Η πτώση της Κομμούνας τον Μάιο του 1871 σηματοδοτεί το τέλος μιας μακρόχρονης επαναστατικής διαδικασίας η οποία ξεκίνησε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 και εκμεταλλευόμενη την έκβαση του γαλλοπρωσικού πολέμου έφερε αργά αλλά σταθερά το Παρίσι στα πρόθυρα της εξέγερσης και τελικώς οδήγησε στην ανάληψη της διοίκησης της γαλλικής πρωτεύουσας από το Κεντρικό Συμβούλιο της Κομμούνας. Η ήττα του Μαΐου, σηματοδοτεί τον θρίαμβο του συντηρητικού-φιλομοναρχικού στρατοπέδου της χώρας το οποίο, δεδομένων των συνθηκών αμέσως μετά την λήξη του εμφυλίου πολέμου, τις διώξεις που δέχονται τα ριζοσπαστικά κομμάτια του πληθυσμού αλλά και την πλήρη κοινωνική, πολιτική και οικονομική αποσταθεροποίηση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα, έχει την μεγάλη ευκαιρία, στις αρχές του καλοκαιριού, να επιβάλει την δική του πολιτική ατζέντα και φυσικά να επηρεάσει τις εξελίξεις σχετικά με το πολιτειακό ζήτημα. Η δυναμική όμως αυτή που αναπτύσσεται γύρω από το συντηρητικό στρατόπεδο δεν προκύπτει αποκλειστικά λόγω της έκβασης των μαχών του Μαΐου, αλλά σχετίζεται άμεσα με την ευρύτερη ιδεολογική συγκρότηση των πολιτικών υποκειμένων εντός του καθ’ όλη την διάρκεια της μετεπαναστατικής περιόδου.
Οι δύο χρονολογικοί κύκλοι που, σύμφωνα με τον Φουρέ [Furet],[1] συγκροτούν την γαλλική ιστορία από το 1789 έως το 1871, ορίζουν το χρονικό διάστημα κατά το οποίο σχηματίζεται και εξελίσσεται μια πιο συνειδητοποιημένη ταξικά μπουρζουαζία η οποία εξοπλίζεται ιδεολογικά, προπαγανδίζει τα σύμβολά της και επαναφέρει σημεία της αυταρχικότητας του Παλαιού Καθεστώτος [Ancient Regime] προκειμένου να αποφύγει ένα νέο ’93. Η δυναμική αυτού του ιδεολογικού μορφώματος που αποτελείται από ετερόκλητα πολιτικά ρεύματα μοναρχικών, βοναπαρτιστών, φιλελεύθερων, ορλεανιστών αλλά και μετριοπαθών ρεπουμπλικάνων, αποκρυσταλλώνεται στην καταστολή των επαναστατών της Ιουλιανής εξέγερσης το 1830, στους χιλιάδες νεκρούς του Ιουνίου του 1848 και στα γεγονότα της αιματηρής εβδομάδας τον Μάιο του 1871. Ωστόσο, στην περίπτωση της Παρισινής Κομμούνας, υπάρχει μία ειδοποιός διαφορά η οποία κινητοποιεί περαιτέρω αυτόν τον συντηρητικό συνασπισμό και τον ωθεί να υιοθετήσει αυταρχικότερα μέσα για να εδραιώσει την κυριαρχία του: Η διοίκηση του Παρισιού, για πρώτη φορά μετά τον Ροβεσπιέρο, πέφτει σε χέρια επαναστατών για διάστημα δύο μηνών.
Η κομβική αυτή εξέλιξη στην ιστορία της εξέγερσης της 18ης Μαρτίου, ανακινεί μνήμες και συναισθήματα στο φαντασιακό της συντηρητικής τάξης, καθώς η ανακήρυξη της Κομμούνας ενώπιον ενός ενθουσιώδους πλήθους που συγκεντρώνεται μπροστά από το Δημαρχείο στις 28 Μαρτίου, σηματοδοτεί την ήττα των επιδιώξεων και των στόχων που αυτή είχε θέσει την επαύριον της πτώσης του Ροβεσπιέρου. Η αντίδρασή της σε αυτήν την ήττα θα καθορίσει και την επόμενη ημέρα της Γαλλίας. Οι χιλιάδες εκτελέσεις, τα έκτακτα στρατοδικεία και οι μαζικές εξορίσεις αποτυπώνουν ένα μέρος της αυταρχικότητας αυτής της αντίδρασης η οποία όμως δεν σταματά εκεί. Ο μεγάλος στόχος είναι το οριστικό κλείσιμο του επαναστατικού κύκλου που άνοιξε το ’89 και για αυτό ακριβώς τον λόγο οι συντηρητικοί προπαγανδιστικοί μηχανισμοί είναι αυτοί που έρχονται στο προσκήνιο και καλούνται να αναλάβουν την εδραίωση του δεξιού αφηγήματος στην γαλλική πολιτική σκηνή.
