Εισαγωγή στην Ηθική του Σπινόζα, Το Πρώτο Μέρος -Η φύση των πραγμάτων
Pierre Macherey (Πιέρ Μασρέ)
Μετάφραση: Τάσος Μπέτζελος
Επιστημονική επιμέλεια: Δημήτρης Αθανασάκης, Κυριακή Γουδέλη
Gutenberg, 2023 | 405 σελίδες
Αισθανόμαστε, παρ’ όλα αυτά, και γνωρίζουμε πως είμαστε αιώνιοι
Ηθική, 5ο Μέρος, Πρόταση 23, 2η Απόδειξη
Η Ηθική, όπως σημειώνει ο Πιερ Μασρέ, είναι ένα κείμενο «καλτ» στην ιστορία της φιλοσοφίας -ίσως το πιο «καλτ» από όλα. Με άλλα λόγια, πρόκειται για ένα sine qua non έργο για όποιον θέλει να ασχοληθεί με τη φιλοσοφία.
Ο Λέσσινγκ θα ισχυριστεί πως δεν υπάρχει άλλη φιλοσοφία εκτός από αυτή του Σπινόζα. Ο Χέγκελ θα θεωρήσει τη μελέτη του ως απαρχή του φιλοσοφικού στοχασμού. Ο Χάινε ότι όλοι οι σύγχρονοι φιλόσοφοι χωρίς, ίσως, να το γνωρίζουν, βλέπουν μέσα από τους φακούς που λείανε ο Σπινόζα. Ο Νίτσε τον βλέπει ως πρόγονό του. Ο Αϊνστάιν θα διαμορφώσει το κοσμοείδωλό του συνειδητά «κλέβοντας» από την Ηθική, ενώ ακόμη και ο σύγχρονός μας, κορυφαίος της νευροβιολογίας, Νταμάζιο θεωρεί πως το πλαίσιο που διαμόρφωσε ο Σπινόζα για την αντιμετώπιση του ψυχοφυσικού προβλήματος, είναι το καταλληλότερο για την επίλυση των σχετικών ζητημάτων.
Σε ένα πρώιμο γραπτό, που αφέθηκε στη μέση –Πραγματεία για την διόρθωση του νου-, ο Σπινόζα σημείωνε, εξαρχής: «Αφού με δίδαξε η πείρα ότι όλα όσα συμβαίνουν στην κοινή ζωή [και αφορούν τον πλούτο, τη δόξα και την ηδονή] είναι μάταια και μηδαμινά, […] αποφάσισα τελικά να αναζητήσω μήπως υπήρχε κάποιο πραγματικό και κοινωνήσιμο αγαθό». Με άλλα λόγια, ένα υπέρτατο αγαθό. Ο Σπινόζα, λοιπόν, θεωρεί πως τέτοιο υπέρτατο αγαθό είναι η πρόσκτηση και απόλαυση μιας γνώσης που μας συνδέει, εμάς τους ανθρώπους, με την Φύση όλη, δηλαδή με τον Θεό. Φύση ή Θεό (Deus sive Natura), το ίδιο «πράγμα».
Είναι η γνώση αυτή υπέρτατο αγαθό στο μέτρο, που οδηγεί αυτόν που την έχει στη χαρά, στην ελευθερία, για την οποία θεωρεί πως δεν υπάρχει όριο –«μόνο η βλοσυρή πρόληψη αποκλείει το γέλιο». Το ενδιαφέρον είναι πως η γνώση αυτή που ελευθερώνει κατά έναν παράδοξο, για πολλούς, τρόπο, είναι η γνώση της αναγκαιότητας. Το γεγονός πως το γήινο πεδίο βαρύτητας μας ωθεί αναπότρεπτα προς το κέντρο της Γης, δεν μας στερεί την ελευθερία της κίνησης. Ξέρουμε ότι μπορούμε να πετάξουμε -αρκεί να γνωρίζουμε ό,τι από την φύση είναι αναγκαίο. Τότε η αναγκαιότητα γίνεται όρος της ελευθερίας.
Ο Σπινόζα γράφει Ηθική. Πράγμα που σημαίνει πως γράφει ένα βιβλίο, το οποίο στόχο έχει να διευκρινίσει πώς πρέπει να ζούμε τη ζωή μας, ποιες είναι οι πρακτικές που εξασφαλίζουν την ευδαιμονία, τη χαρά, γιατί η χαρά δεν μας οδηγεί στην αρετή, αλλά είναι η ίδια η αρετή. Ένα βιβλίο, που διερευνά πώς πρέπει να ζούμε γνωρίζοντας «πως είμαστε αιώνιοι». Γιατί «ο ελεύθερος άνθρωπος δεν σκέφτεται τον θάνατο».
