Το κράτος [DER STAAT]
Franz Oppenheimer
Μετάφραση – Επιμέλεια: Γιάννης Καραπαπάς
Εκδόσεις Τροπή, 2002 | 192 σελίδες
Σύμφωνα με τον Franz Oppenheimer [στο εξής: Φραντς Οπενχάιμερ, 1864-1943], αίτιο της γέννησης του κράτους ως θεσμού, αποτελεί η ληστεία. Κατά την πραγμάτευση της έννοιας «κράτος», ο Franz Οπενχάιμερ στηρίζεται σε δύο μεθοδολογικές αρχές: η πρώτη είναι η παραδοχή ότι οι άνθρωποι είναι θεμελιωδώς ίδιοι ψυχικά, σε κάθε εποχή και τόπο, και η δεύτερη ότι θα εξετάσει όχι το τι θα έπρεπε ή θα μπορούσε να είναι το κράτος (αυτό είναι δουλειά της πολιτικής φιλοσοφίας), αλλά το τι πραγματικά είναι (κοινωνιολογία) και το πώς ακριβώς προέκυψε (ιστορία).
Ο ίδιος αναγνωρίζει τρεις πρωτογενείς και οικουμενικές ανθρώπινες ανάγκες: αυτοσυντήρηση, αναπαραγωγή, ανάγκη για την εύρεση αιτιότητας. Από αυτές τις τρεις, η τελευταία δημιουργεί τα πάσης φύσεως θρησκευτικά ταμπού (σελ. 167). Σύμφωνα με τον Οπενχάιμερ, όλες οι μεγάλες θεωρίες περί κράτους έχουν κάποια στοιχεία αλήθειας, ωστόσο η θεμελιώδης παραδοχή που πρέπει κανείς να κάνει προτού προχωρήσει, είναι η ακόλουθη: το κράτος είναι μια ταξικά ιεραρχική δομή και, ως τέτοια, αποτελείται πάντοτε και παντού από εξουσιαστές και εξουσιαζόμενους. Μορφή κάθε κράτους είναι η κυριαρχία, ενώ περιεχόμενό του είναι η οικονομική εκμετάλλευση μιας ομάδας υποτελών από μια ομάδα εξουσίας. Αυτή είναι η βασική κοινωνιολογική του θέση.
Η ιστορική του θέση, που επιχειρεί να την τεκμηριώσει, είναι αρκετά εκτενέστερη και σε αυτή αφιερώνει όλο το υπόλοιπο βιβλίο του. Στην αρχή της εξιστόρησής του, ο Οπενχάιμερ μας δηλώνει πως το κράτος γεννήθηκε για να καταστήσει εφικτή την εκμετάλλευση κάποιων κοινωνικών στρωμάτων από άλλα, αλλά και ότι διατηρείται στην ύπαρξη για τον ίδιο λόγο, μέχρι και σήμερα.
Ληστεία: αίτιο της γέννησης κρατών
Συγκεκριμένα, οι πρώτες κοινωνικές ομάδες ήταν αρχικά τρεις: οι αγρότες, οι ποιμένες και οι κυνηγοί. Οι κυνηγοί και οι αγρότες ζούσαν με όσα τους προσπόριζε η εργασία τους, και δεν είχαν κανένα συμφέρον να επιχειρήσουν να σφετεριστούν την ιδιοκτησία των άλλων. Οι ποιμένες, όμως, καθώς αρχικά ήταν νομάδες και αναγκάζονταν να είναι βίαιοι και σ’ ετοιμότητα (κίνδυνος άγριων θηρίων), λόγω της δουλειάς τους, υπήρξαν η πρώτη κοινωνική ομάδα που απέκτησε δίψα για περισσότερα.
Άρχισαν, λοιπόν, να κάνουν ληστρικές επιδρομές στους αγρότες, λεηλατώντας με τη βία τον μόχθο τους. Αυτή στάθηκε ιστορικά η απαρχή του κράτους: η υποταγή μιας ομάδας από μιαν άλλη, και στη συνέχεια η εδραίωση μόνιμης κυριαρχίας πάνω της.
Έξι ιστορικά στάδια
Ο Οπενχάιμερ αναγνωρίζει έξι στάδια της ιστορικής πορείας του κράτους: το πρώτο είναι αυτό της ωμής λεηλασίας και της μαζικής εξόντωσης, που αναφέρθηκε μόλις προ ολίγου, και το οποίο ονομάζει χαρακτηριστικά «στάδιο της αρκούδας».
