Στο πλαίσιο της συζήτησης που επιχειρούμε να ανοίξουμε γύρω από την κρίση και τις απαντήσεις σε αυτή, ζητήσαμε τη γνώμη του Αλέξανδρου Κιουπκιολή, που διδάσκει στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ και μελετά εδώ και χρόνια τα «κοινά» και την αλληλέγγυα οικονομία. Και τα δυο ζητήματα απασχόλησαν και απασχολούν πολλές και πολλούς, ιδίως κατά τη διάρκεια της κρίσης, ως ένα είδος αντίδρασης σε αυτή «από τα κάτω».
Μπορείτε να μας πείτε δυο λόγια για την δική σας ενασχόληση με τα «κοινά» ή/και την αλληλέγγυα οικονομία;
Ασχολούμαι κυρίως με τα «κοινά», ερευνητικά και κατά καιρούς πολιτικά, όταν αναπτύσσονται κινηματικές πολιτικές δράσεις γύρω από τα κοινά. Σε ερευνητικό επίπεδο, εκτός από συναφείς δημοσιεύσεις που περιλαμβάνουν και ένα βιβλίο (The Common and Counter-hegemonic politics. Re-thinking social change, Edinburgh University Press, 2019), διευθύνω το ευρωπαϊκό ερευνητικό σχέδιο «Ετεροπολιτικές. Ανασχηματίζοντας το Κοινό και το Πολιτικό» που διερευνά εναλλακτικές πολιτικές με άξονα τα κοινά σε τρεις χώρες: Ελλάδα, Ισπανία, Ιταλία (ERC COG 2017-2020). Με δυο λέξεις, με ενδιαφέρουν κινήσεις και συλλογικές δραστηριότητες γύρω από τα κοινά που ενσαρκώνουν μια εναλλακτική πολιτική και κοινωνική αντίληψη πέρα από το κράτος και τον καπιταλισμό. Διερευνώ τους πολιτικούς όρους υπό τους οποίους αυτές οι δράσεις των κοινών θα μπορούσαν να επεκταθούν και να κλιμακωθούν οδηγώντας σε ευρύτερη αλλαγή πολιτικού, οικονομικού και πολιτισμικού παραδείγματος.
Υπάρχει μια συζήτηση για τα κοινά και την αλληλέγγυα οικονομία («εμπεριέχεται η δεύτερη στα πρώτα ή τα πρώτα στη δεύτερη;») ήδη από την αρχή της κρίσης. Ας ξεκινήσουμε με μια υποτυπώδη εννοιολόγηση, τι είναι τα «κοινά», τι είναι και τι δεν είναι (δομές) «αλληλέγγυα(ς) οικονομία(ς)»;
Οι ορισμοί και των δύο είναι επίδικα αντικείμενα. Το ζήτημα είναι τι συνιστούν τα συγκεκριμένα κάθε φορά «κοινά» ή οι «δομές αλληλέγγυας οικονομίας». Εδώ θα επιμείνω κυρίως στα «κοινά» λόγω ιδιαίτερης ενασχόλησης. Στη βιβλιογραφία και στον τρέχοντα λόγο τα «κοινά» μπορούν να σημαίνουν σχεδόν κάθε κοινωνική δραστηριότητα αδιακρίτως, καθώς κάθε κοινωνική διάδραση και δομή προϋποθέτει κάτι κοινό… Οπότε, από μια πολιτική σκοπιά, καλούμαστε να επιλέξουμε ποια «κοινά» ακριβώς μας ενδιαφέρουν και γιατί. Όπως σημείωσα, εστιάζω στα κοινά ως υπαρκτές εναλλακτικές μορφές πέραν του κράτους και του καπιταλισμού. Το «πέραν» δεν δηλώνει μια πλήρη εξωτερικότητα ή υπέρβαση, αλλά μια δυναμική με διαβαθμίσεις, μια τάση και έναν προσανατολισμό. Αυτά τα κοινά έχουν μια τριμερή δομή αποτελούμενη από: 1) μια κοινότητα, 2) μια διάσταση της συλλογικής της ζωής ή μια αντικειμενικότητα την οποία διαχειρίζεται ή/και δημιουργεί η κοινότητα (από δάση ως λογισμικό, πολιτισμική δημιουργία κλπ.), 3) θεσμούς/κανόνες διαχείρισης αυτής της συλλογικής διάστασης ή αντικειμενικότητας από κοινού από την εν λόγω κοινότητα. Με απασχολούν «κοινά» τα οποία οι κοινότητες διαχειρίζονται με όρους ισότιμης συλλογικής συμμετοχής και μοιράσματος, ανοικτότητας, πλουραλισμού, ισότητας και αλληλεγγύης.
