«Η οικολογία χωρίς ταξική πάλη είναι κηπουρική» λέει ένα σύνθημα, και οι Ξεσηκωμοί της Γης [Soulèvements de la Terre] εξαπλώνονται παντού στη Γαλλία για να το κάνουν πράξη. Η δράση τους είναι τόσο αποτελεσματική που το καλοκαίρι του 2023, η κυβέρνηση Μακρόν επιχειρεί –ανεπιτυχώς– να τους διαλύσει με διάταγμα, όπως είχε προηγουμένως κάνει με τη Συλλογικότητα Ενάντια στην Ισλαμοφοβία στη Γαλλία (CCIF) και με τη φιλανθρωπική ΜΚΟ BarakaCity. Σε αναζήτηση οικο-τρομοκρατικού «εγκεφάλου», το κυβερνητικό διάταγμα υποδεικνύει ως καθοδηγητή του κινήματος τον Σουηδό πανεπιστημιακό Αντρέας Μάλμ, συνέντευξη του οποίου φιλοξενήσαμε πρόσφατα.
Οι Ξεσηκωμοί της Γης γεννιούνται το 2021 στην κατειλημμένη γη της ZAD της Νοτρ-Νταμ-ντε-Λαντ όπου ο πολυετής αγώνας έχει καταφέρει να ακυρώσει το σχέδιο αεροδρομίου. Μόλις δύο χρόνια αργότερα, εισβάλλουν στους τηλεοπτικούς δέκτες με την ευκαιρία της τεράστιας λαϊκής κινητοποίησης ενάντια στη μεγα-δεξαμενή της Sainte-Soline, και της αντίστοιχα τεράστιας, αιματηρής καταστολής της. Έκτοτε, τοπικές οργανώσεις των Ξεσηκωμών έχουν ξεπηδήσει σε κάθε γωνιά της χώρας. Μια «μορφή-κομμούνα του σήμερα», λέει η Κριστίν Ρος στη συνέντευξη που προ καιρού παρουσιάσαμε.
Παροπλισμός, αποσυναρμολόγηση, ανάκτηση των γαιών, οι Ξεσηκωμοί της Γης έχουν φτιάξει το δικό τους λεξιλόγιο για να περιγράψουν την επιλογή των στόχων, τη στρατηγική και τις μορφές άμεσης δράσης ενάντια στη βιομηχανία του μπετόν και την αγροτοβιομηχανία, κυρίαρχη -και τρομακτική- στη Γαλλία.
«Ξεσηκωνόμαστε για να υπερασπιστούμε τη γη και την από κοινού της χρήση. (…) Ξεσηκωνόμαστε επειδή δεν περιμένουμε τίποτα απ’ αυτούς που κυβερνούν τον όλεθρο. Ξεσηκωνόμαστε επειδή πιστεύουμε στη δύναμη δράσης μας», γράφουν στο οπισθόφυλλο του 300σέλιδου βιβλίου τους που κυκλοφόρησε τον περασμένο Απρίλιο από τις εκδόσεις La fabrique, με τίτλο Πρώτες δονήσεις. Αφήγηση και απολογισμός των τριών ετών δράσης, προγραμματική διακήρυξη, αλλά κυρίως αναστοχασμός των τακτικών και της στρατηγικής, ανάδειξη των αντιφάσεων και των ορίων του κινήματος, το βιβλίο είναι υποδειγματικό σε βάθος, ήθος και δύναμη, πέρα του ότι είναι εντυπωσιακά καλογραμμένο.
Όπως το βιβλίο υπογράφεται συλλογικά και ανώνυμα από τους Ξεσηκωμούς της Γης, έτσι και στη συζήτηση που οργάνωσε το lundi soir (πρόγραμμα εκπομπών του lundi matin) δεν αναφέρθηκαν ποτέ τα ονόματα των τριών εκπροσώπων τους. Διατηρήσαμε την ανωνυμία τους, σπρώχνοντάς την ένα βήμα παραπέρα: αφαιρέσαμε κάθε ένδειξη του ποιος από τους τρεις μιλάει, ο λόγος παρουσιάζεται ενιαίος, με μόνο ρυθμό την εναλλαγή παραγράφων (κατά τη μεταγραφή της συζήτησης έχουν γίνει περικοπές και συντομεύσεις λόγω προφορικότητας και εύλογων επαναλήψεων).
Εισαγωγή, μεταγραφή από το βίντεο και μετάφραση από τα γαλλικά: Μυρτώ Ράις
Lundi soir: Το βιβλίο των Ξεσηκωμών της Γης, Πρώτες δονήσεις, θα μείνει στα χρονικά των επαναστατικών κινημάτων. Δεν είναι απλώς μια αφήγηση των τριών ετών δράσης του κινήματος, αλλά και η ανάλυση και ο αναστοχασμός τους. Είναι μια προσπάθεια να καταγραφούν οι αντιφάσεις και οι εντάσεις, να αναδειχθούν και να τεθούν στη δημόσια συζήτηση τα πολιτικά, φιλοσοφικά και ανθρώπινα προβλήματα που αναδύθηκαν μέσα σε αυτά τα χρόνια. Αν, όπως λέει ο τίτλος του βιβλίου, αυτές είναι οι πρώτες δονήσεις, ποιες είναι οι επόμενες και, κυρίως, ποιος είναι ο σεισμός;
Ως οργάνωση, και μάλιστα υβριδική, δεν παριστάνουμε ότι μπορούμε να προφητεύσουμε το μέλλον, ή ότι είμαστε σε θέση να συντάξουμε το περιεχόμενο ενός επαναστατικού προγράμματος που θα υποδεικνύει με ακρίβεια ποιους δρόμους πρέπει να ακολουθήσουμε. Θεωρούμε ότι την τελική απόφαση την παίρνουν οι διαδικασίες των αγώνων στους οποίους συμμετέχουμε. Η πραγματικότητα των αγώνων μας υπερβαίνει και χαράζει δρόμους τους οποίους καλούμαστε να αποκρυπτογραφήσουμε. Στην καταληκτική ενότητα του βιβλίου, που έχει τίτλο «Κραδασμοί», αναφέρουμε τρεις προοπτικές ως προς το μέλλον των Ξεσηκωμών: δίκτυα αντίστασης, ακυβέρνητα εδάφη, παρέμβαση στα κινήματα. Πρόκειται για μορφές που εντοπίζουμε στο σύγχρονο πολιτικό πεδίο, αλλά μας ξεπερνούν κατά πολύ. Και είμαστε ευτυχείς που μας ξεπερνούν.
