Γεωγραφίες της απουσίας
Σωτήρης Λυκουργιώτης
Κουρσάλ Συνεργατικές Εκδόσεις, Θεσσαλονίκη, 2021 | 72 σελίδες
Στην ποίηση του Σωτήρη Λυκουργιώτη η έννοια του χώρου και το αστικό τοπίο αποτελούν βασική προϋπόθεση της ποιητικής μετουσίωσης. Κάποτε δηλώνεται φανερά και άμεσα και κάποτε μυστικά και υποδόρια. Ενίοτε επιχειρείται μια ιδεαλιστική προσέγγιση, ιδίως όταν η πόλη γίνεται ένα γυναικείο σώμα που πρέπει να ερευνηθεί σε όλες του τις διαδρομές. Ο έρωτας εκεί παρουσιάζεται σαν ιδέα που αντιπαρατίθεται στον μεταβλητό κόσμο της καθημερινότητας και των κοινωνικών σχέσεων. Άλλες φορές η πόλη, το αστικό τοπίο απεκδύεται τον κοινωνικό της χαρακτήρα και γίνεται μια ελεγεία χαμένου έρωτα, μια ματαίωση προσωπική και σχεδόν μυστικιστική.
Αυτά τα χαρακτηριστικά -μόνιμα μάλλον στην ποίηση του Λυκουργιώτη- είναι παρόντα και στην προηγούμενη ποιητική συλλογή του Αστικά λήμματα. Στη νέα του συλλογή γεωγραφίες της απουσίας ο χώρος όμως φαίνεται να γίνεται πιο οικουμενικός, να μη γνωρίζει σύνορα, να μην ταυτίζεται με καμία πόλη, και τα όποια αστικά σύμβολα χρησιμοποιούνται, γίνονται τα κλειδιά μύησης στον νέο κόσμο που το τελευταίο ποίημα της συλλογής προοιωνίζει.
Διαβάζοντας κανείς τις γεωγραφίες της απουσίας αισθάνεται πως παραπαίει ανάμεσα σε έναν παλιό κόσμο της απάθειας, της βύθισης, της συντήρησης κτηρίων με ένα παρελθόν που δεν έχει νόημα στο παρόν του και από τη άλλη στον νέο κόσμο της αλλαγής, της δημιουργικής και αναγκαίας βίας που φτιάχνεται από λέξεις και θα συντηρηθεί από αυτές. Τους δύο κόσμους ενώνει ο έρωτας, ο οποίος δεν θα πάψει ποτέ σε καμία ουτοπία να δημιουργεί απουσίες, στεναγμούς και αδιέξοδα. Ίσως αυτή να είναι και η πραγματική του φύση που ο παλιός κόσμος δεν μπορεί να σηκώσει και έτσι οι περισσότεροι επιλέγουν να κολυμπούν στις σπιτικές τους πισίνες, στην τεχνητή τους θάλασσα, όπως θα πει και ο ποιητής.
Με μια γλώσσα λυρική, συχνά σατιρική, μερικές φορές σε ελεγειακό τόνο και αρκετές φορές καβαφικά πεζή, κινούμαστε από τον έναν κόσμο στον άλλον, από την αστική αρτηρία στον θαλάσσιο δρόμο της ελευθερίας. Βιογραφικά στοιχεία και αναγνωστικές προτιμήσεις συμπλέκονται με πολιτικές θέσεις και κοινωνικές ήττες για να μας δώσουν μια μυθολογία του παρόντος με ένα παρελθόν που δεν επηρεάζει πια σε τίποτα, παρά μόνο εξαντλείται σε μια μουσειακή παρουσία και πιέζει τον ποιητή να χτίσει ένα άλλο μέλλον.
