεάνο -ιδιαίτερα όταν απομακρύνεται- είναι καταστατικό στοιχείο, της κουλτούρας, του πολιτικού αλλά και της θρησκείας.
Υπάρχει ήδη από τον 17ο αιώνα στους στίχους του Καλδερόν, στον Θερβάντες και στην άνιση μάχη του Δον Κιχώτη με τους ανεμόμυλους ή στον έρωτά του για τη Δουλτσινέα αλλά και στη Θεολογία της Απελευθέρωσης , στην αντίληψη ενός θεού της αγάπης καθώς και της συμβολικής σχέσης του θεού με τον ανθρώπου (imago dei). Αυτή η παράδοση μετουσιώνεται στα έργα του μαγικού ρεαλισμού και στην ανάδειξη του μη πραγματικού, του απατηλού, του παράδοξου σε κάτι καθημερινό και απτό. Έτσι, υιοθετώντας μια ανθρωπολογική ερμηνεία της διαφορετικής πορείας που πήρε η ilusion στον ισπανικό κόσμο, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως τελικά ένα μυθιστόρημα του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές ή ένα κείμενο του Κορτάσαρ αποτελούν ολόκληρα τον ορισμό της ilusión.
Η εκκρεμότητα της ελληνικής απόδοσης
Μέχρι στιγμής ο προβληματισμός δεν έχει καταγραφεί στα ελληνικά. Στις ελληνικές μεταφράσεις λογοτεχνικών έργων η ilusión αποδίδεται συχνά ως «ψευδαίσθηση» όπως για παράδειγμα στο μυθιστόρημα του Λεονάρδο Παδούρα «Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά», ακόμα και όταν δίνονται περιθώρια για διαφορετικές ερμηνείες. Αντίθετα ο Κρίτων Ηλιόπουλος, φαίνεται να έχει απόλυτη συνείδηση των πολλαπλών δρόμων που ανοίγονται στον μεταφραστή. Στο αριστούργημα «2066» του Ρομπέρτο Μπολάνιο μεταφράζει δημιουργικά την ilusión σε διαφορετικά σημεία του μυθιστορήματος, είτε ως «ελπίδα» είτε ως «ενθουσιασμό», επιβεβαιώνοντας έτσι τόσο τη σχέση της ilusión με την πραγματικότητα όσο και την περιγραφή ενός θετικού συναισθήματος.
Η ακριβής μετάφραση της ilusión δεν είναι αυτοσκοπός, μια και είναι αδύνατον να μεταφραστεί με μία μόνη ελληνική λέξη σε όλα τα συμφραζόμενα. Η ilusión, αποτελεί ένα ισπανικό πάθος. Επανανοηματοδοτήθηκε και μετατράπηκε σε συλλογικό καύσιμο μετά το ξέσπασμα του κινήματος των πλατειών του 2011. Οι άνθρωποι που συμμετείχαν στο κίνημα δημιουργώντας νέους πολιτικούς σχηματισμούς, φαίνεται να έχουν συνείδηση της σημασίας που έχει αυτό το συλλογικό πάθος όταν λένε πως η ilusión «δεν είναι κάτι ψεύτικο, αλλά η προσδοκία ότι μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα».
Έχοντας πλησιάσει λίγο περισσότερο την ilusión, συνειδητοποιούμε ότι αποτελεί σπαζοκεφαλιά μόνο στο βαθμό που καλούμαστε να την προσεγγίσουμε μεταφραστικά. Το ζήτημα αφορά λίγους. Κανένας λόγος ανησυχίας λοιπόν. Ας συνεχίσουν οι μεταφράστριες να παλεύουν με τις λέξεις. Αντίθετα η ίδια η ilusión αφορά πολύ περισσότερους. Στον Δον Κιχώτη του Θερβάντες δεν καταγράφεται ούτε μια φορά η λέξη ilusión, όμως η ilusión μπορεί να γίνει αντιληπτή ήδη στη φράση «Δεν μπορείς να εμποδίσεις τον άνεμο, αλλά πρέπει να μάθεις να φτιάχνεις ανεμόμυλους».
Κατά κάποιο τρόπο θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ilusión με όλη της την εσωτερική ένταση και τη διττή της σημασία αποτελεί ένα σημείο εισόδου στον ισπανικό και λατινοαμερικάνικο κόσμο. Είναι αυτονόητο, αλλά χρειάζεται να το πούμε: η ilusión υπάρχει ούτως ή άλλως, πέρα από τη μετάφρασή της. Οι πολλαπλές απόπειρες απόδοσής της, μπορούν να μας προσφέρουν την ilusión ότι κάποτε θα τη μεταφράσουμε, αλλά η ilusión που μας επιφυλάσσει η αναζήτησή της είναι σίγουρη.
μου αρεσε! μου αρεσε πολυ επειδη συνεληφθη επιτελους μεγα μερος της ουσιας της αγαπημενης αυτης πανισχυρης ισπανικης λεξης.