Από τη σκοπιά αυτή, οι «δομές κοινωνικής αλληλεγγύης» μπορούν να είναι μια μορφή κοινών εφόσον εμφανίζουν αυτά τα χαρακτηριστικά. Από την άλλη, δεν είναι απαραίτητο να τα εμφανίζουν γιατί η αλληλεγγύη δεν πραγματοποιείται πάντοτε με όρους ισοτιμίας, ισότητας, ανοικτότητας, από κοινού διαχείρισης.
Η συζήτηση αυτή απασχόλησε και απασχολεί από κομμάτια του αντιεξουσιαστικού και αναρχικού χώρου μέχρι τμήματα που ανήκουν στον ΣΥΡΙΖΑ ή που εντάχθηκαν στην πορεία σε αυτόν. Σε αυτό το πλαίσιο έχουν γίνει εκδηλώσεις, έχουν δημιουργηθεί συλλογικότητες, αλλά και εκδόσεις βιβλίων (λ.χ. Οι εκδόσεις των συναδέλφων και ως εγχείρημα αλλά και ως επιλογές τίτλων (π.χ. του Λιερού), αλλά και οι Ακυβέρνητες Πολιτείες ως Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση [Κοιν.Σ.Επ.], με πρώτο τίτλο για την αυτοδιαχείριση στην Αργεντινή). Ποια είναι τα κύρια σημεία που αναδεικνύονται στις συζητήσεις αυτές και ποιες είναι οι χαρακτηριστικές αντιθέσεις/αντιφάσεις που αναδεικνύονται μέσα από αυτές τις συζητήσεις;
Πολλές και διάφορες, αλλά νομίζω ότι ένα κοινό μοτίβο είναι η αναζήτηση υπαρκτών και δυνάμει αποτελεσματικών εναλλακτικών που διασώζουν τα καλύτερα στοιχεία ή τα θεμελιώδη ιδανικά των επαναστατικών παραδόσεων του κομμουνισμού και της αναρχίας, δηλ. ελευθερία στη βάση της ισότητας, συλλογική ιδιοκτησία και διαχείριση των πλουτοπαραγωγικών πηγών, εργατική αυτοδιαχείριση, δικαιοσύνη ως κοινωνική αλληλεγγύη. Οι διαμάχες και οι αντιθέσεις είναι κατά πόσον η επέκταση υπαρκτών μορφών αυτο-οργάνωσης (της εργασίας, της γειτονιάς, του δήμου κ.ο.κ.) με στόχο τον ευρύτερο κοινωνικό μετασχηματισμό μπορεί να γίνει οριζόντια και «από τα κάτω» ή χρειάζεται μια κεντρική, ίσως και συγκεντρωτική και ισχυρή οργάνωση, αν χρειάζεται εμπλοκή ή σύγκρουση με το κράτος ή αποστασιοποίηση από αυτό, ποια σχέση με την αγορά πρέπει να διατηρούν τα εγχειρήματα των κοινών, ιδιαίτερα τα συνεταιριστικά, γενικώς με ποιους τρόπους διάσπαρτες, αδύναμες και περιορισμένες δράσεις υπό τη μορφή κοινών ή αλληλέγγυας οικονομίας μπορούν να συναθροιστούν σε μια καθολικότερη μετασχηματιστική ή, αν θέλετε, επαναστατική δυναμική. Εν ολίγοις, το κεντρικό ερώτημα είναι αν τα κοινά ως «από τα κάτω» αυτο-οργάνωση που απορρίπτει τις γραφειοκρατίες του κόμματος, του κράτους -και της εταιρείας, βεβαίως- μπορούν να γίνουν μοχλός κοινωνικής αλλαγής στην κατεύθυνση της εξισωτικής χειραφέτησης συγκροτώντας ένα αντι-ηγεμονικό παράδειγμα που θα διαδοθεί και θα κατισχύσει, στον λόγο και στην πράξη.