Έχει σημασία να υπογραμμίσουμε πως έχουμε να κάνουμε με Ηθική στο μέτρο που η εκκίνηση, το 1ο Μέρος της, κάθε άλλο παρά οδηγεί σε μια τέτοια εννόηση.
Ο Σπινόζα ξεκινάει την Ηθική με τον Θεό. De Deo επιγράφεται το 1ο από τα 5 Μέρη -Περί του ΘΕΟΥ. Για να ακολουθήσουν: Περί της Φύσης και της Προέλευσης του ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ (2ο), Περί της Προέλευσης και της Φύσης των ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΕΠΗΡΕΙΩΝ (3ο), Περί της Δουλείας, ήτοι περί της Ισχύος των ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΕΠΗΡΕΙΩΝ (4ο), Περί της ΔΥΝΑΜΗΣ του ΝΟΥ, ήτοι περί της Ισχύος της Ανθρώπινης ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ (5ο) (ακολουθώ, ως επί το πλείστον, την έκδοση της Ηθικής από το Εκκρεμές, σε μετάφραση του Ευάγγελου Βανταράκη).
Η Ηθική ξεκινάει με τον Θεό, δηλαδή το Όλον, την πιο πλήρη πραγματικότητα, την απόλυτη πραγματικότητα. Τον οποίο, κατά τον ορισμό 6, εννοεί ως το απολύτως άπειρο ον, μια υπόσταση συγκείμενη από άπειρα κατηγορήματα, καθένα από τα οποία εκφράζει μια άπειρη και αιώνια ουσία. Όπου με τον όρο υπόσταση (ορισμός 3) εννοεί αυτό που είναι στον εαυτό του και συλλαμβάνεται μέσω του εαυτού του, δηλαδή αυτό που το εννόημά του δεν χρειάζεται το εννόημα ενός άλλου πράγματος από το οποίο να πρέπει να σχηματιστεί. Το απολύτως αύταρκες θα μπορούσαμε να πούμε, το αυταίτιο (causa sui), αυτό (ορισμός 1) που η ουσία του περιέχει την ύπαρξη, αυτό που η φύση του δεν μπορεί να συλληφθεί παρά ως υπάρχουσα.
Κατηγορήματα είναι (ορισμός 4) αυτά που αντιλαμβάνεται ο νους ως συνιστώντα την ουσία της υπόστασης. Τα κατηγορήματα της υπόστασης είναι άπειρα· εμείς, όμως, αντιλαμβανόμαστε δύο και μόνο: την Έκταση και την Σκέψη, με κοινότερα λόγια και ακριβολογώντας λιγότερο, την Ύλη και το Πνεύμα.
Αυτό που μας λέει, λοιπόν, ο Σπινόζα, ήδη από τις πρώτες σειρές, είναι πως υπόσταση λέμε αυτό που είναι αυταίτιο, είναι και συλλαμβάνεται στον εαυτό του και μέσω του εαυτού του. Τίποτε δεν βρίσκεται «εκτός» του, άρα τίποτε εκτός του ίδιου δεν επιδρά πάνω του. Ο Θεός είναι αυτή η μία υπόσταση, άπειρη και απόλυτη, η πραγματικότητα ολόκληρη, με τίποτε να μην περισσεύει.
Η Ηθική ξεκινάει με τον Θεό γιατί ο Σπινόζα θεωρεί πως η γνώση αποκτάται σωστά όταν κινούμαστε από το αίτιο προς το αποτέλεσμα, που σημαίνει από το Όλον προς τα μέρη αυτού του Όλου. Όπως θα δείξει, όλα είναι στον Θεό, ο Θεός είναι το ποιητικό αίτιο των πάντων και, βεβαίως, και των ενικών πραγμάτων, των τρόπων της υπόστασης, είδος των οποίων είμαστε κι εμείς οι άνθρωποι.
Η Ηθική, ήδη από το εξώφυλλο, ξεκαθαρίζει πως είναι more geometrico, αποδεδειγμένη, δηλαδή, με γεωμετρική τάξη. Εκτυλίσσεται μορφικά, όπως η Ευκλείδεια γεωμετρία. Το 1ο Μέρος, έτσι, ξεκινάει με ορισμούς -8 τον αριθμό- και με 7 αξιώματα. Στον Ευκλείδη οι ορισμοί αφορούν τα απλά γεωμετρικά αντικείμενα, όπως το σημείο ή η ευθεία, μεταξύ άλλων, ενώ τα αξιώματα αναφέρονται στα αυτονόητα: από δύο σημεία μόνο μία ευθεία διέρχεται, από τρία σημεία, που δεν είναι στην ίδια ευθεία μόνο ένα επίπεδο διέρχεται κ.ό.κ
Στην περίπτωση της Ηθικής, οι εναρκτήριοι ορισμοί και τα αξιώματα, μπορεί να πει κάποιος, πως θεμελιώνουν μια οντολογία, μας μιλούν για το Είναι καθεαυτό. Θα πρέπει όμως να είμαστε προσεκτικοί. Όπως υπογραμμίζει ο Μασρέ, η Ηθική δεν μπορεί να διαβαστεί ως γραμμική ανάπτυξη ενός περιεχομένου, αλλά μόνο ως δίκτυο. Αυτό σημαίνει πως πρότερες προτάσεις, προκειμένου να συλληφθεί εξ ολοκλήρου η σημασία τους, χρειάζονται κάποιες μεταγενέστερες. Η οντολογία, λοιπόν είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη γνωσιολογία και τον πρακτικό λόγο έτσι που στο τέλος είναι άσκοπη η διάκρισή τους.