Πριν απ’ όλα όμως, οφείλουμε να είμαστε συνεπείς με ό,τι ξεκινήσαμε: ένα μπρα-ντε-φερ για το ζήτημα των μεγα-δεξαμενών και για το σχέδιο του νέου αυτοκινητόδρομου Α69, πρέπει να ακυρωθεί. Έχουμε καταφέρει νίκες, όπως πρόσφατα στο Saint-Colomban ενάντια στην επέκταση του λατομείου της Lafarge. Σκοπός των Ξεσηκωμών είναι να χτυπάνε κρίκους της βιομηχανικής αλυσίδας και να καταφέρνουν να τους ρίχνουν. Επικεντρώνουμε τις δυνάμεις μας σε κάποιες γεωγραφικές περιοχές επειδή είναι εμβληματικές. Τα τελευταία δυόμισι χρόνια είμαστε πολύ δραστήριοι στην Deux-Sèvres: έρχονται άνθρωποι και μας λένε ότι εδώ και χρόνια βλέπουν τη γη τους να γίνεται στέρφα, τους υδροφόρους ορίζοντες να αδειάζουν, βλέπουν τη μεγάλη βιομηχανική πεδιάδα να επεκτείνεται και ξέρουν ότι αυτό πρέπει να σταματήσει, γιατί επιπλέον με τις μεγα-δεξαμενές τα πράγματα θα χειροτερέψουν. Σε μια τέτοια τοπική αντίσταση, ο κόσμος ξεκινάει να κάνει διαδηλώσεις των 500-1.000 ατόμων και μετά κινείται νομικά, η ανυπακοή εντείνεται, οι διαδηλώσεις απαγορεύονται και καταστέλλονται, κι ωστόσο κάθε φορά όλο και περισσότερος κόσμος κινητοποιείται, και όλοι αυτοί ανακτούν κάποια εξουσία επάνω στα πράγματα. Στόχος των Ξεσηκωμών είναι η ανάκτηση αυτής της εξουσίας.
Μια από τις προοπτικές που περιγράφουμε είναι τα ανυπότακτα, τα ακυβέρνητα εδάφη όπου ο αγώνας πυκνώνει τους ανθρώπινους δεσμούς και παράγει άρνηση υπακοής. Σαν μια ZAD διάχυτη σε μια ολόκληρη περιοχή, με τους ανθρώπους να ανακτούν ένα σύνολο αντεξουσιών, με μια μορφή εδαφικής αυτονομίας, που μπορεί να είναι ανολοκλήρωτη και ελλιπής, δίνει όμως μεγάλη δύναμη εδαφικής ανυποταξίας.
Η άλλη προοπτική είναι το ερώτημα του τι σημαίνει σήμερα ένα ευρύ δίκτυο αντίστασης. Μια οργάνωση με υλικές βάσεις, χώρους, ικανότητα δράσης και εθνικής σύγκλισης, εισόδους σε κάθε είδους κοινωνικό χώρο, τεχνογνωσίες που συναθροίζουν συνεργούς από διαφορετικούς τομείς. Ειδικά σε μια σκοτεινή εποχή σαν τη σημερινή που η ακροδεξιά βρίσκεται σε άνοδο και, σύμφωνα με πολλούς, η ανάγκη για δίκτυα αντίστασης είναι μεγαλύτερη από ποτέ.
Η τρίτη προοπτική, επάνω στην οποία δουλέψαμε μαζί με το αγροτικό κίνημα, είναι το τι σημαίνει μια δύναμη που θα παρεμβαίνει σε άλλα κοινωνικά κινήματα που δεν έχουν προκύψει από εμάς, σε δράσεις που δεν είναι δικής μας πρωτοβουλίας, που θα είναι εξεγέρσεις σαν αυτή των κίτρινων γιλέκων, ή του αγροτικού κινήματος, που δεν γεννιούνται από πάθος για την οικολογία ή την επιθυμία να είμαστε αντικαπιταλιστές, αλλά από τη διαπίστωση μιας αντίφασης στον τρόπο με τον οποίο ο καπιταλισμός προσαρμόζεται στην οικολογική κρίση. Αυτές οι εξεγέρσεις μπορεί να κινούνται προς διαφορετικές κατευθύνσεις, ακόμα και αντίθετες, και ωστόσο να θέτουν καίρια ερωτήματα. Τι σημαίνει λοιπόν για ένα κίνημα, όχι να έχει τη δική του ατζέντα για να σταματήσει το τάδε ή το δείνα βιομηχανικό πρόγραμμα, αλλά, σε ένα μομέντουμ που που δεν είναι απαραίτητα το δικό μας, να είναι ικανό να το υποστηρίξει, να το ωθήσει προς κάποια κατεύθυνση ή να το εμποδίσει να πάει προς κάποια άλλη.
Το αξιοσημείωτο στα δύο πρώτα κεφάλαια του βιβλίου, «Να παροπλίσουμε το μπετόν» και «Να αποσυναρμολογήσουμε το αγροτοβιομηχανικό σύμπλεγμα», είναι ότι ξετυλίγετε μια πλούσια σκέψη τακτικής και στρατηγικής γύρω από τους λόγους που πρέπει να χτυπηθεί η Lafarge και όχι μια άλλη εταιρεία. Υπάρχει μια πραγματική συλλογική και στρατηγική σκέψη στον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζετε τους στόχους. Είχα την εντύπωση ότι χρησιμοποιούσατε τη λέξη «παροπλισμός» για να μην πείτε «σαμποτάζ», αλλά στο βιβλίο εξηγείτε τι εννοείτε με τον όρο παροπλισμός, και συγκεκριμένα υπάρχει μια φράση που βρήκα εξαιρετική: «ο παροπλισμός έχει το πλεονέκτημα να καθιστά σαφές με μια και μόνο λέξη και την ηθική διάσταση της χειρονομίας και τη φύση των στόχων. Παρέχει στη δράση ένα είδος πρόσκαιρης ηθικής: ό,τι μας σκοτώνει, έχουμε δικαίωμα να το ξηλώνουμε». Μπορείτε να μας πείτε πώς γεννήθηκε το είδος δράσης που ονομάζετε παροπλισμό;
Να μιλήσουμε καταρχήν για τις απαρχές του κινήματος· από πού ξεκινήσαμε, ποιες είναι οι βάσεις, τι στοχεύουμε, τι εργαλεία αποκτήσαμε. Το κίνημα γεννήθηκε πριν από τρία χρόνια, εν μέσω καραντίνας, σε μια συνάντηση στη ZAD της Νοτρ-Νταμ-ντε-Λαντ. Οι άνθρωποι που το ξεκίνησαν και που είχαν συμμετάσχει στο κίνημα ενάντια στο αεροδρόμιο, έκαναν τη διαπίστωση ότι κατάφεραν να αποκτήσουν 2.000 εκτάρια,[1] ότι κατάφεραν να ανοίξουν το φαντασιακό των αγώνων, να διαπιστώσουν ότι δεν είμαστε εντελώς ανίσχυροι απέναντι στους εκσκαφείς και την αστυνομία, αλλά ταυτόχρονα η καταστροφή προχωράει πολύ πιο γρήγορα από τις νίκες και τους αγώνες μας. Το ίδιο είχαν διαπιστώσει και άλλοι τοπικοί αγώνες, αλλά και ένα αρκετά μαζικό κίνημα για το κλίμα, που απαρτιζόταν κυρίως από νέους ανθρώπους. Η επιθυμία ήταν να δοκιμαστεί κάτι που θα εκκινεί από τις εμπειρίες σύνθεσης που είχαμε αποκτήσει, τις μορφές άμεσης δράσης σε τοπικό επίπεδο, να σκεφτούμε μια μορφή οργάνωσης σε εθνικό επίπεδο. Αυτή η εθνική οργάνωση εντόπισε μια σειρά διακυβευμάτων που έχουν να κάνουν με τη γη: το ζήτημα της ανεξέλεγκτης αποφυσικοποίησης των εδαφών, με όλες τις ορατές συνέπειες ως προς την απώλεια της βιοποικιλότητας και την ιδιοποίησή τους από τη βιομηχανία, δεν αφορά μόνο τους αγρότες, αφού επηρεάζει τον τρόπο που παράγονται τα τρόφιμα, και τις ζωές μας συνολικά.