Οι γεωγραφίες της απουσίας είναι πρωτίστως ένα εγχειρίδιο εμπλοκής στο αστικό τοπίο. Ο έρωτας, η ματαίωση, η συντήρηση, η φθορά, θραύσματα και ψηφίδες από αστικά κατάλοιπα και αστικές συνήθειες είναι οι όψεις της πόλης που αναδύεται. Μια πόλη με μυθικό παρελθόν, που η μοίρα της γίνεται μοίρα και πεπρωμένο αυτού του κόσμου, γεννημένη άλλοτε από κάποια μνήμη έρωτα και άλλοτε από ένα συλλογικό όραμα. Η γεωγραφία της πόλης όταν καθορίζεται από την γεωγραφία του έρωτα, αλλάζει μορφή ανάλογα με το βίωμα του ποιητή· μεταστοιχειώνεται σε ηδονικό τοπίο: ανάμεσα στα πόδια σου οδήγησε το μέτωπό μου απ’ τη σχισμή σου να δω πού οδηγεί το βάθος του κόσμου ή μετουσιώνεται σε πένθιμο σκηνικό ματαίωσης: μοιάζουμε με τις προσόψεις εκείνων των διατηρητέων κτηρίων που η Εφορία Νεότερων μνημείων επιμένει ακόμα να συντηρεί —παρότι εσωτερικώς είμαστε ένας όγκος ερειπίων.
Ο Σωτήρης Λυκουργιώτης προσφέρει πολύτιμη υπηρεσία στις κοινωνικές επιστήμες: μια ολόκληρη εποχή, η δική μας, ξεπηδά μέσα από στίχους για γερασμένα σπίτια, προσόψεις διατηρητέων κτηρίων, γεωγραφικές σημειώσεις και συντεταγμένες. Ένα οδοιπορικό με τα μάτια ενός παρατηρητή του χώρου, ενός περιπλανώμενου τόπων φαντασίας και πραγματικότητας, μια σύγχρονη αστική ποίηση με συστηματική μεθοδολογία, λεξιλόγιο και όρους που αποκαλύπτουν το αδιαχώριστο του ιδιωτικού και του δημόσιου, της φθοράς και του νέου, του παρόντος και του μέλλοντος. Και ενώ το αστικό του σύμπαν φαίνεται να είναι κολλημένο στο μεταίχμιο του τώρα και του μετά, λικνίζεται συχνά παθητικά σε μια κουλτούρα ματαίωσης:
Στο τέλος ακόμα και ο Λωτ θα κοιτάξει προς τα πίσω στην πόλη με τις ολόφωτες οθόνες
τα βήματά του σταθερά προς τον γκρεμό θα συνεχίσουν —γιατί να σταματήσει;
Η δυστοπία προβάλλει ως κριτική και συμπέρασμα: στις δίνες τους παρασύρουν άμορφα πλήθη τουριστών με κινητά τηλέφωνα και κάρτες χρεωστικές που θέλουν μάταια να αγγίξουν τον κόσμο μα ο κόσμος όσο ταξιδεύεις απομακρύνεται.
Ο ποιητής αποστασιοποιείται από τα άμορφα πλήθη και συνομιλεί με ποιητές άλλοτε άμεσα και άλλοτε συνωμοτικά. Όπως με τον Μιχάλη Κατσαρό, για να εμφανιστεί ως ο πολεοδόμος της επανάστασης, της αλλαγής, της διεκδίκησης. Το περιβάλλον στοιχείο εδώ προσεγγίζεται με έντονη ανατρεπτική διάθεση. Μια άλλη καθημερινή πραγματικότητα γίνεται το κύριο υλικό των νέων πόλεων, του νέου κόσμου. Ο νέος κόσμος αντανακλά τις πολιτικές αγωνίες του ποιητή. Οι πόλεις πρέπει να κατοικηθούν ξανά από άλλους πληθυσμούς που θα υπακούουν στα προστάγματα του Πυγμαλίωνα: Αντισταθείτε στους ελεγκτές της επίγειας κυκλοφορίας, πολεμήστε τους υδραυλικούς που εκτρέπουν ποτάμια, πολεμήστε τους στρατηγούς που έγιναν πολεοδόμοι και καμώνονται για τις οικολογικές ανησυχίες, κάφτε ζωντανούς αυτούς που οδηγούν οδοστρωτήρες πάνω από τα σπίτια των πληβείων. Το αύριο κινδυνεύει ως χώρος και ως χρόνος. Και εδώ χρειάζεται ο ποιητής. Δημιουργώντας νέο κόσμο, αποσπά τον αναγνώστη από τον χωροχρόνο της απουσίας και τον φέρνει αντιμέτωπο με τον εαυτό του και με τον Άλλον σε έναν χώρο και σε έναν χρόνο που ανοίγονται μέσα από στίχους σε προστακτική.
