Κριτική Τεύχος #14

Έχουμε στ’ αλήθεια τόσο ανάγκη από ένα ορθό φύλο;

Τα κείμενα αυτού του μίνι αφιερώματος πρωτοδιαβάστηκαν κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του βιβλίου «Ίντερσεξ. Η κατασκευή και το καθεστώς αλήθειας του Φύλου στη Δύση», στις 26 Φεβρουαρίου 2024 στο Ρομάντσο.

Ίντερσεξ. Η κατασκευή και το καθεστώς αλήθειας του Φύλου στη Δύση
Δήμητρα Τζανάκη
Επιμέλεια: Θανάσης Λάγιος – Χρίστος Μάης
Επίμετρο: Ουρανία Γεωργοπούλου
Εκδόσεις Ψηφίδες, 2023 | 312 σελίδες

 

Τα κείμενα που ακολουθούν πρωτοδιαβάστηκαν κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του βιβλίου Ίντερσεξ. Η κατασκευή και το καθεστώς αλήθειας του Φύλου στη Δύση, στις 26 Φεβρουαρίου 2024 στο Ρομάντσο και παρατίθενται με τη σειρά που ακούστηκαν και στην εκδήλωση. Ο σκοπός αυτού του αφιερώματος είναι να προσφέρουμε στο αναγνωστικό κοινό μια συλλογή κειμένων που διασταυρώθηκαν και συνομίλησαν σε μια εποχή που οι ζωές έχουν καταντήσει «ζωές λίγων γραμμών ή λίγων σελίδων, ατυχίες και περιπέτειες αναρίθμητες, συμπυκνωμένες σε μια χούφτα λέξεις. Σύντομες ζωές, που συναντώνται τυχαία σε βιβλία και έγγραφα».[1] Σε αυτή τη λογική, αυτό το αφιέρωμα δεν πρόκειται για μια ωδή προς ένα βιβλίο, ούτε για ένα δίδαγμα που θα αναγνωριστεί και θα καθιερωθεί αφήνοντας ίχνη από βιβλία και έγγραφα, αλλά για μια κραυγή προκειμένου να μη σβήσει τούτη τη φορά αυτή η δύναμη που προέρχεται από «ένα ανορθολογικό αλλού», όπως θα όριζε με περηφάνια η λευκή-δυτική-προτεσταντική Δύση, ανοίγοντας νέες πόρτες αποαποικιοποίησης της επιστήμης και της φαντασίας μας, στο σημείο της στιγμιαίας επαφής μας με την αδυσώπητη αλήθεια του ίντερσεξ πάνω στις ίδιες μας τις ζωές. 


 

Για πόσο αόρατα ακόμη… (Βάσω Βουβάκη, Πρόεδρος Intersex Greece)