Το 1ο Μέρος, όπως αναφέρθηκε ήδη, ξεκινάει με ορισμούς και αξιώματα και συνεχίζει με προτάσεις -θεωρήματα-, αποδείξεις, πορίσματα, λήμματα και σχόλια. Η δομή της, συνεπώς, είναι απολύτως «γεωμετρική». Ο Σπινόζα μας προκαλεί να σκεφτούμε τα πρώτα δοσμένα. Αν αποδεχτούμε την αλήθεια τους, τότε δύσκολα θα αποφύγουμε τα παραγόμενα συμπεράσματα στο μέτρο που αυτά προκύπτουν με πολύ δύσκολα αμφισβητήσιμη ορθολογική ακρίβεια.
Το Περί του Θεού 1ο Μέρος, διατυπώνει και αποδεικνύει 36 προτάσεις που αφορούν την Θεία Φύση (1-15) και την Θεία Δύναμη (16-36). Οι πρώτες 15, δηλαδή, αποδεικνύουν την ύπαρξη και τη φύση του Θεού. Οι 21 επόμενες αποδεικνύουν αυτό που κάνει ο Θεός δοθέντος αυτού που είναι.
Νομίζω πως σε αυτό το σημείο μπορούμε να δούμε ένα σκαρίφημα του τρόπου με τον οποίο δουλεύει ο Σπινόζα στο De Deo -τον ίδιο συνεχίζει, φυσικά, να εφαρμόζει και στα επόμενα Μέρη. Οι πρώτες 4 προτάσεις (1. Η υπόσταση είναι φύσει πρότερη, των τρόπων (επηρεασμών) της. 2. Δύο υποστάσεις, που έχουν διαφορετικά κατηγορήματα δεν έχουν τίποτε κοινό μεταξύ τους. 3. Όσα πράγματα δεν έχουν τίποτε κοινό μεταξύ τους, ένα από αυτά δεν μπορεί να είναι το αίτιο του άλλου. 4. Δύο ή περισσότερα διακριτά πράγματα διακρίνονται μεταξύ τους ή από τη διαφορετικότητα των κατηγορημάτων των υποστάσεων ή από τη διαφορετικότητα των τρόπων τους) αποδεικνύονται κάνοντας χρήση μόνο ορισμών και αξιωμάτων. Από εκεί κι έπειτα αξιοποιούνται και οι προηγούμενες προτάσεις. Για να αποδειχτεί η πρόταση 5, π.χ., πέρα από ορισμούς και αξιώματα, χρησιμοποιούνται η πρόταση 4 και η πρόταση 1.
Με αυτόν τον τρόπο, ο Σπινόζα, βήμα-βήμα, πρόταση την πρόταση, αποδεικνύει ότι μια υπόσταση δεν μπορεί να παραχθεί από μια άλλη υπόσταση (πρ. 6), ανήκει στην φύση τής υπόστασης να υπάρχει (7), κάθε υπόσταση είναι αναγκαία άπειρη (8), ο Θεός, ήτοι μια υπόσταση συγκείμενη από άπειρα κατηγορήματα, καθένα από τα οποία εκφράζει μια άπειρη και αιώνια ουσία, υπάρχει αναγκαία (11), η απολύτως άπειρη ουσία είναι αδιαίρετη (13), πέρα από τον Θεό δεν μπορεί να υπάρξει ή να συλληφθεί καμιά υπόσταση (14), ό,τι είναι, είναι στον Θεό, και τίποτε δεν μπορεί να είναι ή να συλληφθεί χωρίς τον Θεό (15), από την αναγκαιότητα της θεϊκής φύσης πρέπει να έπονται άπειρα με άπειρους τρόπους (16)…
Επαναλαμβάνω ότι ο Σπινόζα δεν διατυπώνει αυτές τις προτάσεις. Τις αποδεικνύει. Γι’ αυτό άλλωστε επιλέγει τον «γεωμετρικό τρόπο» ως τον πιο κατάλληλο.