Η συνομιλία με ποιητές μοιάζει να λειτουργεί σαν λύση διαφυγής από το εδώ και τώρα. Στην περίπτωση της συνομιλίας με τον Χριστιανόπουλο με μια περιπαιχτική διάθεση απαντά στον πεζολογικό ρομαντισμό του περί έρωτος. Ενώ ο Χριστιανόπουλος τρομάζει στη σκέψη μήπως κόψουμε τα μπάνια στη θάλασσα-έρωτα επειδή πνίγηκαν πεντέξι, ο Σωτήρης απορεί πώς γίνεται να σταματήσουμε να μιλάμε για θάλασσα-ελευθερία επειδή οι περισσότεροι προτιμούνε τις πισίνες. Ο έρωτας γίνεται ελευθερία στην ποιητική του Σωτήρη ενώ η θάλασσα παραμένει και στους δύο ποιητές. Ο πνιγμός και ο θάνατος αντικαθίστανται από την ασφάλεια της πισίνας. Μέσα από τον διάλογο με τους ποιητές διαμορφώνεται ο νέος κόσμος, η νέα γεωγραφία της απουσίας. Η απουσία είναι παρούσα και στον νέο κόσμο, στις καινούργιες πόλεις με την επαναστατική πολεοδομία και την αρχιτεκτονική της ποίησης και είναι το ίδιο θλιβερή. Είναι όμως ανοικειωμένη. Βιώνεται ως απουσία που κινητοποιεί και δεν βυθίζει στην απάθεια, ενώνει τους ανθρώπους που κατοικούν από τις στέπες μέχρι εκείνους που βρίσκονται τα βράχια της Αλήθειας, δημιουργεί οράματα και όνειρα ακόμη και μακάβρια: «συμμαχήστε με αυτούς που ονειρεύονται ακόμα έναν θάνατο στο τέλος της άνοιξης ή μια κορφή με θέα τη γη της επαγγελίας».
Στον νέο κόσμο η ποίηση είναι παρούσα όχι ως εγχειρίδιο δημιουργίας του. Ο νέος κόσμος είναι ποίηση. Η επανάσταση είναι ποιητική πράξη και η ποιητική πράξη επανάσταση. Ο ιδρυτής και θεμελιωτής του είναι ο ποιητής και οι λέξεις του, οι προστακτικές του και τα ρήματα προτροπής. Ο ποιητής είναι ο νέος γεωγράφος ή μάλλον ο χαρτογράφος που μπορεί να κυκλώσει με επιτυχία τη γη αλλά δεν θα καταφέρει να φτιάξει τον χάρτη του κορμιού της. Είναι καταδικασμένος να αναπαράγει νέες γεωγραφίες απουσίας για εκείνον. Γιατί οι ποιητές δικαιώνουν τους κόσμους μας, αλλά οι κόσμοι μας καταδικάζουν τους ποιητές.
Επιτρέπεται η αναπαραγωγή και διανομή του άρθρου σύμφωνα με τους όρους της άδειας Attribution-ShareAlike 4.0 International (CC BY-SA 4.0)
Προσθέστε σχόλιο