Πώς κρίνετε την ελληνική βιβλιοπαραγωγή για το θέμα, τόσο τις πρωτότυπες εργασίες όσο και τις επιλογές έργων που μεταφράζονται; Εντοπίζεται, ποσοτικές ή ποιοτικές διαφορές από τη διεθνή βιβλιοπαραγωγή επί του θέματος;
Σε ό,τι αφορά τα «κοινά», οπωσδήποτε. Έχουν μεταφραστεί ορισμένα θεμελιώδη έργα, όπως της Elinor Ostrom για τη διακυβέρνηση των Κοινών, ή πιο πρόσφατα του David Bollier, μια ευανάγνωστη εισαγωγή στα κοινά, καθώς ακόμη και ορισμένα κείμενα του De Angelis, της Federici κλπ. Πολύ σημαντική είναι η επικείμενη έκδοση της μετάφρασης του έργου Commun των Dardot και Laval από τις εκδόσεις Εκκρεμές. Το έργο αυτό δεν είναι μόνο μια κριτική εισαγωγή στο σύνολο της σύγχρονης βιβλιογραφίας και συζήτησης γύρω από τα κοινά. Επιδιώκει, επίσης, ρητά να αρθρώσει μια συνολική πολιτική αντίληψη για τα κοινά ως άλλο παράδειγμα πολιτικής οργάνωσης και δράσης, το οποίο συνεχίζει αλλά και ανανεώνει ριζικά τις επαναστατικές παραδόσεις του κομμουνισμού, του αναρχισμού και του σοσιαλισμού για την εποχή μας.
Ωστόσο, μεγάλο μέρος της βιβλιογραφίας είναι διαθέσιμο ακόμη μόνον στα αγγλικά ή σε άλλες ξένες γλώσσες. Θα ήθελα να δω, μεταξύ άλλων, να μεταφράζονται το τελευταίο έργο του De Angelis, Omnia Sunt Communia, o συλλογικός τόμος με επιμέλεια των Bollier και Helfrich, Patterns of Commoning, το Commowealth των Hardt και Negri, το Βene Comuni, Un Manifesto του Ugo Mattei. Η ελληνική παραγωγή είναι ισχνή, αλλά όχι τελείως ασήμαντη. Υπάρχει μια ιδιαίτερα αξιόλογη εκδοτική, και κυρίως ερευνητική, δραστηριότητα του P2P Lab με έδρα τα Γιάννενα και υπεύθυνο τον Βασίλη Κωστάκη, γύρω κυρίως από τα ψηφιακά κοινά και την ομότιμη παραγωγή, ορισμένα βιβλία πιο θεωρητικά του Λιερού, και τέλος της αφεντιάς μου με έμφαση στα «πολιτικά κοινά» (Τα Κοινά της Ελευθερίας, Εκδόσεις Έρμα).