Καλησπέρα σε όλ@, ευχαριστούμε πολύ για την παρουσία σας απόψε εδώ. Είμαστε εδώ, ανάμεσά σας, ακούγοντας σας να υπερασπίζεστε τα σώματα μας και τις ζωές μας. Αόρατα ακόμη, φέροντας ντροπή και φόβο έκθεσης. Έχοντας επιβιώσει μιας λογικής ευγονικής (όσα από εμάς έχουμε καταφέρει να έρθουμε στη ζωή, εφόσον η ιατρική κοινότητα το αποτρέπει συχνά αυτό) και έχοντας εξοριστεί ως υπάρξεις λόγω της διαφορετικότητάς μας από κάθε έκφραση της εξουσίας, πολιτική, επιστημονική, θρησκευτική, επιστρέφουμε σήμερα με ότι μας έχουν αφήσει οι κακοποιήσεις μας από τη λαχτάρα μας για ζωή, να διεκδικήσουμε τα βασικά μας ανθρώπινα δικαιώματα. Να υπάρχουμε ανάμεσά σας δηλαδή, ισότιμα και χωρίς ντροπή πια. Έχουμε συμφωνήσει ότι ήρθε πια η ώρα. Σε αυτήν τη διαδρομή, σας χρειαζόμαστε όλα, με όλη σας την ανθρωπιά, γνώση και αντίληψη. Η Δήμητρα είναι ένα από τα μεγάλα σύμμαχα μας. Η διεξοδική της έρευνα, επιβεβαιώνει την αποτρόπαιη ιστορία μας, αυτή την επιλεκτική ευγονική την οποία υφιστάμεθα ακόμη και σήμερα, προκειμένου η εξουσία να συνεχίσει να απολαμβάνει τον εαυτό της. Εμείς, ως Ίντερσεξ άτομα, επιβεβαιώνουμε με το βίωμα μας, την αλήθεια στην οποία ρίχνει φως μέσα από αυτό το βιβλίο η Δήμητρα. Διαβάζοντας το βιβλίο, η επαναστατική διάθεση απέναντι σε κάθε μορφή εξουσίας που εν τέλει καταλύει την ανθρωπιά, ενθαρρύνεται. Σε γραπτές μας επικοινωνίες η Δήμητρα κλείνει λέγοντας «ΑΣ ΜΕΊΝΟΥΜΕ ΆΝΘΡΩΠΟΙ» και αυτή είναι η πρώτη και βασική επανάσταση που οφείλουμε όλ@! Το βιβλίο της Δήμητρας μας ενθαρρύνει να σας συναντήσουμε σε αυτήν τη βάση της ανθρωπιάς και της ισοτιμίας. Καταθέτουμε μαζί με τις ευχαριστίες μας και την ευγνωμοσύνη μας, τις ευχές μας να είναι καλοτάξιδο το βιβλίο κι εσείς κοντά μας, να ανταλλάσουμε ανθρωπιά.

 


Μια κριτική queer ανάλυση του βιβλίου της Δήμητρας Τζανάκη, Ίντερσεξ. Η κατασκευή και το καθεστώς αλήθειας του Φύλου στη Δύση (Oυρανία Γεωργοπούλου, Διευθύντρια Ερευνών, Ελλ. Ινστ. Παστέρ)

Στις 24 Ιανουαρίου 2018, μια νοτιοαφρικανική εφημερίδα, η “Mail and Guardian”, δημοσίευσε ένα άρθρο στο διαδίκτυο για το θέμα που απασχολεί το βιβλίο που παρουσιάζουμε.[2] Είχε τίτλο: «Τα intersex μωρά σκοτώνονται κατά τη γέννησή τους επειδή είναι κακοί οιωνοί». Το περιστατικό συμβαίνει σε μια αγροτική περιοχή της Νότιας Αφρικής. Ένας  παραδοσιακός θεραπευτής, που βοηθάει στον τοκετό, γίνεται μάρτυρας της θανάτωσης του βρέφους από μέλη της οικογένειας όταν αποκαλύπτεται ότι γεννήθηκε με «ασαφή» γεννητικά όργανα. Στη μητέρα λένε ψέματα ότι το παιδί ήταν θνησιγενές. Ο δημοσιογράφος επισημαίνει ότι αυτό είναι ένα από τα πολλά παραδείγματα περιπτώσεων παιδοκτονίας που συμβαίνουν εξαιτίας της πεποίθησης ότι «τα ίντερσεξ παιδιά θεωρούνται ως σημάδι κακοτυχίας και κατάρας για την οικογένεια και την κοινωνία». Σε μια μελέτη που ξεκίνησε το 2015 από τον Tunchi Theriso στη Νότια Αφρική αναφέρεται ότι 80 από τις/τους 90 παραδοσιακές μαίες και τοπικούς γιατρούς όταν ρωτήθηκαν παραδέχτηκαν ότι είχαν συμμετάσχει σε αντίστοιχο γεγονός θανάτωσης νεογέννητου.[3]