Το δεύτερο, το λεγόμενο «στάδιο του μελισσοκόμου», είναι αυτό που πλέον ο ποιμένας και κατακτητής επιτρέπει μεν στους γεωργούς να ζουν, αρκεί όμως να καρπώνεται τακτικά ο ίδιος το πλεόνασμα από την παραγωγή τους. Πρόκειται για κολοσσιαίο βήμα προς τον πολιτισμό, τονίζει ο Οπενχάιμερ, αφού εδώ είναι που κάνει την πρώτη του εμφάνιση και το Δίκαιο (με τη μορφή του εθίμου, εννοείται). Ωστόσο, εδώ γεννιέται παράλληλα και η δουλεία, αλλά και κάθε μορφή κοινωνικής καταπίεσης (σελ. 48).
Το τρίτο στάδιο είναι εκεί όπου πλέον το πλεόνασμα δεν αρπάζεται, αλλά παραδίδεται κανονικά από τους γεωργούς ως φόρος υποτέλειας. Το τέταρτο στάδιο, επίσης πολιτισμικά κεφαλαιώδες, είναι η χωρική ένωση των δύο «εθνικών» ομάδων σε μια περιφέρεια. Έκτοτε, οι σχέσεις των δύο ομάδων γίνονται όλο και πιο πολύ «ενδο-εθνικές» (σελ. 51). Στο πέμπτο στάδιο, η κάθε ομάδα εξουσίας αποκτά τον διορισμένο της εκπρόσωπο σε κάθε περιοχή. Τέλος, στο έκτο, οι δύο ομάδες βρίσκονται να έχουν συγχωνευθεί πλήρως, μέσω ενδογαμιών.
Οι δύο βασικές ομάδες-τάξεις αποτελούν πλέον μια εθνότητα, με τις διαλέκτους και τις θρησκευτικές τους λατρείες να συγχωνεύονται επίσης. Κατά κάποιον τρόπο, λοιπόν, το κράτος γεννιέται μέσω της σεξουαλικής αναπαραγωγής (σελ. 62). Εκεί εμφανίζονται τα ανθρωπολογικά και θεολογικά μέσα δικαιολόγησης της εκμετάλλευσης, μια εκμετάλλευσης που μέχρι τότε δεν είχε καν την ανάγκη δικαιολόγησης (σελ. 66).
Ο «αριστοκράτης» (διότι πλέον μιλάμε για αριστοκράτες) περιφρονεί τους υποτελείς του, όπως και την εργασία τους: ο ίδιος προτιμά τη λεηλασία ως το ευγενέστερο μέσο για την εύρεση πόρων (σελ. 68-70). Η ελεύθερη λαφυραγωγία συμπορεύεται με μιαν ακόμη ψυχολογική ιδιότητα των πρώην ποιμένων: την (τουλάχιστον εξωτερική) θεοσέβεια. Όσο επεκτείνει την περιοχή της ισχύος του από το αρχικό «πρωτόγονο» και κατακτητικό κράτος, τόσο πληθαίνουν οι υποτελείς του, αυξάνεται ο καταμερισμός της εργασίας και οξύνονται οι οικονομικές ανισότητες (σελ. 78).
Η πρώτη τάξη συντίθεται από τους ανώτερους/ευγενείς, η δεύτερη από τους κατώτερους/ελεύθερους. Υπάρχει όμως και μια ακόμη ομάδα, αυτή των δούλων (σελ. 141). Οι προοπτικές που μπορεί ν’ ακολουθήσουν στο εξής είναι βασικά δύο: η πρώτη είναι όταν επικρατεί ο κινητός πλούτος, το εμπόριο. Μιλάμε για το «θαλάσσιο» κράτος, που οδηγεί στην καπιταλιστική δουλοκτητική οικονομία.
Από την άλλη, έχουμε τη γαιοκτησία με τη γη να συγκεντρώνεται σε όλο και λιγότερους. Πρόκειται για το «χερσαίο κράτος», που καταλήγει στο ανεπτυγμένο φεουδαρχικό κράτος (σελ. 79). Ο Οπενχάιμερ αναλύει διαδοχικά αυτές τις δύο ιστορικές «διακλαδώσεις» του κράτους.