Ο συντηρητικός παριζιάνικος τύπος, προερχόμενος από 2 μήνες κατά τους οποίους δέχτηκε σημαντικές διώξεις από την Κομμούνα η οποία απαγόρευσε σταδιακά την κυκλοφορία στις περισσότερες συντηρητικές εφημερίδες, βρίσκει την ευκαιρία να πάρει την εκδίκησή του από τους επαναστάτες, αλλά και να αναβαθμίσει την παρουσία του στον γαλλικό πολιτικό στίβο ενόψει και των εκλογικών αναμετρήσεων του Ιουλίου. Από την στιγμή που οι περισσότερες συντηρητικές εφημερίδες ξεκινούν να επανεκδίδονται, στα τέλη Μαΐου, δημιουργούν άμεσα ένα κλίμα υστερίας μέσα στο οποίο κυριαρχεί μία συντονισμένη προσπάθεια αποπολιτικοποίησης των πράξεων των κομμουνάρων και ανάδειξης της περιόδου της Κομμούνας σαν το μεγαλύτερο δεινό που γνώρισε ποτέ η Γαλλία.
Ο στόχος είναι διττός: Αφενός οι δίκες των επαναστατών που θα ακολουθήσουν και με δεδομένο ότι η γαλλική νομοθεσία προβλέπει αμνήστευση για τα πολιτικά εγκλήματα, να οδηγήσουν σε βαριές καταδίκες, με το αίτημα για μαζικές εξορίσεις να τίθεται μετ’ επιτάσεως στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Αφετέρου, μέσω της ακύρωσης της πολιτικής φύσης των πράξεων των επαναστατών, ο συντηρητικός τύπος φιλοδοξεί την συνολική επανεγγραφή της μετεπαναστατικής ιστορία της χώρας επιχειρώντας να συνδέσει άμεσα σε πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο τις «φρικαλεότητες των κομμουνάρων» με το σύνολο των επαναστατικών διαδικασιών που λαμβάνουν χώρα από το ’89 και έπειτα. Σε αυτό το πλαίσιο επανέρχεται δυναμικά η πρόσληψη της περιόδου της Τρομοκρατίας και της γιακωβίνικης εμπειρίας, ενώ όπως είναι προφανές κυρίαρχο ρόλο στα ρεπορτάζ των εφημερίδων διαδραματίζουν οι εκτεταμένοι εμπρησμοί κτιρίων και οι εκτελέσεις που προέβησαν οι επαναστάτες κατά τις τελευταίες ημέρες της Κομμούνας καθώς και οι διώξεις εναντίον της καθολικής εκκλησίας. Η εδραίωση του βασικού συντηρητικού προτάγματος της «ειρήνης και της τάξης των έντιμων πολιτών» περνάει ακριβώς μέσα από αυτή την διαδικασία πρόσληψης των κομμουνάρων ως εγκληματιών του κοινού ποινικού δικαίου. Επιπλέον, στο μυαλό ιδιαιτέρως των μοναρχικών, η πλήρης πραγματοποίηση των φιλοδοξιών του συντηρητικού στρατοπέδου δεν μπορεί να καταστεί εφικτή όσο εξακολουθεί να παραμένει πολίτευμα της χώρας η Republique.
Για αυτόν τον λόγο και με δεδομένη την πλήρη αστάθεια του πολιτικού σκηνικού της Γαλλίας, επιχειρείται μέσα από την αρθρογραφία του συντηρητικού τύπου να ασκηθούν οι κατάλληλες πιέσεις, κυρίως προς το πρόσωπο του Θιέρσου [Thiers], προκειμένου η χώρα να γυρίσει σε ένα καθεστώς συνταγματικής μοναρχίας ή στην χειρότερη περίπτωση να επιτευχθεί ο αποκλεισμός των Ρεπουμπλικάνων από την Εθνοσυνέλευση και το σύνολο των πολιτικών διαδικασιών. Η ιδέα της Republique, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί από το ’89 και έπειτα, γίνεται συνεχής στόχος επιθέσεων στην πλούσια αρθρογραφία του καλοκαιριού ενώ το βασικό αφήγημα που επιχειρείται να διαμορφωθεί είναι πως οι ρεπουμπλικανικές ιδέες που προέκυψαν από τα κοσμογονικά γεγονότα της Γαλλικής Επανάστασης και εξελίχθηκαν περαιτέρω κατά τις επαναστάσεις και τις εξεγέρσεις που ακολούθησαν στον 19ο αιώνα, οδήγησαν σταδιακά στην παρακμή των αξιών του γαλλικού έθνους και τελικά στην απόλυτη τραγωδία της Κομμούνας.
