(Ακούστε τα τραγούδια που ανθολογούνται στο άρθρο)
Το παρόν σύντομο σημείωμα δεν ασχολείται με το πολιτικό τραγούδι γενικά (που φυσικά προήλθε και από τις μαρξιστικές ιδέες), ή με ήρωες και αιτήματα του εργατικού κινήματος που έγιναν τραγούδια (που προφανώς αποτελούν κι αυτά μια έμμεση συνεισφορά του μαρξισμού). Εστιάζει αποκλειστικά στον Καρλ Μαρξ σαν πρόσωπο, σε κάποιες έννοιες που ανήκουν αυστηρά στον χώρο της μαρξιστικής θεωρίας, και στο πώς ο Μαρξ και το σύμπαν του αποτυπώθηκαν από το ελληνικό τραγούδι. Γιατί, ναι, ο γεράκος με το μούσι που γεννήθηκε πριν από 200 χρόνια δεν άφησε ήσυχο ούτε και το τραγούδι μας!
«Κύριε Κάρολε μην τους παρεξηγείς»: Ο Μαρξ ως πρόσωπο
Το 1974, ο Μάνος Λοΐζος εκδίδει τα Τραγούδια του Δρόμου.[1] Εκεί, στο τραγούδι Τρίτος Παγκόσμιος[2] ο Γιάννης Νεγρεπόντης γράφει για την εργατική τάξη της Ευρώπης, τον Πέτρο, τον Γιόχαν και τον Φραντς, που «ποτέ τους δεν διάβασαν Μαρξ / ιδέα δεν είχαν για τραστ και για κραχ» και σκοτώνονται στον πόλεμο για τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Όσο για το κεφάλαιο, τον Μπράουν, τον Φίσερ και τον Κραφτ, «σκεφτήκαν και βρήκαν πως φταίει ο Μαρξ, (…) ξανάσμιξαν πάλι και φτιάξανε τραστ».
Έναν χρόνο μετά, ο Νεγρεπόντης συνεργάζεται με τον Λουκιανό Κηλαηδόνη στα Απλά μαθήματα πολιτικής οικονομίας, όπου ο Μαρξ κάνει την εμφάνισή του δύο φορές. Πρώτον, στο τραγούδι Απόλυτο & σχετικό: «Οπότε η μεταφυσική ίσως να κάνει λάθος / κι ο Μαρξ το πράγμα να ‘χει δει σωστότερα στο βάθος». Δεύτερον, στο Επαναστατικό άλμα: «Το νερό εκεί που βράζει / σαν το όριο ξεπεράσει / το καπάκι θα πετάξει / το ’πε ο Μαρξ κι έγινε πράξη». Όπως θα δούμε στην επόμενη ενότητα, ο δίσκος έχει και μια σειρά άλλων παραπομπών σε κρίσιμες πτυχές της μαρξιστικής θεωρίας, πέρα από την ονομαστική αναφορά στον ιδρυτή της.
Το 1982, ο Παύλος Σιδηρόπουλος στο Βιβλίο των Ηρώων βάζει τον Μαρξ μαζί με τον Χριστό και τον Φρόιντ: «Μεσ’ απ’ τ’ αντερά σου σκούζει τ’ όρνιο / που σου τρώει τα σωθικά / του Χριστού φοράει το χιτώνιο / και έχει το πρόσωπο του Μαρξ / έχει φροϋδικές ρυτίδες…». Ο Μαρξ εδώ είναι πηγή ενοχών για τον ήρωα του τραγουδιού -ο Σιδηρόπουλος γράφει χωρίς να εξηγεί, αλλά μπορούμε βάσιμα να υποθέσουμε ότι στηλιτεύει τις περιπτώσεις εκείνες των ατόμων που γαντζώνονται από μια θεωρία, μια ιδεολογία ή μια θρησκεία και τη μετατρέπουν σε μέσο δογματικών κρίσεων, πειθάρχησης, και αυτοπεριορισμού. Δεκτή φυσικά και πάσα άλλη ερμηνεία.
Τη συνύπαρξη Χριστού και Μαρξ τη συναντάμε και στον Μανώλη Ρασούλη το 1998. Στο Ο μέσα μου Guevara, σε μουσική Χάρη Παπαδόπουλου, «Βούδας, Χριστός και Πλάτωνας και Μαρξ οδός Ερμού / οδεύουν στο ουζάδικο να πιουν, να παν’ κι αλλού». Εδώ η ιδιοφυία του Ρασούλη προσθέτει μια διονυσιακή διάσταση στα μεγάλα αφηγήματα, αποδομώντας την όποια αυστηρότητά τους και επιτρέποντας πιθανές και απίθανες συνομιλίες μεταξύ διαφορετικών ρευμάτων σκέψης.