Είπαμε λοιπόν ότι θα ασχοληθούμε με αυτά τα δύο φαινόμενα και θα χτυπήσουμε με άμεσες μαζικές δράσεις. Θεωρήσαμε απαραίτητο να ανακτήσουμε κάποια εξουσία επάνω στον ρου των πραγμάτων, έτσι ώστε όταν ο κόσμος έρχεται στις μεγάλες διαδηλώσεις να βλέπει ότι κάτι έχει αλλάξει, ότι υπάρχουν απτά αποτελέσματα, ότι κάποιες γαίες έχουν σωθεί, ότι ένα εργοτάξιο έπαψε να λειτουργεί. Η δράση δια της νομικής οδού και η ευαισθητοποίηση ήταν βασικές, και θα συνεχίσουν να είναι, αλλά θεωρήσαμε ότι η άμεση δράση είναι τώρα απαραίτητη, γιατί οι απέναντι είναι ασταμάτητοι.
Ένα από τα θεμέλια του κινήματος είναι να αποκτήσουμε ξανά μια δύναμη δράσης, να ξανανιώσουμε τη χαρά της συλλογικής δράσης. Έτσι καταλήξαμε σε αυτές τις τρεις μεθόδους: μπλοκάρισμα, κατάληψη και παροπλισμός. Ήταν λοιπόν εξαρχής ένα κίνημα σύνθεσης, με την έννοια ότι συγκέντρωσε δυνάμεις που εμείς προσκαλέσαμε επειδή κρίναμε σκόπιμο να ενωθούν και να δράσουν από κοινού: το πρόσφατο νεολαιίστικο κίνημα για το κλίμα, αυτόνομες δυνάμεις που είχαν δοκιμαστεί σε ZAD, καταλήψεις και δρόμους, τα κίτρινα γιλέκα, το κίνημα για τον εργασιακό νόμο, δυνάμεις αγροτών με τις οποίες είχαμε ήδη κάνει πράγματα μαζί (είχαμε καλλιεργήσει ή είχαμε κάνει καταλήψεις στο πλαίσιο του κινήματος κατά του αεροδρομίου ή άλλων κινημάτων), και κυρίως οι κάτοικοι των αγωνιζόμενων περιοχών. Η αρχή του κινήματος ήταν όταν είπαμε: στο τάδε και στο τάδε μέρος, ο αγώνας άγγιξε τα όριά του και αν δεν διευρυνθεί από δυνάμεις που θα έρθουν να προστεθούν, τότε, πολύ συγκεκριμένα, οι λαϊκοί κήποι[2] θα ξηλωθούν, η μεγα-δεξαμενή θα χτιστεί. Πρέπει λοιπόν να συγκλίνουν άλλες δυνάμεις, άλλες ικανότητες, να υπάρξει μεγαλύτερη προβολή, περισσότερη τεχνογνωσία. Αρχή του κινήματος ήταν μια σύγκλιση σε εθνικό επίπεδο με κάποια συγκεκριμένα ραντεβού.
Όταν αναλύετε το πώς και το γιατί του παροπλισμού, αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι ότι τον ανάγετε αν όχι σε στρατηγική, τουλάχιστον σε τακτική. Έχετε την πεποίθηση ότι αν, για παράδειγμα, χτυπήσεις τη μεγάλη βιομηχανία στο τάδε σημείο, αν τραβήξεις το τάδε νήμα, θα ξηλωθεί όλο το κουβάρι. Δεν είστε στη συμβολική διάσταση ή στην καθαρή ευχαρίστηση της καταστροφής, αλλά πιστεύετε ότι αν πιάσει κανείς το οικολογικό ζήτημα από μια συγκεκριμένη οπτική, υπάρχει περίπτωση να γκρεμιστεί μαζί και ο υπόλοιπος κόσμος τους.
Όσον αφορά το συμβολικό, ένας από τους κινδύνους είναι να θεωρήσουμε ότι αν πολλαπλασιαστούν τα μεμονωμένα οικο-σαμποτάζ, θα ανοίξει μια συνολική προοπτική παροπλισμού. Κανένας τομέας δραστηριοτήτων δεν θα πέσει με το άθροισμα μικρών επιθετικών κινήσεων. Θα πάρω για παράδειγμα κάτι που αφηγούνται οι νοτιοαφρικανοί ακτιβιστές της εποχής του απαρτχάιντ. Μετά την αποτυχία της στρατηγικής της πολιτικής ανυπακοής που ενέπνευσε το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα, στράφηκαν σε δράσεις τύπου αντάρτικου. Η πρώτη δράση που αποφάσισαν να κάνουν ήταν να σαμποτάρουν ένα εργοστάσιο υδρογόνωσης διοξειδίου του άνθρακα. Μια ομάδα παροπλίζει εντελώς το εργοστάσιο και ένα τεράστιο μαύρο σύννεφο πλανιέται για μέρες από πάνω του. Σύμφωνα με τον απολογισμό τους, η δύναμη αυτής της δράσης, που είχε πολύ σημαντικά επαναστατικά αποτελέσματα, δεν ήταν τόσο ο άμεσος υλικός αντίκτυπός της, παρότι προκάλεσε ζημιά στα μεγάλα ενεργειακά δίκτυα που ήταν πυλώνες για την αποικιακή κυριαρχία, όσο στο γεγονός ότι ο κόσμος είδε αυτό το τεράστιο σύννεφο να εξαπλώνεται, και το σύννεφο αυτό συμβόλιζε ότι το απαρτχάιντ μπορούσε να πέσει. Τελικά, υπάρχει τρόπος να αναδυθεί το συμβολικό μέσα στον αγώνα: αν, μέσα από μια δράση, φανεί συμβολικά ότι μια κυρίαρχη τάξη μπορεί να πέσει, ανοίγουν δυνατότητες για άλλες. Η ιδέα οικοδόμησης ενός δικτύου ανά τη χώρα μέσα από αποκεντρωμένες δράσεις είναι σε αυτό το πνεύμα. Και στη συνέχεια, με τη λαϊκή αυτομόρφωση, θα μπορούμε κάποια στιγμή να πούμε ότι είμαστε ικανοί για μια πιο μαζική εξέγερση, ή, εν πάση περιπτώσει, για μαζική ανυπακοή.