Σε αυτό το πλαίσιο ανασυγκρότησης του δεξιού αφηγήματος και με δεδομένη την έντονη επιθυμία του συντηρητικού τύπου για άμεση συμμετοχή στα πολιτικά πεπραγμένα της χώρας, ιδρύεται στα μέσα Ιουνίου το Παριζιάνικο Σωματείο του Τύπου (Union Parisienne de la Presse ή UPP) το οποίο στην ουσία αποτελεί συνέχεια της σύμπραξης που είχε δημιουργηθεί προ τριμήνου για την καταδίκη της Κομμούνας[2] και περιλαμβάνει έναν μεγάλο αριθμό συντηρητικών και μετριοπαθών εφημερίδων που εκδίδονται στην πρωτεύουσα με προεξέχουσες τις Figaro, Constitutionnel, Gaulois, Journal des débats κ.ά. Αρχικά, το UPP θέτει ως βασικό στόχο την στήριξη των συντηρητικών υποψηφίων στις συμπληρωματικές νομοθετικές εκλογές της 2ας Ιουλίου αλλά τελικώς η παρουσία του θα αποκτήσει δυναμικότερα χαρακτηριστικά, λόγω της επιτυχίας των υποψηφίων του, με αποτέλεσμα να συμμετάσχει στις δημοτικές εκλογές της 23ης Ιουλίου σαν αυτόνομος εκλογικός συνδυασμός όπου και επιτυγχάνει την εκλογή 42 δημοτικών συμβούλων.
Οφείλουμε να τονίσουμε σε αυτό το σημείο ότι η επιτυχημένη συμμετοχή του UPP στις εκλογές του Ιουλίου αλλά και η ευρύτερη δυναμική παρουσία του συντηρητικού τύπου στην κεντρική πολιτική της Γαλλίας δεν σχετίζεται αποκλειστικά με τις εξελίξεις μετά την πτώση της Κομμούνας αλλά περισσότερο με αυτές που προηγήθηκαν αυτής σε τεχνολογικό και εκπαιδευτικό επίπεδο στην Γαλλία και όχι μόνο. Η μεγάλη βελτίωση των μέσων ενημέρωσης σε ολόκληρη την Ευρώπη από το 1850 και έπειτα χάρη στην παράλληλη τεχνολογική εξέλιξη της πληροφορίας και των επικοινωνιών στον δυτικό κόσμο άλλαξε άρδην την ποιότητα της δημοσιογραφικής κάλυψης των σημαντικών γεγονότων. Παράλληλα, η σημαντική μείωση του αναλφαβητισμού στην Γαλλία, διευκόλυνε την πρόσβαση στην ενημέρωση των πλατιών λαϊκών μαζών. Επιπλέον, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η γέννηση της φωτογραφίας, τριάντα χρόνια νωρίτερα, μας έδωσε την ευκαιρία τα γεγονότα της Παρισινής Κομμούνας, όπως επίσης και τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα αυτών, να αποτυπωθούν στον φακό καθιστώντας έτσι την εξέγερση αυτή σαν την πρώτη μαζικά φωτογραφισμένη.[3]
Όλες αυτές οι παράμετροι μετέτρεψαν το Παρίσι την άνοιξη του 1871 σε δημοσιογραφικό κέντρο της Ευρώπης με χιλιάδες ανταποκριτές να καταφθάνουν από το εξωτερικό προκειμένου να καταγράψουν τις ιστορικές στιγμές που ζούσε η Γαλλία. Σύμφωνα με τον Quentin Deluermoz[4] η ταχύτητα με την οποία ταξίδευαν τα νέα από το Παρίσι στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης και τις ΗΠΑ, χάρη κυρίως στους ανταποκριτές του πρακτορείου Reuters, ήταν τέτοια που τα γεγονότα της Κομμούνας ξεπέρασαν σε δημοσιογραφική κάλυψη άλλα ιστορικά γεγονότα της εποχής όπως την δολοφονία του Λίνκολν το 1865 αλλά και την μετέπειτα δολοφονία του Τσάρου Αλέξανδρου Β’ το 1881. Στην πραγματικότητα η Παρισινή Κομμούνα αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα ειδησεογραφικά γεγονότα του 19ου αιώνα προκαλώντας αναταραχή στον δημόσιο διάλογο και εντός ελληνικής επικράτειας όπως βλέπουμε και στην σχετική έρευνα της Ξένιας Μαρίνου.[5]