Στην εργογραφία του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα υπάρχουν δύο τραγούδια που περιέχουν τον γέρο-Μαρξ. Το 1996, στον δίσκο Παυσίλυπον συναντάμε το ομώνυμο τραγούδι -με τον τρόπο των μεγάλων τραγουδιών-αφηγημάτων τύπου Διδυμότειχο Μπλουζ και Να δεις τι σου ’χω για μετά – σε στίχους του Νίκου Τσακνή, αδερφού του γνωστού τραγουδοποιού: «Μαρξ και ήλιος πρασινί / αριστερά καράν κουνεί / μπόυ στα κάτεργα στον κάμπο / να τραβάς κουπί». Η χρήση του Μαρξ εδώ υπηρετεί την κριτική προς το ΠΑΣΟΚ («ήλιος πρασινί») και προς την ψευτο-αριστερόστροφη μόδα των 1980s. Το δεύτερο τραγούδι του Μαχαιρίτσα με Μαρξ μέσα είναι η Φάρμα, σε στίχους του Ισαάκ Σούση από το 2001: «Καλά κοιμήσαμε τον Μαρξ / τον ύπνο του αδίκου / μα έχει βαρύ ροχαλητό / και μου γκρεμίζει στίχους». Μπορεί εδώ η ρίμα να μην βγαίνει με ακρίβεια, αλλά το νόημα είναι ξεκάθαρο· οι ιδέες που συνδέθηκαν ιστορικά με τον Μαρξ παραμένουν διαχρονικές, παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις.
Μια πρόσφατη, τέλος, επίκληση του Μαρξ βρίσκεται στο Ντουέτο των Γιάννη Πανουτσόπουλου (στίχοι) και Τάσου Γκρους (μουσική) που κυκλοφόρησε το 2014: «Αχ ρε Μαρξ και να γυρνούσες / μ’ ένα κόκκινο κασκέτο / να σου έγραφα τραγούδι / και να κάναμε ντουέτο». Δεν λείπει, φαντάζομαι, ο Μαρξ σαν άτομο στον στιχουργό· η λαχτάρα επιστροφής του Μαρξ συμβολίζει την ανάγκη επιστροφής των ιδεών του και εκ νέου νοηματοδότησης της πολιτικής με την κριτική, ριζοσπαστική ματιά της μαρξιστικής θεωρίας.
Ο Μαρξ στο ελληνικό τραγούδι εμφανίζεται και με το μικρό του όνομα, ως Κάρολος. Δεν χρειάζεται να είσαι μυημένος για να καταλάβεις ότι το όνομα Κάρολος παραπέμπει στον Μαρξ, αν και βέβαια υπάρχει και ο έτερος Κάρολος, ο Πρίγκιπας της Ουαλίας, για τον οποίον όμως ακόμα δεν γράφτηκε τραγούδι στη χώρα μας! Το 1990, ο Τζίμης Πανούσης -η απώλεια του οποίου στις αρχές του 2018 μας γέμισε με μπόλικη λύπη- γράφει στο Εργατική Υποχώρηση: «Μισές αλήθειες είπε ο Κάρολος / του σατανά φιρμάνι / και το σφυρί για καμουφλάζ / να κρύβει το δρεπάνι». Μην παρασυρθείτε όμως από το απόσπασμα -δεν κάνει ο Τζιμάκος τη γνωστή αντικομμουνιστική σύνδεση μεταξύ του Μαρξ και των διαστρεβλώσεων του υπαρκτού σοσιαλισμού. Ο Μαρξ επιστρατεύεται για να μπουν στο στόχαστρο όσοι εκείνη την περίοδο ανακάλυπταν στα γεράματα τη μαγεία της αγοράς και των ΗΠΑ: «θέλω να ονειρευτώ αμερικάνικα / και να με δένουν σαν σκυλί με τα λουκάνικα» και «βοηθήστε με μαντάμ να ανανήψω / το αριστερό μου παρελθόν να τους το κρύψω».