Θαλάσσια και χερσαία κράτη
Σύμφωνα με τον ίδιο, τα θαλάσσια κράτη προκύπτουν από πειρατικά φρούρια, από λιμάνια σε ακτές περιοχής νομάδων, από εμπορικές αποικίες που απέκτησαν κυριαρχία ή από τέτοιες που συγχωνεύτηκαν με κυρίαρχη ομάδα φιλοξενούντος λαού (σελ. 101). Οι όροι ύπαρξης του θαλάσσιου κράτους δημιούργησαν για πρώτη φορά τόσο το δημοκρατικό πολίτευμα, όσο και την καπιταλιστική δουλοκτητική οικονομία (σελ. 103). Τα κράτη, συνεχίζει ο Οπενχάιμερ, διατηρούνται με την ίδια αρχή από την οποία προήλθαν.
Ο λόγος της ύπαρξης και της διατήρησης του χερσαίου κράτους είναι η κατάκτηση γης και ανθρώπων, πράγμα που σημαίνει ότι, για να επιβιώσει, πρέπει να κατακτά διαρκώς νέα γη με ανθρώπους, ωσότου σταματήσει αναγκαστικά, προσκρούοντας σε κάποια ισχυρά φυσικά (π.χ. θάλασσα, έρημος, βουνά) ή κοινωνικά σύνορα (π.χ. ένα άλλο κράτος). Αντίστοιχα, το θαλάσσιο κράτος γεννιέται από την πειρατεία και το εμπόριο, οπότε δεν έχει την ανάγκη νέων εκτάσεων για να διευρύνει την ισχύ του (σημειωτέον ότι ο συγγραφέας απορρίπτει ρητά τις κάθε λογής φυλετικές και ρατσιστικές αιτιολογήσεις, που είναι ακόμη δημοφιλείς το 1908, όταν γράφει το έργο του).
Προφανώς, ο Οπενχάιμερ έχει υπόψη του την αρχαία Αθήνα, τη Ρώμη (ενν. πριν γίνει αυτοκρατορία) και άλλες ελληνικές πόλεις-κράτη. Όμως η πειρατεία, το κούρσεμα και οι εμπορικοί πόλεμοι δημιουργούν στη στεριά αμέτρητους σκλάβους, γεγονός που πρακτικά καταστρέφει τα μεσαία κοινωνικά στρώματα, τα οποία φτωχοποιούνται και εκτοπίζονται αναζητώντας μάταια εργασία. Ένας όχλος άχρηστος, ένα “Lumpenproletariat” χωρίς ιδιοκτησία γίνεται μέσω της δημοκρατίας (ο Οπενχάιμερ είπε ήδη ότι αυτή δημιουργείται στα θαλάσσια κράτη) και άρα πρέπει πολιτικά και στρατιωτικά ν’ αφανισθεί, είτε με ξένη εισβολή είτε με την τεράστια ερήμωση του πληθυσμού, που αποτελεί για τον Οπενχάιμερ τη «φυματίωση των λαών» (σελ. 110).
Όσο για το χερσαίο κράτος, η φεουδαρχία γίνεται θέατρο συγκρούσεων ανάμεσα στους επιμέρους ευγενείς, αν και υπάρχει μεν ένας τυπικός ανώτερος άρχοντας, ώσπου κάποιος άρχοντας (στις παραμεθόριες περιοχές, διότι εκεί απαιτείται μέγιστη ασφάλεια και αύξηση εξουσιών) γίνεται ο ισχυρότερος γαιοκτήμονας στην περιοχή της δικαιοδοσίας τους (σελ. 124). Σύμφωνα πάντα με τον Οπενχάιμερ, η τρίτη μεγάλη πρόοδος στην παγκόσμια ιστορία σημειώνεται όταν αναγνωρίζεται η αξία της ελεύθερης εργασίας, μέσα στην πόλη, όταν δηλαδή αναγνωρίζεται στον πολίτη ότι μπορεί να δουλεύει για λογαριασμό του εαυτού του (σελ. 151).