Όσο για την ιδέα να τραβήξουμε το σωστό νήμα για να ξηλωθεί όλο το κουβάρι, θα πάρω το παράδειγμα των μεγα-δεξαμενών. Οι μεγα-δεξαμενές είναι ο στρατηγικός μηχανισμός για την αναδιάρθρωση του αγροτοβιομηχανικού συμπλέγματος απέναντι στα νέα κλιματικά δεδομένα. Είναι η σανίδα σωτηρίας που επινόησαν για να κρατήσουν στη ζωή τη δυσπροσαρμοστικότητά τους. Είναι ξεκάθαρο ότι η απόδοση της παραγωγής καταρρέει, ότι η μαζική παραγωγή καλαμποκιού απαιτεί βιομηχανική μονοκαλλιέργεια, που με τη σειρά της απαιτεί μαζική άρδευση, αφού οι παραδοσιακές μορφές άρδευσης δεν επαρκούν πια. Η αγροτοβιομηχανία αναγκάζεται να ανεβάσει ταχύτητα για να αντιμετωπίσει τα όρια με τα οποία έρχεται αντιμέτωπη. Αν περιγράψουμε τη δυσπροσαρμοστικότητά τους με τον τρόπο αυτό, ανοίγει ένα παράθυρο. Αν μπλοκάρουμε το πιλοτικό σχέδιο των μεγα-δεξαμενών, μπλοκάρουμε την αναδιάρθρωση της εντατικής καλλιέργειας σιτηρών.
Αν θέλουμε οι άνθρωποι να θέλουν να γίνουν αγρότες, πρέπει να βρούμε τρόπους να διασφαλίσουμε ότι οι όροι αυτοί θα είναι κοινά αποδεκτοί, ελκυστικοί και εφαρμόσιμοι. Αυτό σημαίνει μάχη με τους θεσμούς που διανέμουν τη γη, με τις μεγάλες πολυμετοχικές επιχειρήσεις που, με κερδοσκοπικούς χειρισμούς, αρπάζουν τα κτήματα που ελευθερώνονται.
Μετά την επίθεση στον λογικό στόχο, το υπόλοιπο κουβάρι είναι η οργάνωση του αγροτοβιομηχανικού συμπλέγματος. Και εδώ βάζετε ακόμα ένα λιθαράκι σκέψης: για να το αποσυναρμολογήσουμε, πρέπει να ερευνήσουμε. Η ίδια η διάρθρωση του καπιταλιστικού κόσμου επιβάλλει την ανάλυση της αρχιτεκτονικής της υλικοτεχνικής εξουσίας.
«Ερευνώ» σημαίνει χαρτογραφώ τις διακλαδώσεις και τις νευραλγικές διασυνδέσεις των βιομηχανικών συμπλεγμάτων με τις οποίες βρισκόμαστε αντιμέτωποι. Αυτό απαιτεί μια νέα δουλειά σύνθεσης προκειμένου να συναντήσουμε τους ανθρώπους που έχουν τη στρατηγική γνώση των συγκεκριμένων τομέων δραστηριότητας, που ξέρουν ποια είναι τα τρωτά τους σημεία, που ξέρουν πώς κάποια τους στοιχεία μπορούν να χρησιμοποιηθούν προς όφελός μας, ή πώς μπορούμε να επανιδιοποιηθούμε κάποια άλλα, που ξέρουν πώς αποσυναρμολογούνται. Όσον αφορά το καλαμπόκι, μπορεί να μοιάζει εμμονή, αλλά το αγροτοβιομηχανικό καλαμπόκι είναι ιστορικά ο δούρειος ίππος για να επιβληθεί στους αγρότες η βιομηχανική καλλιέργεια. Η επιβολή του υβριδικού αραβόσιτου στους αγρότες των νοτιοδυτικών περιοχών ήταν ένας τρόπος να τους αναγκάσουν να υιοθετήσουν συγκεκριμένες τεχνικές, μηχανήματα και συστήματα που πάνε αναγκαστικά μαζί με τη χρήση των βιομηχανικών σπόρων. Ο αραβόσιτος πάει μαζί με ένα ολόκληρο σύστημα. Ενώ μοιάζει κάτι πολύ ειδικό, στην πραγματικότητα είναι διαθεματικό.
Στο βιβλίο, περνάμε από την υπόθεση του παροπλισμού, της στιγμιαίας εξουδετέρωσης, στην υπόθεση της πλήρους και μόνιμης αδρανοποίησης ενός συνόλου υποδομών που για την ώρα είναι απαραίτητες για την παραγωγή τροφής. Εφόσον είναι απαραίτητες, το ζήτημα της αποσυναρμολόγησής τους συνοδεύεται από το ζήτημα του πώς θα αρχίσουμε να παράγουμε, να καλλιεργούμε και να χρησιμοποιούμε τη γη με τρόπο διαφορετικό και πιο ελκυστικό. Εξού και το τρίτο μέρος του βιβλίου, «Να πάρουμε πίσω τη γη», όπου αναρωτιόμαστε πώς θα πληθύνουν οι αγρότες, πώς θα κοινωνικοποιήσουμε την τροφή και πώς θα ξαναπάρουμε πίσω τη γη, για να μην αναθέτουμε πια την παραγωγή τροφής στη βιομηχανία. Για άλλη μια φορά, αναλύουμε πολύ συγκεκριμένα φαινόμενα. Τι κάνουμε όταν δεν υπάρχουν ένα εκατομμύριο άνθρωποι που θέλουν να γίνουν αγρότες; Από τι εξαρτάται η διαρκής εξαφάνιση των καλλιεργήσιμων γαιών; Το γεγονός ότι τόσο λίγοι άνθρωποι θέλουν να ασχοληθούν με μορφές γεωργίες όπως οι βιολογικές ή οι αγροοικολογικές, σημαίνει ότι το εμπόδιο είναι δομικό, αλλά και συναισθηματικό. Αν θέλουμε οι άνθρωποι να θέλουν να γίνουν αγρότες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται ως προς τους όρους διαβίωσης, πρέπει να βρούμε τρόπους να διασφαλίσουμε ότι οι όροι αυτοί θα είναι κοινά αποδεκτοί, ελκυστικοί και εφαρμόσιμοι. Αυτό σημαίνει μάχη με τους θεσμούς που διανέμουν τη γη, με τις μεγάλες πολυμετοχικές επιχειρήσεις που, με κερδοσκοπικούς χειρισμούς, αρπάζουν τα κτήματα που ελευθερώνονται. Η δράση μας επ’ αυτού είναι ήσσονος εμβέλειας. Η Confédération Paysanne[3] το λέει καθαρά: αν θέλουμε να βγούμε από το αγροτοβιομηχανικό σύμπλεγμα, χρειαζόμαστε χιλιάδες αγρότες άμεσα και ταυτόχρονα.