«Από τα πάνω», η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχει «θεσμοθετήσει» εν μέρει τα κοινά προχωρώντας σε επαναπροσδιορισμό του νομοθετικού πλαισίου για τις Κοιν.Σ.Επ.., αφού είχε προηγηθεί ο νόμος της κυβέρνησης Παπανδρέου το 2011. «Από τα κάτω», η απο-ανάπτυξη, πρόταγμα τμήματος του κόσμου που ασχολείται με τα κοινά φαίνεται σήμερα σε μια περίοδο κρίσης να αποτελεί και στόχο του καπιταλισμού (καταστροφή κεφαλαίου) προκειμένου να ξεπεράσει την κρίση. Φυσικά, ενώ η αποανάπτυξη αποτελεί διαρκές διακύβευμα για τους υποστηρικτές της, για τον καπιταλισμό είναι απλά ένα βήμα πριν την (επαν)ανάπτυξη. Σε ποιο βαθμό είναι αφομοιώσιμη η όλη συζήτηση και η πρακτική που απορρέει από τα κοινά και σε ποιο βαθμό είναι στον αντίποδα του καπιταλισμού;
Τα πάντα είναι αφομοιώσιμα από τη χοάνη του καπιταλισμού, του πιο δυναμικού ίσως κοινωνικού συστήματος στην ιστορία, και τίποτε δεν φέρει μια εγγενή φύση. Ο χαρακτήρας των κοινωνικών πραγμάτων προσδιορίζεται πολιτικά. Τα «κοινά» είναι στην πράξη πολύσημα και αμφίσημα. Υπάρχουν θέσεις, όπως αυτή του Y. Benkler, που όχι μόνον θεωρεί τα σύγχρονα κοινά (ανοικτό λογισμικό, Wikipedia, συνεργατικές πλατφόρμες κλπ.) συμβατά με την καπιταλιστική αγορά αλλά και όρο ανανέωσης και επιβίωσής της, με «ενέσεις» συνεργασίας που συγκρατούν την αγριότητα και τις αντικοινωνικές συνέπειες του οξυμμένου ανταγωνισμού και ατομικισμού. Οι αντικαπιταλιστές θεωρητικοί και ακτιβιστές George Caffentzis και Silvia Federici έχουν αναπτύξει το επιχείρημα ότι ο νεοφιλελευθερισμός συνειδητά προσπαθεί μέσω ποικίλων εκφραστών του, όπως η Παγκόσμια Τράπεζα, να εγκολπωθεί τα κοινά. Έτσι η Παγκόσμια Τράπεζα προτείνει τη συλλογική διαχείριση φυσικών πόρων από κοινότητες στην Αφρική, ενώ η Elinor Ostrom, που δεν έθετε ένα πλήρως αντικαπιταλιστικό πρόσημο στα κοινά, βραβεύτηκε με το Νόμπελ Οικονομικών το 2008 ακριβώς για το έργο της για τη διακυβέρνηση των «πόρων κοινής δεξαμενής». Πριν δύο χρόνια, η Μπιενάλε αρχιτεκτονικής στη Βενετία είχε κεντρικό θέμα τα κοινά, και παρουσίαζε έργα ιδιωτικών αρχιτεκτονικών γραφείων ως κοινά απλώς και μόνον εφόσον έκαναν κάποιο «καλό» σε τοπικές κοινότητες (αυτό ονομάζεται και ‘commonswashing’ του καπιταλισμού, το οποίο του δίνει ένα κοινωνικό προσωπείο).
Στις περισσότερες ωστόσο εκδοχές των κοινών, είτε μιλάμε για ανοικτό λογισμό είτε για μια τοπική κοινότητα που διαχειρίζεται το νερό ως κοινό πόρο, εμφανίζονται κοινωνικές διαστάσεις και λογικές που διαφέρουν από τις κυρίαρχες λογικές του κράτους και του καπιταλισμού, είτε πρόκειται για τις πρακτικές της συνεργασίας και του δώρου, είτε για τη συλλογική συμμετοχική διαχείριση κοινών πόρων με σκοπό το κοινό όφελος και τη οικολογική βιωσιμότητα αντί του κέρδους. Η θέση μου είναι ότι αυτή η εναλλακτική λογική των κοινών πρέπει ρητά να ανασυρθεί, να ενισχυθεί και να γίνει ένα αντικαπιταλιστικό συνολικό πρόταγμα αλλαγής μέσα από «ιδεολογική» δουλειά, πολιτική οργάνωση, πολιτική στρατηγική και μαζική, συντονισμένη δράση που θα εμφορείται από αξίες αντίθετες και στην κρατική γραφειοκρατία και ιεραρχία και στην καπιταλιστική αγορά. Η Wikipedia μπορεί να είναι «απλώς» μια ανοικτή εγκυκλοπαίδεια ή ένα παράδειγμα μη καπιταλιστικής, συνδιαχειριστικής και συνεργατικής δημιουργίας, το οποίο θα επικαλείται ένα πολιτικό κίνημα των κοινών που αμφισβητεί την κυριαρχία και του κράτους και του καπιταλισμού.