Το βιβλίο της Δήμητρας Τζανάκη αναδεικνύει με εξαιρετικό τρόπο ότι «η αντιμετώπιση της ίντερσεξ ζωής από την επιστήμη με μεθόδους ακόμη και επέμβασης με στόχο τη «θεραπεία» όχι μόνο δεν αποτελεί μια επιστημονική ερμηνεία, αλλά αντιθέτως, αναπαράγει ένα καθεστώς αλήθειας αποικιοκρατικό, πατριαρχικό, ταξικό, που θέτει ξανά την έννοια της ευγονικής ως καθεστώς αλήθειας της επιστήμης. Η «διάκριση φυσικό και μη-φυσικό φύλο, γίνεται πάνω στη βάση, ανάμεσα στα άλλα, στο ποιο φύλο μπορεί να παρέχει την αναπαραγωγή “υγιών” αρρενωπών απογόνων» εξασφαλίζοντας μια « “Άξια” ζωή», όπως θα έλεγε με άλλα λόγια ο Γιώργος Κόκκινος.

Στον τομέα της βιολογίας ο όρος «ενδιάμεσο φύλο» (intersex) χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον γενετιστή Richard Goldschmidt[4] στο άρθρο του «Intersexuality and the Endocrine Aspect of Sex», που δημοσιεύθηκε το 1917 στο περιοδικό Endocrinology[5] και το οποίο αναφέρεται σε μια σειρά σεξουαλικών αμφισημιών, όπως η έννοια του ερμαφροδιτισμού. Σύμφωνα με μελέτη των Ηνωμένων Εθνών, εκτιμάται ότι ένα ποσοστό περίπου 1,7% όλων των παιδιών γεννιούνται ως intersex με αναπαραγωγικά-γεννητικά όργανα, ορμόνες ή χρωμοσώματα που δεν ανταποκρίνονται στη συνήθη κατηγοριοποίηση του δίπολου «άνδρας / γυναίκα». Ωστόσο, υπάρχουν παραδείγματα άλλων πολιτισμών οι οποίοι αναγνωρίζουν τη διαφορετική έκφραση του βιολογικού φύλου, όπως συμβαίνει στις αυτόχθονες φυλές Ινδιάνων της Αμερικής.[6] Η φυλή των Ινδιάνων Νάβαχο αναγνωρίζει παραδοσιακά τέσσερα φύλα, μεταξύ των οποίων και τα intersex άτομα. Ομοίως, τα αρχαία εβραϊκά κείμενα αναγνωρίζουν την ύπαρξη  έξι διαφορετικών  φύλων.[7]

Το ζωικό βασίλειο, από την άλλη πλευρά, βρίθει από περιπτώσεις στις οποίες υπάρχει υπέρβαση του δυαδικού φύλου ή εντοπίζονται παραδείγματα «ρευστότητας φύλου». Οι ύαινες, για παράδειγμα, έχουν εξωτερικά γεννητικά όργανα που μοιάζουν πολύ με το πέος των αρσενικών λιονταριών.[8] Ένα είδος αρσενικών ψαριών μπορούν να αλλάξουν το φύλο όταν ένα κυρίαρχο θηλυκό πεθάνει, προκειμένου να το αντικαταστήσουν.[9] Το intersex φαινόμενο έχει επίσης εμφανιστεί σε αρκούδες, μπαμπουίνους και ελάφια. Αλλά ίσως ένα από τα καλύτερα παραδείγματα «σεξουαλικής πλαστικότητας» προέρχεται από μια μελέτη σε βατράχους[10] και, πιο συγκεκριμένα, στο είδος Rana temporaria, το οποίο ζει σε δασικές εκτάσεις από την Ισπανία έως τη Νορβηγία και στο οποίο γεννιούνται μόνο θηλυκοί γόνοι που φέρουν ωοθήκες. Ωστόσο, στη διάρκεια της ζωής τους δεν παραμένουν για πάντα θηλυκοί όλοι οι βάτραχοι αυτού του είδους. Περίπου οι μισοί χάνουν τελικά τις ωοθήκες τους και αναπτύσσουν όρχεις. Με αυτόν τον τρόπο το είδος αυτό τελικά καταφέρνει να αναπαραχθεί. Επίσης, σε πείσμα των θεωριών που συχνά θέλουν να υποδηλώσουν ότι η ρευστότητα του φύλου είναι γεγονός αφύσικο, είναι διαπιστωμένο ότι ο ακραία επιθετικός καρχαρίας spadenose, ενώ φέρει χαρακτηριστικά ενήλικου αρσενικού έχοντας ένα πλήρως ανεπτυγμένο αναπαραγωγικό σύστημα και με το πέος του να εκτείνεται από το πυελικό πτερύγιο, εντούτοις εσωτερικά διαθέτει πλήρεις ερμαφρόδιτες γονάδες με ωοθηκικό και ορχικό ιστό, καθώς και αρσενικά και θηλυκά αναπαραγωγικά τμήματα. Να σημειώσουμε εδώ ότι πρόσφατες επιστημονικές μελέτες έχουν αναδείξει την αυξανόμενη επικράτηση του intersex φαινομένου σε ψάρια στις λίμνες των Ηνωμένων Πολιτειών, τονίζοντας πως είναι ένα φαινόμενο που θα μπορούσε να συνδεθεί με την παρουσία οιστρογόνων και άλλων ορμονών στα λύματα.