Επιπλέον πρέπει να προσέξουμε οτι ο Θεός του Σπινόζα δεν έχει καμιά σχέση με τους άλλους Θεούς -ούτε αυτούς των μονοθεϊστικών θρησκειών. Η παρεπόμενη, σε σχέση με όσα παρατέθηκαν παραπάνω, διατύπωση Deus sive Natura -Θεός ή Φύση- μας καθοδηγεί σε μια εντελώς άλλη σύλληψη του Θεού. Το ακριβές περιεχόμενο, όμως, απαιτεί την καλή ανάγνωση της Ηθικής, διαφορετικά μπορούμε να αποδώσουμε στον Σπινόζα μια πανθεϊστική άποψη που δεν του αντιστοιχεί.
Όπως σημειώνει ο Μασρέ, η Ηθική πρέπει να διαβαστεί ξανά και ξανά για να θεωρήσουμε πως την διαβάσαμε. Γι’ αυτό και η δική του εισαγωγή είναι ανάγνωση του κειμένου, που «προσπαθ[εί] να αποφύγ[ει] οποιαδήποτε προσθήκη ή αφαίρεση σε ένα κείμενο στο οποίο έχουν αφιερωθεί, στους τρεις αιώνες που μεσολάβησαν από τη συγγραφή του, μια άφθονη και ίσως υπεράφθονη βιβλιογραφία». Διαβάζοντας την Ηθική, ο Μασρέ θέλει, επιπλέον, να προειδοποιήσει πως μοριακές εκφορές, αποσπασμένες από το δίκτυο που τις εγγράφει στο Όλον της πραγμάτευσης, είναι, εν πολλοίς, παραπειστικές ως προς το νόημά τους. Όταν χρησιμοποιούνται ως σλόγκαν -και χωρίς την προηγούμενη προειδοποίηση- πάντοτε οδηγούν σε μείζονες παρεξηγήσεις.
Ο Μασρέ μάς προσφέρει την ευκαιρία να ξεκινήσουμε να διαβάσουμε μαζί του, με την πολύτιμη βοήθεια ενός από τους σημαντικότερους αείποτε αναγνώστες της, την Ηθική. Το Περί του Θεού Μέρος μπορεί να μας εξοικειώσει και για τα επόμενα. Ο ίδιος άλλωστε έχει κάνει αυτή τη δουλειά της ανάγνωσης και για τα πέντε Μέρη. Θα ήταν πολύ ωφέλιμο να μεταφράζονταν και αυτές οι Εισαγωγές από τους ίδιους συντελεστές και εκδόσεις. Η μετάφραση είναι εξαιρετική. Η επιστημονική επιμέλεια αφήνει το αποτύπωμά της.
Το βιβλίο μάς προσφέρει, εκτός από την ανάγνωση, και ένα πολύ χρήσιμο παράρτημα που μας επιτρέπει να κινηθούμε σε όλη την έκταση της Ηθικής, σε όλο το δίκτυο που τη συγκροτεί, με τη χρήση ενός «γραφήματος», που συνδέει τον κάθε ορισμό, αξίωμα, πρόταση, με όσα προηγούνται αυτής και την παράγουν και με όσα έπονται και στην παραγωγή τους συμμετέχει.
***
Η εισαγωγή του Μασρέ διαβάζεται μαζί με την Ηθική. Χώρια δεν βγάζει νόημα. Μαζί, όμως, τα καταφέρνει καλά.
Στη γλώσσα μας, η πρώτη μετάφραση έγινε το 1913 από τον Νικόλαο Κουντουριώτη, για τις εκδόσεις Φέξη, και η οποία κυκλοφορεί ακόμη, σε φωτομηχανική ανατύπωση, από τις εκδόσεις Δωδώνη (2020). Η πιο πρόσφατη μετάφραση, την οποία χρησιμοποίησα σε αυτήν την παρουσίαση, είναι αυτή του Ευάγγελου Βανταράκη για τις εκδόσεις Εκκρεμές (2009). Υπάρχει και μία ακόμη, αυτή της Μίνας Ζωγράφου, του 1956, από τις εκδόσεις Αναγνωστίδη -είναι η αγαπημένη μου, αφού αυτήν χρησιμοποιούσαμε στο 4ο εξάμηνο του μεταπτυχιακού του ΑΠΘ στη Συστηματική Φιλοσοφία το μακρινό 1999 στην ανάγνωση της Ηθικής από κοινού με τον Γεράσιμο Βώκο.
Σε αυτόν αφιερώνω το κείμενό μου.
Το κείμενο του Χρήστου Λάσκου επιμελήθηκε ο Γιώργος Ηλιάδης
Επιτρέπεται η αναπαραγωγή και διανομή του άρθρου σύμφωνα με τους όρους της άδειας Attribution-ShareAlike 4.0 International (CC BY-SA 4.0)
Προσθέστε σχόλιο