Η δεύτερη αναφορά στον Κάρολο ήρθε το 2000 από τον Χάρη και τον Πάνο Κατσιμίχα στις Τρύπιες Σημαίες από τον ομώνυμο δίσκο: «Κύριε Κάρολε μην τους παρεξηγείς / αν δεν κατάλαβαν ποτέ τι πήγαινε να πει η λέξη υπεραξία / δε φταις εσύ δε φταιν αυτοί δε φταίει η θεωρία / ήτανε γράμματα ψιλά μπροστά στη λέξη ελευθερία». Το σχήμα των Κατσιμιχαίων έχει δύο άξονες. Αφενός, εντοπίζουν τη ρίζα της πτώσης των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού στον ανελεύθερο χαρακτήρα τους και τη λαϊκή βούληση για ελευθερία. Αφετέρου, απαλλάσσουν τον Μαρξ από την οποιαδήποτε ιστορική του ευθύνη, καθώς λένε ότι δεν έφταιξε ούτε αυτός ούτε η μαρξιστική θεωρία για αυτή την πτώση. Η αναφορά, στο ίδιο τραγούδι, στην «άγρια επανάσταση» που «θα ξανασυμβεί με χίλιους τρόπους / όσο θα υπάρχουν οι αιτίες οι παλιές / εκείνες που ανάψανε του Οκτώβρη τις φωτιές» ξεδιαλύνει μια και καλή τις πολιτικά ριζοσπαστικές προθέσεις του τρομερού διδύμου του ελληνικού τραγουδιού.
«ξέρεις καμιά σελίδα μαρξισμού…»: Η κληρονομιά του Μαρξ από το Μανιφέστο ως την υπεραξία
Πέρα από τον Μαρξ σαν όνομα και σαν ιστορική φυσιογνωμία, στο ελληνικό τραγούδι εμφανίζονται ρητές αναφορές και στην κληρονομιά του Μαρξ – στον μαρξισμό, στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο, στην ταξική ανάλυση. Το 1975, όπως θυμηθήκαμε νωρίτερα, ο Γιάννης Νεγρεπόντης παραδίδει τα Απλά Μαθήματα Πολιτικής Οικονομίας, μια μπρεχτικής καθαρότητας μαρξιστική αποτύπωση της μαρξιστικής θεωρίας της εκμετάλλευσης, με τη μελωδική λιτότητα του Λουκιανού Κηλαηδόνη. Ξέρετε ας πούμε κάποιον καλύτερο ορισμό της μαρξιστικής έννοιας της υπεραξίας από αυτόν που παραθέτει η Απλή αριθμητική; «Δέκα επί χίλια δέκα χιλιάδες / και μόνο χίλιες για χίλιους εργάτες / εννιά λοιπόν χιλιάδες, εννιά επί χίλια / αυτό είναι που πάντα θα λέμε υπεραξία». Με την ίδια λιτότητα και σαφήνεια αντανακλάται η μαρξιστική θεωρία της αλλοτρίωσης στο τραγούδι Το σύστημα: «Τα χέρια σου συνάδελφε όταν τα νοικιάζεις / να ξέρεις πως το σύστημα είναι που τ’ αρωγιάζεις / όπως κι ο εργοδότης σου όταν στα καπαρώσει / για χάρη του συστήματος θα σε αλλοτριώσει». Τέλος, στην Έννοια της τιμιότητας ο Νεγρεπόντης χτυπάει και τη βάση της μαρξιστικής κριτικής του καπιταλισμού – την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής: «Αυτό που είναι τίμιο για τον καπιταλίστα / για τον εργαζόμενο είναι μια ατιμία / πως να χωρέσει το μυαλό του μικροκτηματία / η ιδιοκτησία πως είναι ατιμία». Μια σύνοψη του Κεφαλαίου σε τραγούδια -αυτό είναι ουσιαστικά όλος ο δίσκος!
Το 1977, ο Μιχάλης Γρηγορίου μελοποιεί συγκλονιστικά τα Ανεπίδοτα Γράμματα του Άρη Αλεξάνδρου. Στο Σύντροφε κοιμάσαι; ακούμε με τη φωνή του Σάκη Μπουλά: «Σύντροφε κοιμάσαι; / Ήθελα να μου πεις, ξέρεις καμιά σελίδα μαρξισμού / που να βουλιάζουνε οι λέξεις στο χαρτί / Σαν τη σιωπή μου / στις κόρες των ματιών της;». Έναν χρόνο αργότερα, ο Θάνος Μικρούτσικος εκδίδει τα Τραγούδια της Λευτεριάς. Στο Φλεβάρης 1848 (ημερομηνία πρώτης έκδοσης του Κομμουνιστικού Μανιφέστου), ο Άλκης Αλκαίος τιμά το γνωστό βιβλίο των Μαρξ-Ένγκελς συνδέοντάς το με ήρωες της παγκόσμιας αντιαποικιακής και εθνικοαπελευθερωτικής πάλης: «Απόψε σμίξαν τις καρδιές μας σ’ έναν έστω / στιγμιαίο συντονισμό ίδιες ελπίδες / καθώς μας φώτιζαν το δρόμο οι σελίδες / απ’ το Κομμουνιστικό μας Μανιφέστο». Και στον Φασισμό από τον ίδιο δίσκο, ο Φώντας Λάδης (εκ των κορυφαίων στιχουργών του πολιτικού τραγουδιού) προειδοποιεί για τον φασισμό που «δίπλα σου θα φτάσει κάποια μέρα / αν χάσεις τα ταξικά γυαλιά σου». Μπορεί να μην είναι άμεση η αναφορά στον μαρξισμό εδώ, αλλά να με συγχωράτε, ταξικά γυαλιά και ταξική ανάλυση δεν θα υπήρχαν ούτε για δείγμα χωρίς τον μεγάλο διανοητή.