Όπως διαπιστώνουμε, αυτό που η φύση στο ζωικό βασίλειο αποδέχεται ως κάτι φυσιολογικό, στην κοινωνία των ανθρώπων δεν είναι πάντα αποδεκτό. Από τα τέλη του 19ου αιώνα έως σήμερα, στη συζήτηση για το φάσμα του φύλου πρωταγωνιστεί η ιατρική επιστήμη, η βιολογία, η γενετική και πρόσφατα η επιγενετική, καθώς και η ψυχιατρική και η ψυχανάλυση. Οι γιατροί και οι ψυχίατροι ήταν -και εξακολουθούν να είναι σε σημαντικό βαθμό- οι κύριοι παίκτες στο παιχνίδι του καθορισμού και της διαχείρισης των «μη κανονικών» ή «αμφίσημων» σωμάτων. Επομένως, οι εκφάνσεις του intersex ταξινομήθηκαν και στη συνέχεια θεωρήθηκαν ως παθολογικές «καταστάσεις» που ιατρικά επιβάλλεται να «θεραπευτούν». Αν και μεμονωμένες φωνές στη διάρκεια του 19ου αιώνα είχαν υποστηρίξει ότι η ομοφυλοφιλία ήταν μια «μη παθολογική» παραλλαγή της ανθρώπινης σεξουαλικότητας,[11] είναι γνωστό ότι οι πιο σοβαρές επιστημονικές ενστάσεις αναφορικά με την «παθογένεια» της ομοφυλοφιλίας και άλλων παραλλαγών φύλου άρχισαν να διατυπώνονται από τα μέσα του 20ού αιώνα με το έργο του Alfred Kinsey (1894-1956)  και των συνεργατών του, θέμα που θίγεται και στο βιβλίο.[12]