Το μέλλον των κρατών
Αφού σκιαγραφήθηκε η ιστορία του κράτους, μπορεί να τεθεί το ερώτημα για το μέλλον του. Ποια προβλέπεται να είναι λοιπόν η περαιτέρω εξέλιξη του κράτους; Ο Οπενχάιμερ είναι αρκετά αισιόδοξος και δηλώνει ότι πρόκειται, προσεχώς, η «πολιτική» να νικηθεί από την «οικονομία». Το μεγαλύτερο εμπόδιο του σημερινού προλεταριάτου, υποστηρίζει, είναι η γαιοπρόσοδος. Όσο και αν μας μοιάζει παράξενο, εξηγεί, η γαιοπρόσοδος υπήρξε η αιτία ανάπτυξης του κράτους και η κατάργησής της θα σημάνει και τον δικό του οριστικό «μαρασμό»:
Όποιος πιστεύει σε ένα συνειδητό σκοπό στην ιστορία, μπορεί να πει: η ανθρωπότητα έπρεπε πρώτα να περάσει από ένα καινούργιο σχολείο παθών, προτού αυτή αθωωθεί. Ο μεσαίωνας είχε ανακαλύψει το σύστημα της ελεύθερης εργασίας, αλλά δεν το είχε αναπτύξει ακόμη μέχρι την πλήρη ικανότητα απόδοσής του. Η καινούργια σκλαβιά του καπιταλισμού έπρεπε πρώτα επίσης να ανακαλύψει και να διαμορφώσει το ασύγκριτα πιο αποτελεσματικό σύστημα της συνεργατικής εργασίας, τον καταμερισμό εργασίας στο εργαστήριο, προκειμένου να στέψει τον άνθρωπο κύριο των φυσικών δυνάμεων, βασιλιά των πλανητών. Αρχαιότητα και καπιταλιστική σκλαβιά ήταν αναγκαίες: τώρα έχουν καταστεί περιττές […] Τώρα μόνο είμαστε ώριμοι για έναν πολιτισμό, ο οποίος να μπορεί να στέκεται τόσο πιο ψηλά από τον πολιτισμό της Περικλεϊκής εποχής, όσο σήμερα στέκεται ο αριθμός, η δύναμη και ο πλούτος των κρατών μας πάνω από το πολύ μικρό κράτος της Αττικής. (σελ. 176-177)
Μολονότι ο Οπενχάιμερ αναγνωρίζει ότι τα θεμέλια για την παρούσα θεωρία του έχουν τεθεί από τον Πολωνό κοινωνιολόγο Ludwig Gumplowicz, ο ίδιος αντιτίθεται στον «πεσιμισμό» του τελευταίου, που θέλει την ιεραρχία και την ταξική εκμετάλλευση να είναι αδιάσπαστα με την ύπαρξη κράτους εν γένει (σελ. 171). Ο Οπενχάιμερ, αντίθετα, είναι απόλυτα πεπεισμένος ότι πρόκειται απλώς για ιστορικά πεπερασμένες πραγματικότητες, δίχως τις οποίες μπορεί κάλλιστα να υπάρξει το κράτος. Ιστορικά, υποστηρίζει, αυτό που συμβαίνει είναι το εξής:
[…] το οικονομικό μέσο νικάει σε όλο το πλάτος, ενώ το πολιτικό μέσο εξαφανίζεται μέσα στην πιο παλιά και πιο ζωτικά ανθεκτική δημιουργία της κοινωνικής ζωής: μαζί με την μεγάλη ιδιοκτησία και τη γαιοπρόσοδο παρακμάζει και ο καπιταλισμός. Αυτή είναι η πορεία των παθών και της σωτηρίας της ανθρωπότητας, ο Γολγοθάς της και η ανύψωσή της στην αιώνια πολιτεία: μια πορεία από τον πόλεμο στην ειρήνη, από την εχθρική διάλυση των ορδών στην ειρηνική ενότητα της ανθρωπότητας, από τη ζωικότητα στην ανθρωπινότητα, από το ληστρικό κράτος στην ελεύθερη πολιτεία. (σελ. 177)
Κριτική
Βέβαια, δεν είναι απαραίτητο οι παραπάνω ισχυρισμοί του Οπενχάιμερ να γίνουν αποδεκτοί δίχως κριτική και αντιρρήσεις. Η πιο προφανής διαπίστωση είναι ότι, αν και υπόσχεται ν’ αρκεστεί στην αμιγώς επιστημονική πραγμάτευση, η υπόσχεση αυτή δεν τηρείται, αφού από την προσέγγισή του διόλου δεν απουσιάζει το αξιολογικό στοιχείο: «ελευθερία», «ανθρωπιά», «εκμετάλλευση», είναι μερικοί από τους αξιολογικά φορτισμένους όρους που χρησιμοποιεί, ενώ στηρίζεται κατά κόρον στην παλιά, ιδεολογικά φορτισμένη και αμφιλεγόμενη ιδέα του «πρωτόγονου κομμουνισμού».
Το κείμενο του Μύρωνα Ζαχαράκη επιμελήθηκε ο Αντώνης Γαζάκης
Επιτρέπεται η αναπαραγωγή και διανομή του άρθρου σύμφωνα με τους όρους της άδειας Attribution-ShareAlike 4.0 International (CC BY-SA 4.0)
Προσθέστε σχόλιο