Για κάποιους βέβαια, ο μαρξισμός μπορεί να μην είναι μόνο ένας τρόπος θέασης του κόσμου αλλά να συνδέεται και με κάτι τόσο τρομερό όσο ο θάνατος. Η Κατερίνα Γώγου, μελοποιημένη και ερμηνευμένη από τη Βάσω Αλαγιάννη το 2012, γράφει και δεν εξηγεί: «Με το κεφάλι θρύψαλα / απ’ τη μέγγενη των παζαριών σας / την ώρα της αιχμής και κόντρα στο ρεύμα / θ’ ανάψω μια μεγάλη φωτιά / και κει θα ρίξω όλα τα μαρξιστικά βιβλία / έτσι που να μη μάθει ποτέ η Μυρτώ / τα αίτια του θανάτου μου» (Με κόκκινο, από τη συλλογή Ιδιώνυμο). Το νόημα είναι διφορούμενο: τα μαρξιστικά βιβλία είναι τα αίτια του θανάτου της, ή αναλύουν τα αίτια αυτά;
Η σατιρική λειτουργία του Μαρξ: Ο μαρξιστής σαν καρικατούρα
Η συμπερίληψη του Μαρξ στο ελληνικό τραγούδι εξυπηρετεί και μια σατιρική – σκωπτική λειτουργία. Συγκεκριμένα, μέσω του μεγάλου διανοητή σκιαγραφείται από το ελληνικό τραγούδι η καρικατούρα του μαρξιστή που λειτουργεί υποκριτικά αλλάζοντας ιδεολογίες και πεποιθήσεις σαν τα πουκάμισα. Το 1982, για παράδειγμα, στη Ντόπια διανόηση ο Βασίλης Νικολαΐδης αναφέρεται στον ιδεότυπο του ανθρώπου που ξεκίνησε συνεργαζόμενος με εκπομπή του χουντικού καθεστώτος, στη συνέχεια μετάνιωσε, «ώσπου μια μέρα ξύπνησε και ήταν Μαρξιστής».
Στον Χάρρυ Κλυνν, ο Μαρξ κι ο μαρξισμός αναδεικνύονται σε εγγενές στοιχείο της ελληνικής ταυτότητας, δεδομένης της κυριαρχίας του ΠΑΣΟΚ και της ευρύτερης ηγεμονίας των ιδεών και της κουλτούρας της αριστεράς. Παραπέμποντας στη συγκεκριμένη κληρονομιά, ο μεγάλος σατιρικός των 1980s φώτιζε το τεράστιο χάσμα λόγων και έργων που επεδείκνυαν εξίσου κυβερνήσεις και λαός, και την τρομακτική αντίφαση μεταξύ προσωπικών διακηρύξεων και πραγματικών επιλογών. Το 1984, στο Ελλάδα, η χώρα του πράσινου ήλιου ακούμε ότι «με Honda η Ελλάδα προς την δόξα τραβά / με Μαρξ, Ορθοδοξία και με μια ζεϊμπεκιά / να την η Ελλάδα ανάσκελα». Τρία χρόνια αργότερα, στο στόχαστρο μπαίνει ο καταναλωτισμός μιας κοινωνίας που έχει πλέον αρχίσει και πιάνει την καλή: «Μαρξισμός και Μπιρίμπα / Φακαντόρο Καρέρα Ιβσενλοράν και πορείες ειρήνης» στο τραγούδι Παραπάει το πράμα και τον δίσκο «Natin – Fatin».