Σε συνδυασμό με την πιο πάνω ερώτηση: ένα προηγούμενο διάστημα είχαμε έντονες αντιπαραθέσεις εντός μεγάλου Συνεταιρισμού στη Β. Ελλάδα που αφορούσαν και απολύσεις ή βλέπουμε Κοιν.Σ.Επ. να γεννιούνται από τις «διασπάσεις» προϋπαρχουσών Κοιν.Σ.Επ. Κατά την άποψή σας, σε ποιο βαθμό τα εγχειρήματα αυτά είναι ή μπορούν να είναι «εκτός» καπιταλιστικής λειτουργίας, είτε στην μικροκλίμακα μιας (και) οικονομικής μονάδας, είτε στο ευρύτερο πλαίσιο λειτουργίας τους σε μια πόλη ή χώρα; Πως βλέπουν οι εμπλεκόμενοι τα εγχειρήματά τους, τα θεωρούν εντός ή εκτός καπιταλιστικού πλαισίου;
Σε καμία περίπτωση τα εν λόγω εγχειρήματα δεν είναι εκτός καπιταλιστικού πλαισίου γενικώς. Aπ’ όσο γνωρίζω, με βάση επιτόπιες έρευνες, και τα ίδια τα άτομα που συμμετέχουν ως επί το πλείστον συμφωνούν –με κάποιους αστερίσκους στους οποίους αξίζει να μείνουμε. Στην καλύτερη εκδοχή τους, εγχειρήματα της αλληλέγγυας οικονομίας ή των «κοινών» σε οικονομικές δραστηριότητες –συνεταιρισμοί, συνεργατικές πλατφόρμες, τα λεγόμενα ‘makerspaces’ κ.α.- έχουν ορισμένες λογικές και δυναμικές που έρχονται σε σύγκρουση με καθοριστικές δομές της αγοράς αλλά και του κράτους, όπως είναι η κάθετη οργάνωση, τα αφεντικά που μοιράζονται το κέρδος και δίνουν εντολές, ο ανταγωνισμός και η μονομανής επιδίωξη του κέρδους. Συνεταιρισμοί, συνεργατικά μορφώματα, δίκτυα και πλατφόρμες συνεργασίας που εμφορούνται από ένα πνεύμα αλληλεγγύης, δικαιοσύνης, εργατικής αυτοδιαχείρισης και συναγωνιστικότητας εναντίον του κεφαλαίου και του κράτους που το υπηρετεί, καλλιεργούν εκείνες τις άλλες υποκειμενικότητες, τις σχέσεις και τις οργανώσεις που μπορούν να συγκροτήσουν τον φορέα της ευρύτερης κοινωνικής αλλαγής σε μια κατεύθυνση εξισωτικής χειραφέτησης. Το κρίσιμο στοίχημα είναι ο συνειδητός πολιτικός προσανατολισμός, η αγωνιστικότητα -που σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αποκλείει τη χαρά, τη δημιουργικότητα και το ευ ζην εδώ και τώρα- και η επέκταση των δικτύων που θα συναθροιστούν στο μαζικότερο κοινωνικό υποκείμενο, το οποίο θα προωθήσει τη διάβρωση του καπιταλισμού και τον μετασχηματισμό προς μια κοινωνία των κοινών.
Από την άλλη, εγχειρήματα που επιδιώκουν να «βγουν» τελείως από την κοινωνία της πλειοψηφίας και να δημιουργήσουν δίκτυα παραγωγής και ανταλλαγών που δεν έχουν καμία σχέση με την αγορά, στην οποία είναι ενσωματωμένη η κοινωνική πλειοψηφία, εγείρουν το ερώτημα όχι μόνον του βαθμού του εφικτού τους αλλά και της δυνατότητάς τους να επηρεάσουν την πλειοψηφία και τη διαχείριση των τεράστιων συλλογικών πόρων που ελέγχει το κράτος και ο καπιταλισμός. Των πόρων βέβαια που μας ενδιαφέρουν -ενέργεια, σχολεία, νερό κλπ.-, όχι ορυχείων ή πυρηνικών εργοστασίων ή κατέργων όπως η Amazon.