Υπάρχουν στη Γαλλία 28 εκατομμύρια εκτάρια καλλιεργήσιμης γης -η μισή επιφάνεια της χώρας. Μέχρι το 2030-2035, ένας στους δύο αγρότες θα έχει συνταξιοδοτηθεί. Αυτό σημαίνει ότι η ιδιοκτησία και η χρήση του ενός τετάρτου της γαλλικής επικράτειας θα βρεθεί υπό διακύβευση. Τέτοιες μαζικές αλλαγές στην ιδιοκτησία γης συμβαίνουν, σε γενικές γραμμές, σε συνθήκες επανάστασης, αποαποικιοποίησης, πολέμου, ή τέλος πάντων σε ριζικά πολιτικά συμφραζόμενα. Στην προκειμένη περίπτωση, αυτό έρχεται στο πέρας μιας διαδικασίας αφαίμαξης των αγροτών, καταρράκωσης της οικογενειακής εμπορικής παραγωγής όπου ο αγρότης αγγίζει το ιστορικό τέλος του. Ο ενεργός αγροτικός πληθυσμός συρρικνώνεται κατά περίπου 20% ανά δεκαετία. Η μείωση των αγροτών που είδαμε τον περασμένο χειμώνα συνδέεται με το αίσθημα υπαρξιακής απειλής μιας τάξης που δεν αναπαράγεται και γερνάει.
Αυτή τη στιγμή, μια αγροτοκαλλιέργεια στη Γαλλία είναι κατά μέσο όρο 67 εκτάρια, και οι περισσότερες είναι γύρω στα 100-110 εκτάρια. Πρόκειται για υπερ-κεφαλαιοποιημένες καλλιέργειες, άρα είναι αδύνατον να τις πάρουμε πίσω. Η δημιουργία μεγα-δεξαμενών προσθέτει επιπλέον υποδομές, εξοπλισμό και εργαλεία που θα πρέπει κανείς να αγοράσει αν θέλει να αναλάβει μια αγροτοκαλλιέργεια. Οπότε η μόνη επιλογή είναι η γη να περάσει στη βιομηχανική καλλιέργεια. Οι μόνες οικονομικές δυνάμεις που είναι σήμερα σε θέση να αναλάβουν τις υπο κατάρρευση οικογενειακές καλλιέργειες είναι οι αγροτοβιομηχανικές. Βρισκόμαστε σε μια επείγουσα ιστορική στιγμή, καθώς το παράθυρο είναι στενό.
Είναι αυτό που ονομάζετε «έγγεια μεταπήδηση».[4] Η βίαιη και μαζική αυτή ιστορική στιγμή αντίκειται σε προτάσεις που, ακόμα και σε εσάς, μοιάζουν ανεπαρκείς: η επαναγορά γης είναι σχεδόν αδύνατη, η κατάληψή της απαιτεί υψηλή συγκρουσιακότητα, και η δημιουργία αποθεματικού κτημάτων (μέσα από συλλόγους που θα αγοράσουν τη γη μετά τον θάνατο ή τη συνταξιοδότηση κάποιοι αγρότη) παραμένει ανεπαρκής. Υπάρχει εδώ μια αντίφαση: ακόμα και αν οι προτάσεις σας εφαρμόζονταν ευρέως, ο αγώνας δρόμου απέναντι στην αύξηση των εκτάσεων που περνάνε στα χέρια του κεφαλαίου μοιάζει χαμένος. Εσείς γιατί πιστεύετε ότι δεν είναι;
Δεν ξεκινάμε από το μηδέν. Μεταχειριζόμαστε ό,τι μέσο έχουμε για να σώσουμε ό,τι μπορούμε. Πρωτοβουλίες ανάκτησης της γης, στρατηγικές επανιδιοποίησης -που συχνά χρησιμοποιούν καπιταλιστικά εργαλεία στρέφοντάς τα προς όφελός τους: οι αριστεροί αγρότες εφαρμόζουν πολλές και διάφορες στρατηγικές. Δεν αρκούν για να πραγματοποιηθεί η έγγεια μεταπήδηση. Είναι όμως μια αφετηρία που έχει ήδη βοηθήσει να διασωθούν άνθρωποι και τεχνογνωσίες, να εγκατασταθούν αγρότες σε κτήματα, να μη γενικευτεί η έρημος.
Στις κινητοποιήσεις του χειμώνα που μας πέρασε, ο φραγμός που εμφανίστηκε ήταν ο κορπορατισμός: από τη μεταπολεμική εποχή, σε αυτόν ουσιαστικά οφείλεται η ανισχυρότητα της αγροτικής τάξης. Ενώθηκαν κάτω από την ίδια σημαία, ένα ευάλωτο και επισφαλές τμήμα της αγροτιάς και το καπιταλιστικό τμήμα, αιχμή του δόρατος της αγροτοβιομηχανίας. Όσο προχωρούν μαζί, όσο δεν εκρήγνυται η αντίφαση των ταξικών συμφερόντων, τίποτα δεν είναι δυνατό, εκτός από την παραίτηση και την ελπίδα ότι τα πράγματα θα αλλάξουν από κάποια εξωτερική παρέμβαση.
Θεωρούμε το ζήτημα της γης μείζον, όχι επειδή φανταζόμαστε ότι ξαφνικά θα πάρουμε πίσω δεκάδες χιλιάδες εκτάρια, αλλά επειδή είναι ο μοχλός για να αναζωπυρωθεί η συγκρουσιακότητα στην ύπαιθρο. Τη δεκαετία του 1970, όταν οι αγρότες αντιμετώπισαν την υφαρπαγή της γης σαν εργαλείο ταξικής πάλης, ήταν ακριβώς επειδή τους επέτρεπε να αντιμάχονται την τάση προς τον κορπορατισμό. Τις περισσότερες φορές, στις κινητοποιήσεις των αγροτών, εμφανίζεται το αντανακλαστικό της θυματοποίησης: απαιτούν εγγυήσεις ασφαλείας προκειμένου να σβήσουν τις ζημιές, να πάρουν χρήματα για να αποκαταστήσουν τη ρευστότητά τους, και τελικά να πιστέψουν ότι όλες οι μονάδες παραγωγής θα τη βγάλουν καθαρή χωρίς διαιρέσεις, χωρίς διαχωρισμούς μεταξύ του προλεταριοποιημένου αγρότη και του μεγαλοπαραγωγού, που επιπλέον είναι μανδαρίνος της FNSA[5] και τελικά καταστρέφει τους συναδέλφους του. Το έγγειο ζήτημα θέτει το ζήτημα της γης ως επίδικο, και ανοίγει ξανά τη δυνατότητα σύγκρουσης. Η αγροτιά αποφεύγει περισσότερο από κάθε τι την πολιτική σύγκρουση. Όταν πίνεις καφέ με τον ντόπιο αγρότη, θα σου μιλήσει για τον μεγαλοαγρότη με τα 300 εκτάρια που χρησιμοποίησε το όνομα του ξαδερφού του σαν κάλυψη για να αγοράσει τη γη κάποιου που βγήκε στη σύνταξη και δεν είχε αγοραστή. Όλοι τον σιχαίνονται, δεν θα το πουν όμως ποτέ σε ένα μικρόφωνο, γιατί δεν σπας την ενότητα της αγροτιάς. Οπότε, το πολιτικό ζήτημα, βραχυπρόθεσμα, δεν είναι τόσο να φανταστούμε δυνατότητες αγροτικής μεταρρύθμισης, ενώ δεν υπάρχουν ακόμα οι πολιτικές οργανωτικές προϋποθέσεις, αλλά να ξανανοίξουμε τα μέτωπα που θα κάνουν ορισμένους φραγμούς να πέσουν.