Φεύγουμε από τη σάτιρα μετά μουσικής με κατεύθυνση το ελληνικό χιπ χοπ. Ο B.D. Foxmoor των Active Member και της Low Bap ενέταξε με ποικίλους τρόπους τον Μαρξ στους στίχους του, με τρόπο κριτικό και σαρκαστικό. Στην Πρεμιέρα τα βάζει με ελληναράδες και τεχνοκράτες και εξουσιαστές, αλλά απευθύνεται κι αλλού: «Εσύ ορθόδοξε μαρξιστή, νεοεθνικοκομουνιστή / εσύ φοβισμένε / εσύ που με ψήνεις τόσα χρόνια να περάσουμε βέρα». Στο Κάνε επανάσταση φαντάζεται την επανάσταση ως μοτίβο για reality show, με τους συμμετέχοντες να διαβάζουν και επαναστατική θεωρία: «Πολύ διάβασμα / Ένγκελς, Τρότσκι, Μπακούνιν και Μαρξ / για τιμωρία τα μεγάφωνα / θα παίζουνε Πυξ Λαξ». Και στην «Αιώνια λιακάδα ενός ηλίθιου λαού» προτρέπει «άντε πες ότι λερώθηκαν τα χιόνια / σ’ όσους διαβάζουν τον Μαρξ ανάποδα / για τόσα χρόνια».
Επόμενη στάση, η εξαιρετικά δημοφιλής (και ατακαδόρικη και ίσως χαβαλέ) μπάντα Χατζηφραγκέτα. Στο Για λόγους ταξικούς, ανάγουν την ανάγνωση του magnum opus του Μαρξ σε προϋπόθεση ερωτικής συνύπαρξης: «Ίσως για λόγους ταξικούς και όχι μόνο / τρελό μωράκι του ουρανού για σένα λιώνω / και το Κεφάλαιο του Μαρξ που πήρα στην γιορτή σου / εάν του είχες ρίξει μια ματιά θα ήμουνα μαζί σου». Στο τραγούδι Στην Κνίτισσα του ίδιου συγκροτήματος οι ρόλοι αλλάζουν και πλέον το αντικείμενο του πόθου σκαμπάζει από Μαρξ κι από Κεφάλαιο τόσο πολύ ώστε να περνάει μέσα από τον μαρξισμό και η γλώσσα της αγάπης: «Καλώς εχόντων των πραγμάτων πρέπει να βρεθούμε / να σου σφυρίξω 3 φορές σ’ αγαπώ στα μαρξιστικά».
Τώρα που το σκέφτομαι, όμως, τούτη η σύνδεση έρωτα και Μαρξ μας πάει καρφί στο 1985, όπου ο Γιάννης Κούτρας τραγουδάει -σε στίχους Αλέκου Κολιόπουλου και μουσική Γιάννη Γιοκαρίνη- τη Συνάντησή του με μια νεαρά επαναστάτρια: «Εκεί που το `χα να την ψήσω πως τα πάντα είναι σαρξ / μου απάντησε ατάκα “έτσι γράφει και ο Μαρξ”». Και, γιατί όχι, και στο Μπλου Τζιν των Άκου Δασκαλόπουλου- Σταύρου Κουγιουμτζή, με τον Κώστα Σμοκοβίτη να συναντά δυσκολίες με τη ριζοσπαστική φίλη του: «ντρέπεσαι που σ’ αγαπάω / πιο πολύ κι από τον Μάο». Εντάξει, άλλο Μάο, άλλο Μαρξ, μην ξεφεύγουμε, αλλά ίδιο το μοτίβο της διαπλοκής έρωτος και μαρξισμού-λενινισμού στο τραγούδι μας, διότι ο έρως περνάει απ’ το στομάχι αλλά περνάει κι απ’ το μυαλό βεβαίως βεβαίως.
Συμπέρασμα
Ζούμε σε μια εποχή που ο Μαρξ και η μαρξιστική θεωρία δικαιώνονται από παντού -από την οικονομική κρίση και την όξυνση των διεθνών αντιθέσεων, μέχρι την καταστροφή του περιβάλλοντος και τη βαρβαρότητα της εκμετάλλευσης στην καπιταλιστική περιφέρεια. Το ελληνικό τραγούδι, προφητικά όπως πάντα, έσπευσε να δικαιώσει τον Μαρξ πριν το κάνει ξανά η ίδια η πραγματικότητα και η εξέλιξη του καπιταλισμού. Είτε ως οικογενειακό κειμήλιο κρυμμένο στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, είτε ως ολοζώντανη και διαχρονική συνύπαρξη τέχνης και πολιτικής -διαλέγετε και παίρνετε- η σύνδεση του Μαρξ με το ελληνικό τραγούδι είναι πολυδαίδαλη και νοηματικά συναρπαστική. Και επικυρώνει αμοιβαία την αξία, τον πλούτο και την επίδραση και των δυο.
Θερμές ευχαριστίες στους Αντώνη Γαζάκη & Ειρήνη Φιλιππίδου για τις προτάσεις τους.
Υποσημειώσεις
Προσθέστε σχόλιο