Όπως σημειώνουν οι Margrit Shildrick και Janet Price,[13] ήδη από το 1996 «θεωρείται δεδομένο ότι η σεξουαλική και φυλετική διαφορά είναι εγγενείς ιδιότητες του σώματος και, επιπλέον, τα αρσενικά και τα γυναικεία σώματα, τα ασπρόμαυρα σώματα, το καθένα aντιστοιχεί σε μια καθολική κατηγορία». Ωστόσο, οι συγγραφείς επισημαίνουν ότι «όσον αφορά το φύλο, η εμφάνιση σωματικών μορφών που δεν είναι αυτονόητες και δεν αντιστοιχούν σε κανένα φύλο παραβλέπονται με αποτέλεσμα να οδηγούν στην καθιέρωση ενός συνόλου ισχυρών προτύπων στα οποία όλοι οι οργανισμοί υποτίθεται ότι προσεγγίζουν χωρίς ουσιαστική παραλλαγή». Το «ενδιάμεσο» σώμα τονίζει αυτήν την ασυμφωνία. Πρόκειται για σώματα που η ιατρική, από παλαιότερες εποχές μέχρι τις μέρες μας, θεώρησε «ελαττωματικά» ως αποτέλεσμα της «ανώμαλης ανάπτυξης των σεξουαλικών οργάνων».[14] Αυτή η προσέγγιση για πολλά χρόνια «κανονικοποιήθηκε» στη Δύση ως μια ιατρικο-βιολογική διαδικασία, η οποία θα ήταν ικανή να διασφαλίσει για το «προβληματικό» intersex άτομο μια συγκεκριμένη ταυτότητα, η οποία θα βασίζεται κατ’ εξοχήν σε ένα ετεροφυλόφιλο, λευκό και υγιές πρότυπο. Υπό αυτή την οπτική, η πιο δημοφιλής προσέγγιση της ιατρικής κοινότητας υπήρξε ιστορικά η «ομαλοποίηση μέσω χειρουργικής επέμβασης» ή «η διορθωτική χειρουργική επέμβαση». Η χρήση τέτοιας ορολογίας είναι φανερό ότι αντικατοπτρίζει την άποψη ότι οποιαδήποτε «ενδιάμεση» ή «μεικτή» κατάσταση συχνά στιγματίζεται ως γενετικό ελάττωμα που χρήζει διόρθωσης, παρά ως μία αποδεκτή φυσική παραλλαγή φύλου. Ωστόσο, πρέπει να επισημανθεί ότι, σε αντίθεση με τους τρανσέξουαλ ενήλικες, που συνειδητά και εν επιγνώσει τους επιλέγουν να υποβληθούν σε επεμβατικές διαδικασίες για να αποκτήσουν τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά του φύλου τους, τα intersex βρέφη υποβάλλονται σε αυτές τις διαδικασίες ακούσια, χωρίς επίγνωση της μελλοντικής τους ταυτότητας φύλου. 

Ήδη από την αρχή της δεκαετίας του 1950, οι γιατροί είχαν αρχίσει να κάνουν «επικίνδυνες» χειρουργικές επεμβάσεις στα γεννητικά όργανα και προχωρούσαν σε αφαίρεση γονάδων σε «μη δυαδικά», «ενδιάμεσου φύλου» (intersex) μωρά για να τα επαναφέρουν στην πραγματικότητα, όπως θα τα ήθελαν οι γονείς τους. Οι επεμβάσεις αυτές λάμβαναν χώρα στη διάρκεια των πρώτων 18 μηνών της ζωής του παιδιού.[15] Στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Johns Hopkins στη Βαλτιμόρη ο αμερικανός παιδίατρος – ενδοκρινολόγος Lawson Wilkins (1894-1963) είναι εκείνος που παρουσίασε τις πρώτες συστηματικές αισθητικές χειρουργικές επεμβάσεις σε παιδιά με «άτυπα γεννητικά όργανα». Παράλληλα, ο Ελβετός ενδοκρινολόγος Andrea von Prader (1919-2001), ο οποίος υπηρετούσε στην ίδια κλινική εισήγαγε αυτήν την παρεμβατική πρακτική στην Ευρώπη μετά την επιστροφή του το 1962 στη Ζυρίχη. Όπως είναι φυσικό, πολλά ερωτήματα εγείρονται για την ιατρική ευθύνη και την εξουσία, τις οποίες οι κλινικοί γιατροί και οι χειρουργοί θεώρησαν πολλές φορές αυτονόητες παραπέμποντας σε έναν βιοϊατρικό λόγο, άξονας του οποίου είναι η πεποίθηση ότι υπάρχει εκ των πραγμάτων και πάντοτε ένα εγγενές φύλο που πρέπει να κατασκευαστεί, να διορθωθεί ώστε να επανέλθει στη «φυσιολογικότητα» ή και να βελτιστοποιηθεί. Είναι προφανές ότι μία τέτοια άποψη απαλλάσσει τους χειρουργούς και τους ενδοκρινολόγους, ταυτόχρονα όμως και τους γονείς από τον κίνδυνο να ολισθήσουν σε μια «εσφαλμένη» επιλογή.