Η συνθήκη αυτή της ευρείας δημοσιογραφικής κάλυψης της εξέγερσης, όπως ήταν λογικό, δημιούργησε νέα δεδομένα στα γαλλικά μέσα ενημέρωσης μεγεθύνοντας την επιρροή τους στην πολιτική σκηνή της χώρας καθώς αφενός χρησιμοποιήθηκαν στοχευμένα από τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα για την διάδοση της προπαγάνδας τους και αφετέρου υπήρξαν ο κεντρικός κόμβος για την διάδοση της πληροφορίας στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης. Περισσότερο ευνοημένα από τις εξελίξεις υπήρξαν τελικά τα συντηρητικά μέσα, καθώς την επαύριον της ήττας της Κομμούνας βρέθηκαν να παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην ενημέρωση των Γάλλων πολιτών από την στιγμή που τα ριζοσπαστικά μέσα βρίσκονταν υπό διωγμόν ενώ παράλληλα η γαλλική κυβέρνηση χρώσταγε σε αυτά την νίκη στον πόλεμο προπαγάνδας μεταξύ Παρισιού και Βερσαλλιών.
Ωστόσο, τα συντηρητικά μέσα ενημέρωσης φαίνεται να είχαν υποτιμήσει την δυναμική που συγκεντρωνόταν στο πρόσωπο του Θιέρσου αμέσως μετά την πτώση της Κομμούνας. Ο ορλεανιστής πολιτικός χάρη στη νίκη του έναντι των επαναστατών, μια νίκη που προέκυψε από τις συντονισμένες κινήσεις και την επιμονή του, ήταν ο απόλυτος πρωταγωνιστής της γαλλικής πολιτικής σκηνής κάτι που διαφάνηκε και από τον τρόπο που κατάφερε να διαχειριστεί την δημοφιλία του κατά την διάρκεια του καλοκαιριού του 1871. Θα επιλέξουμε να σταθούμε και να αναδείξουμε τρία σημεία της στάσης που κράτησε ο Θιέρσος στα γεγονότα της Παρισινής Κομμούνας τα οποία και έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην σταθεροποίηση του πολιτικού σκηνικού και τελικά στην στερέωση της νεαρής Republique. Το πρώτο αφορά την αδιαλλαξία του να διαπραγματευτεί οποιονδήποτε όρο εκεχειρίας με το Κεντρικό Συμβούλιο της Κομμούνας, παρά τις παραινέσεις μετριοπαθών προσώπων που προσφέρθηκαν να διαμεσολαβήσουν, κάτι που είχε σαν αποτέλεσμα την πλήρη απομόνωση του Παρισιού και την σταδιακή εξάντληση των Εθνοφρουρών που μάχονταν στα τείχη της πόλης.
Το δεύτερο αφορά την συνειδητή επιλογή του Θιέρσου για την καταστολή της αιματοβαμμένης εβδομάδας και των μετέπειτα μαζικών εξορίσεων. Παρά τις έντονες αντιδράσεις που προκλήθηκαν σε ολόκληρη την Ευρώπη από το θέαμα των χιλιάδων νεκρών κομμουνάρων της Ματωμένης Εβδομάδας [Semaine Sanglante], βάσει αποτελέσματος, η επιλογή αυτή κρίνεται στρατηγικά σωστή για την συνέχεια της Τρίτης Δημοκρατίας. Μέσω αυτού του τεράστιου κατασταλτικού χτυπήματος με τις χιλιάδες εκτελέσεις χωρίς δίκη και τις ακόμα περισσότερες εξορίσεις που ακολούθησαν, ο Θιέρσος πέτυχε να συντρίψει το γαλλικό ριζοσπαστικό κίνημα που είχε αναπτυχθεί ραγδαία τη προηγούμενη δεκαετία και έτσι να απαλλάξει τους διαδόχους του στην θέση του Προέδρου από τον επαναστατικό πυρετό που επικρατούσε στην χώρα από το 1789 και έπειτα. Παρά τις μεγάλες απεργίες που σημειώθηκαν στην Γαλλία τις επόμενες δεκαετίες και την μερική αναζωπύρωση του επαναστατικού φρονήματος που προκάλεσε η αμνήστευση του 1880, τα κινήματα και η ριζοσπαστική αριστερά στην Γαλλία δεν πρόταξαν ποτέ ξανά την ιδέα της βίαιης κατάλυσης της εξουσίας που μέχρι τότε αποτελούσε το βασικό πυρήνα γύρω από τον οποίο είχε αναπτυχθεί η ιδέα της πολιτικής βίας στην χώρα τις προηγούμενες δεκαετίες. Ακόμα και τα ενεργά μέλη της Κομμούνας που επέστρεψαν από την Νέα Καληδονία μετά την αμνήστευση, εξαντλημένα από την πολυετή εξορία και τις διώξεις, σταδιακά προσαρμόστηκαν στον δημόσιο βίο της χώρας, με κάποια από αυτά να καταλαμβάνουν και επίσημες πολιτικές θέσεις.