Υπάρχει αντίστοιχη διεθνής συζήτηση; Αυτή αφορά συγκεκριμένες χώρες (λ.χ. αυτές που βίωσαν εντονότερα την κρίση είτε σήμερα είτε στο παρελθόν) ή είναι ευρέως διαδεδομένη; Συνομιλεί με την ελληνική περίπτωση, παίρνει εθνικά χαρακτηριστικά κάθε φορά (με βάση την συγκεκριμένη χώρα ή περιοχή) ή είναι πιο γενική επιχειρώντας την ανάδειξη καθολικών προταγμάτων; Λ.χ. έχω την εντύπωση πως στην Γερμανία το κίνημα για την απο-ανάπτυξη έχει ένα καθολικό μοντέλο (απο-)ανάπτυξης ενώ στην Ελλάδα θαρρώ πως πρόκειται για κινήσεις τοπικής εμβέλειας με προτάγματα που αφορούν στην περιοχή δραστηριοποίησης.
Η συζήτηση είναι κυρίως διεθνής, ευρωπαϊκή ή, καλύτερα, ευρωατλαντική ως επί το πλείστον. Τα κοινά, συγκεκριμένα, ως ‘bene comuni’ είναι βασικό πολιτικό σύνθημα και όρος του συρμού στην πολιτική ζωή της Ιταλίας, με σημείο εκκίνησης το εθνικό δημοψήφισμα για τη μη ιδιωτικοποίηση του νερού το 2011, και την κατάληψη του θεάτρου της Ρώμης Teatro Valle την ίδια εποχή. Στην Ισπανία τα κοινά (‘comunes’) είναι επίσης ένας διαδεδομένος όρος και κινηματική αναφορά, που συνδέεται κυρίως με το κίνημα του ‘municipalismo’, τις πλατιές συμμαχίες αριστερών ομάδων, παρατάξεων και κινημάτων βάσης οι οποίες «κέρδισαν τους δήμους» σε πολλές ισπανικές πόλεις το 2015, μεταξύ αυτών στη Μαδρίτη και τη Βαρκελώνη, με μια ατζέντα εναντίον της λιτότητας και του νεοφιλελευθερισμού και στον απόηχο των Indignados. Και στην Ιταλία, οι δήμοι παίζουν πολύ ενεργό ρόλο στη διάχυση των «αστικών κοινών», μορφών ανοικτού συνεργατισμού αλλά και διαχείρισης αστικών χώρων και κτιρίων από αυτοοργανωμένες κοινότητες πολιτών, θεσπίζοντας σε άνω των 140 δήμους ένα καταστατικό για τα κοινά. Η αρχή έγινε στη Μπολόνια, ενώ ξεχωριστή και πολύ δυναμική περίπτωση αποτελεί η πόλη της Νάπολης επί δημαρχίας Luigi de Magistris.
Πρόκειται για σημαντικές πολιτικές εξελίξεις και πειραματισμούς στην κλίμακα των πόλεων που εμφανίζουν το γνωστό χαρακτήρα του «κοσμοτοπικισμού» ή glocal (global και local) στη διαχείριση των σχέσεων μεταξύ καθολικού και ιδιαίτερου/τοπικού. Με άλλα λόγια, όλες αυτές οι πολιτικές διεργασίες ανάπτυξης του συνεργατισμού, της διαχείρισης κοινών πόρων από κοινότητες και ενδυνάμωσης της πολιτικής συμμετοχής των πολιτών, με κριτικές αιχμές εναντίον της νεοφιλελεύθερης λογικής και στα πλαίσια δημιουργικής αντιμετώπισης της κρίσης, συνδυάζουν ιδιαιτερότητες βάσει των τοπικών συνθηκών με μια καθολική απεύθυνση όχι μόνο σε επίπεδο κοινού προτάγματος αλλά και διεθνών δράσεων, δικτύων και συνεργασιών, π.χ. μεταξύ των ιταλικών και των ισπανικών πόλεων. Τα «δημοτικά κοινά» διερευνούν νέους δρόμους κοινωνικού μετασχηματισμού και διασύνδεσης ανταγωνιστικών κινημάτων με την κρατική εξουσία σε τοπικό επίπεδο. Πολλές δυσκολίες, αμφισημίες και ελλείψεις φυσικά εμφανίζονται, αλλά και ένας δημιουργικός πυρετός και πειραματισμός που θα ήταν ευχής έργο να μεταδοθεί και στην ημεδαπή, πέρα από τον ζόφο της κεντρικής πολιτικής σκηνής.
Προσθέστε σχόλιο