Τη δεκαετία του 1990 ξεκίνησε μια μεγάλη συζήτηση με πρωταγωνιστές νευροβιολόγους, ανθρωπολόγους και ψυχίατρους αναφορικά με τις ουσιώδεις διαφορές που ενδεχομένως υφίστανται ανάμεσα στον εγκέφαλο ανδρών και γυναικών και κυρίως για το μέγεθος και την ευρύτητα του μεσολόβιου (corpus callosum), δηλαδή την πυκνή δέσμη νευραξόνων που επιτρέπει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των δύο ημισφαιρίων του εγκεφάλου. Οι απόψεις αυτές, βασισμένες πάντα στο δίπολο αρσενικό – θηλυκό, κυριάρχησαν και σε πολλά γυναικεία και άλλα περιοδικά της εποχής, όπως το Time, το Boston Globe, το Elle και άλλα. Ακολούθησε  το εξώφυλλο του Newsweek με τίτλο «Γιατί οι άνδρες και οι γυναίκες σκέφτονται διαφορετικά», υποδηλώνοντας ότι οι εγκεφαλικές διαφορές στο μεσολόβιο μπορεί να εξηγήσουν γιατί οι γυναίκες σκέφτονται πιο συγκροτημένα. Ο Nirao Shah[16] στην προσπάθειά του να κατανοήσει με ποιους μηχανισμούς και τρόπους ο εγκέφαλος κωδικοποιεί σεξουαλικά διμορφικές κοινωνικές συμπεριφορές διατύπωσε την άποψη ότι ορισμένα γονίδια που λειτουργούν στον εγκέφαλο του ποντικού καθορίζουν τις ειδικές σεξουαλικές συμπεριφορές. 

Το 2006, οι ποικίλες εκδοχές του «μη δυαδικού» φύλου, οι οποίες εμφανίζονταν ως παθολογικές, επαναδιατυπώθηκαν ως  «διαταραχές της ανάπτυξης φύλου (ΔΑΦ)» ή «DSDs» (Disorders of Sex Development) από την παγκόσμια ιατρική κοινότητα. Πρόσφατα, η κατηγοριοποίηση των διαφορετικών εκφάνσεων του φύλου με τον όρο «αναπτυξιακές διαφορές φύλου» χρησιμοποιήθηκε σε μια προσπάθεια ν’ αποφευχθεί η παθολογικοποίηση της «διαταραχής». Ωστόσο, αυτή η μείζων αλλαγή διατήρησε το ακρωνύμιο DSD. Έτσι συνεχίζεται η τάση περιθωριοποίησης και στιγματισμού των «μη δυαδικών» ατόμων ως διαφορετικών και, συνεπώς, ως κάτι που είναι «περιθωριακό» και «μη φυσιολογικό» επειδή, «δεν εντάσσουν τον εαυτό τους στο άκαμπτο δυαδικό σύστημα των δύο φύλων».[17] Ενδογενείς ή εξωγενείς και πιθανώς ενδοκρινικοί παράγοντες μπορεί επίσης να επηρεάσουν την ανάπτυξη των γεννητικών οργάνων. Τα DSDs, ποικίλουν από κοινές διαταραχές, όπως κρυπτορχιδισμός, έως πολύ σπάνιες και πολύπλοκες καταστάσεις, όπως η πλήρης αντιστροφή φύλου XX ή XY. Όπως εύστοχα και με συγκλονιστική ευαισθησία διατυπώνει  η Ρηνιώ Συμεωνίδου, «κάθε φορά που γίνεσαι γονιός μαθαίνεις τον κόσμο ξανά από την αρχή… Η πληροφορία πως το μωρό που περιμέναμε ήταν ΧΧΥ ήταν κάτι πέρα από το γνωστό μας σύμπαν, ένα αναπάντεχο και γερό πολιτισμικό σοκ: οι άνθρωποι δεν γεννιούνται μόνο θηλυκοί και αρσενικοί, αλλά και οπουδήποτε ενδιάμεσα, βιολογικά μιλώντας».[18]

Η δημοσίευση μαρτυριών από τα ίδια τα ίντερσεξ άτομα, σε αντίθεση με τις πολυάριθμες ιατρικές αναφορές, μπορεί να θεωρηθεί ως το αρχικό και κρίσιμο βήμα για το τέλος της σιωπής, της αορατότητας, και της απομόνωσης των ίντερσεξ σωμάτων στην κοινωνία, και ως μια μορφή αντίστασης στην εξουσία του ιατρικού κατεστημένου επί των σωμάτων και της ίδιας της ζωής τους.