Καθώς και να ανοίξουν δυνατότητες, γιατί ενώ το κεφάλαιο για την ανάκτηση της γης μου φάνηκε το λιγότερο πειστικό, το θεωρώ και το πιο αναγκαίο: αν σκέφτεσαι μια επίθεση χωρίς ταυτόχρονα να σκέφτεσαι και μια εναλλακτική λύση, είσαι τελειωμένος.
Δεν είμαστε ένα αντικαπιταλιστικό-οικολογικό κίνημα. Δεν μπορεί να γίνει κίνημα για τη γη που δεν συμπεριλαμβάνει και κινητοποιεί αυτούς και αυτές που την καλλιεργούν. Είμαστε ένα κίνημα αγροτών και οικολόγων, και οι εχθροί μας, η FNSA και η κυβέρνηση, εκμεταλλεύονται το χάσμα ανάμεσα σε αυτά τα δύο. Δεν θέλουμε να νομίζει ο κόσμος ότι είμαστε οικολόγοι των πόλεων που δεν καταλαβαίνουν τι σημαίνει παράγω, καλλιεργώ χωράφια. Όταν χτυπάμε τη βιομηχανική παραγωγή κηπευτικών της Loire-Atlantique, η οποία πάει χέρι-χέρι με τη βιομηχανία της άμμου, και ειδικά με τη Lafarge, το κάνουμε με πρωτοβουλία των παραγωγών κηπευτικών που βλέπουν να εξαφανίζονται καθημερινά οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις τους εξαιτίας της συμμαχίας της Lafarge και της βιομηχανίας κηπευτικών. Πράγματι, η δράση μας μπορεί να μοιάζει περιορισμένη, η κλίμακα είναι τεράστια, όταν όμως συναντιόμαστε, αγρότες και οικολόγοι, αποκτούμε τεχνογνωσία ως προς τη διοίκηση, τη χαρτογράφηση των γαιών προς πώληση και την άμεση δράση. Οι Ξεσηκωμοί της Γης έχουν πλέον οργανώσεις σχεδόν σε ολόκληρη τη χώρα.
Επιθυμία μας είναι να συμβάλλουμε στην αξιοπιστία της επαναστατικής προοπτικής, μέσα από την αύξηση της δυνατότητας μιας αυτόνομης υλικής δύναμης, επαρκούς για να τη στηρίξει.
Η ταξική πάλη είναι κεντρικό ζήτημα στο θέμα της ανάκτησης της γης, δεδομένου ότι η αγροτοβιομηχανία είναι ένας από τους πυλώνες του βιομηχανικού καπιταλισμού, κυρίως επειδή είναι πυλώνας της διαδικασίας προλεταριοποίησης: οικοδομήθηκε πάνω στην απαλλοτρίωση των μέσων διαβίωσης, οπότε και έγινε εφικτή η μισθωτή εκμετάλλευση. Επομένως, πέρα από την υπεράσπιση της γης και των εδαφών, πέρα από τον κοινωνικό αγώνα των αγροτών και την υπεράσπιση των οικοσυστημάτων που συνδέονται με τις καλλιέργειες, το συνολικότερο διακύβευμα είναι πώς θα παράσχουμε στα κινήματα επαρκή μέσα για υλική αυτονομία, ώστε να γίνει αξιόπιστη η προοπτική της πολιτικής αυτονομίας. Αν πάρουμε το παράδειγμα της Νότιας Αμερικής, είναι σαφές ότι οι μορφές λαϊκής αυτοδιοίκησης και πολιτικής αυτονομίας που οικοδόμησαν πολλά κινήματα ιθαγενών, ιδίως το κίνημα των Ζαπατίστας, θα ήταν αδύνατες χωρίς την ανακατάληψη 150.000 εκταρίων την επαύριο της εξέγερσης της 1ης Ιανουαρίου 1994. Επιθυμία μας είναι να συμβάλλουμε στην αξιοπιστία της επαναστατικής προοπτικής, μέσα από την αύξηση της δυνατότητας μιας αυτόνομης υλικής δύναμης, είναι επαρκούς για να την στηρίξει.
Lundi soir: Συνδυάζετε την αυτονομία και τη σύνθεση. Πώς φαντάζεστε ότι οι Ξεσηκωμοί μπορούν να αντηχήσουν και πέρα από τα σύνορα, σε ευρωπαϊκό, αν όχι παγκόσμιο επίπεδο;
Είμαστε μια οργάνωση που δέχεται ότι για να υπάρξει αντίκτυπος είναι απαραίτητος ένας βαθμός παρανομίας. Ξέρουμε ότι επειδή χτυπάμε μεγάλα συμφέροντα, μπορεί να μας συλλάβουν Έχουμε κάνει δράσεις ενάντια στη μεγάλη εγκληματική οργάνωση Lafarge, και όσον αφορά τη βιομηχανία, έχουμε πλήθος άλλων παραδειγμάτων. Θέτουμε τον παροπλισμό ως δυνατότητα, κάποιοι άλλοι το συνεχίζουν, και τελικά πολλοί το εκλαμβάνουν σαν κάτι το εφικτό. Απευθύναμε κάλεσμα σε 150 τοπικές οργανώσεις, όπου καθεμία είχε τη δική της δύναμη οργάνωσης και δράσης. Επί ένα τριήμερο έκαναν 40 περίπου δράσεις, από μικρά σαμποτάζ μέχρι συλλογικούς παροπλισμούς, όπως στη Ρουέν. Ενεπλάκησαν άνθρωποι πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους από άποψη κουλτούρας, πολιτικής πρακτικής και γλώσσας και έφτασαν ως την Ελβετία, τη Γερμανία και το Βέλγιο.
Μπορεί να μην έχουμε σχέδιο διεθνούς μαζικοποίησης, είμαστε όμως σε διάλογο με πολλά κινήματα από πολλά μέρη του κόσμου, που τα τελευταία χρόνια θέτουν το επαναστατικό ζήτημα. Συμβάλλουμε όπως μπορούμε με την εμπειρία που έχουμε αποκτήσει, και είναι γεγονός ότι σε πολλές χώρες, στην Ιταλία, στη Γερμανία, στην Ισπανία, υπάρχει ενδιαφέρον για ένα κίνημα που θέτει το ζήτημα της σύνθεσης και της μαζικής άμεσης δράσης με μια κάποια συνέπεια. Υπάρχει επομένως ένας βαθμός μαζικοποίησης, και στο 4ο κεφάλαιο του βιβλίου («Οικοδομώντας μια οργάνωση») αναφερόμαστε σ’ αυτόν. Ουσιαστικά, μιλάμε για το πώς αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα: «γειώνω την οικολογία» σημαίνει βρίσκω μοχλούς δράσης εκεί όπου θεωρώ ότι μπορώ να σταματήσω κάτι και να βάλω στη θέση του κάτι άλλο. Η μέθοδος -η μαζική άμεση δράση και η σύνθεση μεταξύ διαφορετικών, συγγενών οργανώσεων- ενδιαφέρει πολλούς ανθρώπους που κινητοποιούνται γύρω από άλλα ζητήματα, όπως η στέγαση, η αστυνομική βία, και άλλα κοινωνικά προβλήματα.