Το τρίτο σημείο που θα θέλαμε να αναδείξουμε είναι η στάση που κράτησε ο Θιέρσος κατά την διάρκεια του καλοκαιριού του 1871. Όπως σημειώσαμε και παραπάνω οι πιέσεις που του ασκήθηκαν από τα συντηρητικά μέσα προκειμένου να οδηγήσει της χώρα σε ένα πολίτευμα συνταγματικής μοναρχίας υπήρξαν τεράστιες. Ο ίδιος, διαδραματίζοντας αριστοτεχνικά τον ρόλο του διαμεσολαβητή μεταξύ των αντίπαλων πολιτικών ομάδων που συμμετείχαν στην Εθνοσυνέλευση, πέτυχε την ομαλή διεξαγωγή των εκλογικών αναμετρήσεων του Ιουλίου, την απρόσκοπτη λειτουργία των στρατοδικείων που οδηγήθηκαν οι κομμουνάροι και την σταδιακή ομαλοποίηση της ζωής στη γαλλική πρωτεύουσα η οποία πολύ γρήγορα άφησε πίσω της τα δεινά που την βρήκαν κατά την διάρκεια της année terrible.[6]
Την 31η Αυγούστου εγκρίνεται από την Εθνοσυνέλευση με μεγάλη πλειοψηφία 491 ψήφων υπέρ έναντι 94 κατά, ο νόμος Rivet o oποίος απονέμει στον Θιέρσο τον τίτλο του Προέδρου της Δημοκρατίας και προβλέπει ότι η εξουσίες αυτού θα διαρκέσουν όσο αυτές της Εθνοσυνέλευσης με την τελευταία να διατηρεί το δικαίωμα να τον αντικαταστήσει μετά από ψηφοφορία. Ο Γάλλος πολιτικός ανταμείβεται για την πολιτική πυγμή που επέδειξε κατά την διάρκεια της πιο κρίσιμης περιόδου στην μετεπαναστατική ιστορία της Γαλλίας και γίνεται, με τον πιο επίσημο τρόπο, ο ανώτερος πολιτικός άνδρας της χώρας.
Τα γεγονότα των επόμενων δεκαετιών θα έρθουν για να επιβραβεύσουν τις πολιτικές του ενέργειες. Η Γαλλία, μέχρι και την κήρυξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, γνώρισε μία πρωτόγνωρη, για τα δεδομένα που είχε θέσει το 1789, πολιτική ομαλότητα ενώ η πολιτισμική άνθηση της Belle Époque αποκατέστησε την θέση του Παρισιού στον ευρωπαϊκό χάρτη καθιστώντας το εκ νέου το βασικό κέντρο της δυτικής διανόησης. Άλλωστε, η Τρίτη Δημοκρατία αποτελεί μέχρι και σήμερα την μακροβιότερη στην ιστορία της Γαλλίας, καθώς διήρκησε μέχρι και την είσοδο των ναζιστικών στρατευμάτων στο Παρίσι. Η Παρισινή Κομμούνα, έστω και άθελά της, αποτέλεσε την βασική αιτία πίσω από αυτήν την πολιτική σταθερότητα που ακολούθησε την πτώση της αφήνοντας παράλληλα μία σπουδαία παρακαταθήκη για τα ριζοσπαστικά κινήματα σε ολόκληρο τον κόσμο.
Επιτρέπεται η αναπαραγωγή και διανομή του άρθρου σύμφωνα με τους όρους της άδειας Attribution-ShareAlike 4.0 International (CC BY-SA 4.0)
Υποσημειώσεις
Προσθέστε σχόλιο