Ελπίζουμε ότι με το βιβλίο συμβάλλουμε σε αυτή τη συζήτηση, ότι τίθενται ξανά οι δυνατότητες ανατροπής και επαναστατικού σχεδίου, ότι ξεκλειδώνουμε φραγμούς. Ο τρόπος που δουλεύουμε μπορεί να εμπνεύσει κι άλλους. Ο διάλογος ανοίγει επειδή οι άνθρωποι θέλουν να συναντηθούν. Πρόσφατα ήμουν στη Γερμανία, επειδή το κίνημα Ende Gelände που εδώ και χρόνια κάνει δράσεις ενάντια στην εξόρυξη άνθρακα, είχε την αίσθηση ότι επέρχεται η εξάντληση. Είχαν ανάγκη να συνομιλήσουν με άλλα κινήματα.
Σκοπός δεν είναι να δημιουργηθούν μεγάλες οργανώσεις όπου η αδράνεια και η γραφειοκρατία συσσωρεύονται. Η σύνθεση δεν είναι ένα είδος φιλελεύθερης ανοχής ως προς τις μορφές δράσης του καθένα, όπου οι διάφορες τακτικές θα τοποθετηθούν η μια δίπλα στην άλλη. Κατά τη διάρκεια του αγώνα ενάντια στον αυτοκινητόδρομο Α133-Α134, γεννήθηκε μια φυσιοδιφική δράση, κάτι, απ’ όσο ξέρω, εντελώς καινούργιο στο πεδίο των σύγχρονων αγώνων. Τι είναι η φυσιοδιφική δράση; Στις περιοχές που σχεδιάζεται να καταστραφούν, καταγράφουμε τα προστατευόμενα είδη που ζουν εκεί, και ξεκινάμε τις νομικές προσφυγές. Στο δάσος της Bord, που απειλείται από το σχέδιο για τον αυτοκινητόδρομο, φανταστήκαμε τι επιθετικές ενέργειες θα μπορούσαν να κάνουν τα άγρια ζώα του δάσους, για παράδειγμα να σκαφτούν λίμνες για τους τρίτωνες, να γίνουν φωλιές για τους μυωξούς, να μπουν καρφιά στα δέντρα για να εμποδιστούν τα αλυσοπρίονα. Ήταν σαν η περιοχή να υπερασπιζόταν τον εαυτό της, ήταν ένας επανοπλισμός του δάσους. Η νέα αυτή μορφή δράσης προέκυψε από τη συνάντηση φυσιοδιφών και τοπικών οργανώσεων των Ξεσηκωμών, και μάλιστα σε μια περίοδο που νιώθαμε ανίσχυροι, γιατί ο πραγματικός στόχος δεν ήταν ορατός: οι εκσκαφείς δεν είχαν έρθει ακόμα, ούτε οι χωροτάκτες, δεν ξέραμε ποιος είναι ο εργολάβος.
Αντίθετα με αυτό που συνήθως συμβαίνει στους πολιτικούς κύκλους, η δική σας πρόταση είναι η σύνθεση να εκκινά από τις πρακτικές. Στο βιβλίο μιλάτε για το εργατικό κίνημα του παρελθόντος και ορθώς λέτε ότι δεν υπάρχει πια σήμερα εκείνο το επαναστατικό υποκείμενο, ο προλετάριος, που αρκεί να αποκτήσει ταξική συνείδηση για να ξεσπάσει η επανάσταση. Λόγω της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης, η στιγμή αυτή έχει παρέλθει. Επιπλέον, πάει καιρός που γελάμε με όσους περιμένουν τη γενική απεργία, επειδή είναι ο τρόπος για να αναβάλλουν εσαεί τη στιγμή να αναλάβουν δράση. Εσείς θέτετε τη δυνατότητα δράσης στο τώρα. Τίθεται εδώ ένα θέμα: στη γενική απεργία, οι εργαζόμενοι αποφασίζουν να σταματήσουν να τροφοδοτούν τη μηχανή της εκμετάλλευσης, ο συσχετισμός δυνάμεων αντιστρέφεται και ανοίγει η πολιτική συζήτηση για το τι θέλουμε να κάνουμε αντ’ αυτού. Από τη στιγμή που αυτό το υποκείμενο δεν υπάρχει πια, με κάτι πρέπει να το αντικαταστήσουμε. Έχω την εντύπωση ότι η πρότασή σας το αντικαθιστά με έναν τεράστιο βολονταρισμό. Λέτε ότι για να γίνει η επανάσταση, ζητούμενο δεν είναι να σταματήσουν τα πάντα, αλλά να χτυπάμε πάλι και πάλι και πάλι. Μήπως τελικά είναι κι αυτό ένας τρόπος αναβολής, ως τη στιγμή που έχουν δοθεί αρκετά χτυπήματα, με επιπλέον δεδομένο ότι ο κρατικός μηχανισμός θα πρέπει να φανεί ανεκτικός στη συσσώρευση χτυπημάτων και μαζικής δράσης; Το χρονικό διάστημα ανάμεσα στις πρώτες δονήσεις και τον σεισμό μπορεί να είναι πολύ μεγάλο. Και αν το διάστημα είναι πολύ μεγάλο, η πιθανότητα συντριβής είναι υψηλή.
Η ιδέα του μομέντουμ της γενικής απεργίας είναι όντως πολύ βολική, αφού στο μεταξύ μπορείς να μην κάνεις τίποτα! Είμαστε όμως καχύποπτοι και με την ιδέα του οικολογικού σχεδιασμού, ότι δηλαδή ένα κράτος, με τη γνωστή του συγκρότηση, μπορεί να βγει από την οικονομία της παραγωγικής συσσώρευσης. Υπάρχει μια σειρά δομικών εμποδίων, και δεν υπάρχει περίπτωση τα πράγματα να πάρουν αυτή την κατεύθυνση, όποιος κι αν εκλεγεί, και όσο πράσινος και αν είναι ένας υπουργός. Εμείς λέμε ότι στην παρούσα κατάσταση, δεν γυρίζουμε την πλάτη σε κανέναν μοχλό. Προσπαθούμε να χαράξουμε μια οδό όπου το επαναστατικό σχέδιο δεν θα έρχεται σε αντίθεση με το αίτημα του μορατόριουμ για τις μεγα-δεξαμενές, όπως στην ιστορία της ιταλικής αυτονομίας, όπου τα αιτήματα για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας δεν βρίσκονταν σε αντίθεση με την επαναστατική δυναμική. Δεν υπάρχει αντίθεση στον βαθμό που όλο αυτό εντάσσεται σε έναν γενικό συσχετισμό δυνάμεων, με την προοπτική αυτός να μετακινηθεί και να μην περνάει από μεταρρυθμίσεις. Προσπαθούμε να βαδίσουμε σε αυτή την αιχμή. Διεκδικούμε μεταρρυθμίσεις και μορατόριουμ που έχουν να κάνουν με θεσμικά μέτρα στα οποία μπορούμε να δώσουμε ώθηση, ταυτόχρονα όμως υπάρχει η ανάγκη να επιτεθούμε και να οικοδομήσουμε ένα σύνολο υλικών αντεξουσιών, όχι μόνο για τρόφιμα, αλλά και για χώρους, επιτροπές πόρων και τοπικές οργανώσεις σε ολόκληρη τη χώρα. Η στιγμή της εξέγερσης ή η στιγμή της ανατροπής του συσχετισμού δυνάμεων είναι αδύνατη χωρίς αυτό το σύνολο μικρών θεσμών αντεξουσίας που ξέρουν να συνεργάζονται και να επιτίθενται.
Οι πόλεις βρίσκονται σε διαδικασία αποπρολεταριοποίησης. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πια προλετάριοι, ίσως υπάρχουν περισσότεροι από ποτέ, uberοποιημένοι, πειθαρχημένοι στις αποθήκες της Amazon κλπ. Η uberοποίηση καταστρέφει τον κόσμο της εργασίας. Οι προλεταριακές κοινότητες καταρρέουν. Υπάρχει η ιδέα να συνθέσετε και με αυτόν τον κόσμο, ο οποίος εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις κρατικές υποδομές;
Οι λαϊκές συνοικίες είναι, ομολογουμένως, το όριο του κινήματός μας. Οι σύγχρονες παθογένειες που συνδέονται με την κατάρρευση των κοινοτήτων είναι φραγμοί στη δυνατότητα οικοδόμησης μιας ισχυρής οργάνωσης, και κυρίως μιας οργάνωσης με διάρκεια. Μας απασχολεί το ερώτημα του πώς φροντίζουμε και περιθάλπτουμε ο ένας τον άλλον μέσα στην οργάνωση, πώς οικοδομούμε μια κοινότητα αγώνα σε περίπτωση που δεν υπάρχει πια κανένας ισχυρός θεσμός πρόνοιας.
Προσωπικά, με έχει εμπνεύσει πολύ το αγγλικό κίνημα καταλήψεων, που επιχειρούσε να σταματήσει ένα οδικό πρόγραμμα με καταλήψεις δασικών εκτάσεων και με τον κόσμο να ζει εκεί σε δέντρα και σήραγγες. Η στιγμή του αγώνα δεν ήταν μόνο η διαδήλωση ή η τάδε δράση, ήταν η καθημερινή ζωή. Κι αυτό σημαίνει ότι πρέπει να φανταστούμε μια κοινότητα με καθημερινή ζωή και νέους δεσμούς. Νομίζω ότι αυτό ακριβώς ήταν τόσο συναρπαστικό στην εμπειρία της ZAD, όπου οι άνθρωποι πήγαν τόσο για να εναντιωθούν στο αεροδρόμιο όσο και να υπερασπιστούν την κοινή δυνατότητα που γεννιόταν, την εκ νέου εκμάθηση της άμεσης δημοκρατίας και των αυτόνομων δεσμών. Οι δεσμοί αλληλεγγύης γεννιούνται μέσα από μια σειρά πράγματα. Ο αγώνας είναι μάλλον το πιο πρόσφορο έδαφος, ειδικά όταν συμβαδίζει με την κατάληψη μιας έκτασης και αντικαθιστά την προαναγγελθείσα καταστροφή με μια άλλη μορφή ζωής.
Η κατάληψη της συνοικίας Lentillères της Ντιζόν, στην αρχή των Ξεσηκωμών, ήταν πολύ εμπνευστική. Αρχικά, στόχος ήταν να δημιουργηθούν κήποι για να προστατευτούν οι καλλιέργειες των κηπευτικών από το πρόγραμμα μπετονοποίησης της περιοχής. Σιγά-σιγά, καταλήφθηκαν και άλλα εκτάρια, ήρθαν να ζήσουν εκεί άνθρωποι από την πόλη, ήρθαν αιτούντες άσυλο… και ξαφνικά σχηματίστηκε ένας ιστός αλληλοβοήθειας όπου οι άνθρωποι δεν καλλιεργούσαν απλώς λαχανικά, αλλά οικοδομούσαν τα μέσα για να ζουν μαζί, και κατάφερναν να αναπληρώνουν το ξήλωμα των κρατικών θεσμών, συμπεριλαμβανομένης και της υγείας. Άρα λοιπόν, στην πόλη, υπάρχει ιστός ζωής και χώρος ελευθερίας, που γίνεται μαγικός, όχι για τα λαχανικά και τη γη που σώζεται, αλλά επειδή σχηματίζει μια υποδειγματική κοινότητα ανθρώπων απίστευτης ετερογένειας που καταφέρνουν να είναι ενωμένοι. Να τι μπορεί να είναι μια αυτόνομη γειτονιά με διάρκεια στην πόλη.
Πάντως, το σίγουρο είναι ότι ξεχνάμε τη δυνατότητα ανάκαμψης μιας αριστεράς που θα λειτουργεί ως αντεξουσία και θα εισάγει έναν νέο μηχανισμό κοινωνικής πρόνοιας. Αυτό μόνο οι κοινότητες αγώνα μπορούν πλέον να το αναλάβουν.
Βιβλιογραφία:
Les Soulèvements de la terre, Premières secousses, La fabrique, Paris 2024.
Ο ιστότοπος των Ξεσηκωμών της Γης: https://lessoulevementsdelaterre.org/
Δείτε:
Σαμποτάζ σε βιομηχανίες μπετόν: https://www.youtube.com/watch?v=4WGHAxRL1Ig
Εκδήλωση με ομιλίες σημαντικών προσωπικοτήτων ενάντια στο διάταγμα διάλυσης των Ξεσηκωμών της Γης: https://www.youtube.com/watch?v=Tv-J7PE-iwY
Ένα κατατοπιστικό ντοκιμαντέρ ακόμα και για τους μη γαλλόφωνους: https://www.youtube.com/watch?v=v4nruBu4aLI
Ακούστε:
Μια παρέα ηθοποιών και ακτιβιστών, μεταξύ των οποίων οι Mathieu Amalric, Camille Etienne, Laetitia Dosch και Valérie Dréville, ηχογράφησαν ολόκληρο το βιβλίο, κεφάλαιο προς κεφάλαιο. Ακούστε το μαγειρεύοντας, οδηγώντας, περπατώντας!
https://open.spotify.com/show/3GfrPs16dQN1o48grpQnqA
Τη μετάφραση της Μυρτώς Ράις επιμελήθηκε ο Αντώνης Γαζάκης
Επιτρέπεται η αναπαραγωγή και διανομή του άρθρου σύμφωνα με τους όρους της άδειας Attribution-ShareAlike 4.0 International (CC BY-SA 4.0)
Υποσημειώσεις
Προσθέστε σχόλιο