Μέλη του Oργανισμoύ Intersex International (OΙΙ),[19] όπως οι Curtis E. Hinkle και Hida Viloria, υποστηρίζουν ότι το intersex δεν αφορά μόνο την έννοια του φύλου. Συγκεκριμένα, αναφέρουν: «Το intersex δεν αφορά μόνο τα σώματά μας, αλλά και το πώς αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας μέσα σε αυτά τα σώματα και, συνεπώς, η ταυτότητα φύλου είναι ένα κρίσιμο κομμάτι της ταυτότητας όλων μας».[20] Η πιο γνωστή περίπτωση στην πρόσφατη αθλητική ιστορία που απασχόλησε τα διεθνή μέσα ενημέρωσης το 2009 ήταν αυτή της Caster Semenya, πρώην παγκόσμιας πρωταθλήτριας στίβου της Νότιας Αφρικής, της οποίας η ορμονική διακύμανση επιπέδων τεστοστερόνης κατά την περίοδο των αγώνων είχε προκαλέσει μεγάλη αναταραχή και πέραν του πεδίου του αθλητισμού. Η «υπόθεση Semenya» έκανε το «ενδιάμεσο» ορατό όχι μόνο στον αθλητισμό, αλλά και στην ευρύτερη κοινωνία και έκτοτε ξεκίνησε η δημόσια συζήτηση για το θέμα.  

H νοτιοαφρικανή ακτιβίστρια του ίντερσεξ Nthabiseng Moekwea, δηλώνει: «Είμαι τόσο χαρούμενη που δεν έκανα ποτέ χειρουργική επέμβαση. Οι άνθρωποι που συνάντησα, οι περισσότεροι από αυτούς, μαύροι και λευκοί, που έχουν κάνει χειρουργική επέμβαση ως μωρά, συνήθως είχαν μπερδεμένους γονείς, τους οποίους οι γιατροί ενημέρωναν λανθασμένα και  τα παιδιά υποβλήθηκαν σε χειρουργικές επεμβάσεις που κατέληξαν  να είναι πολύ πιο τραυματικές και μπερδεμένες…»[21]

Η Δήμητρα Τζανάκη εύστοχα επισημαίνει ότι «τα νομοσχέδια αναγνώρισης της ταυτότητας του φύλου, ακόμη και σε χώρες που αναγνωρίστηκαν τα ίντερσεξ υποκείμενα, δεν είναι νομοσχέδια μιας δημοκρατικοποίησης, αλλά στεγάζουν κάτι πολύ σημαντικότερο, που εξελίσσεται μπροστά μας, της αποδοχής μιας κανονικότητας φύλου και των διακρίσεων γύρω από αυτή την κανονικότητα, ως φυσικό νόμο». 

Από την άλλη πλευρά, όμως, η ιδέα της δημιουργίας μιας νέας κατηγορίας φύλου με την ονομασία «intersex» ίσως δημιουργεί προβλήματα. Πρώτα απ’ όλα, πώς το ορίζουμε; Ο OII πιστεύει ότι δεν θα υπάρξει ποτέ ένας σαφής ορισμός και, ταυτόχρονα, ότι δεν είναι απαραίτητο να υπάρξει ένας νομικός ορισμός για το intersex. Δεν έχουμε σαφείς ορισμούς για το τι είναι μια γυναίκα ή ένας άνδρας. Το μόνο που υποθέτουμε είναι ότι αυτό ισχύει. Μεγαλύτερη αξία ίσως έχει να γίνει ευρέως κατανοητό ότι δεν υπάρχουν μόνο δύο φύλα. Η αποσιώπηση του intersex στις σχολικές τάξεις και τα προγράμματα σπουδών δεν αποτελεί μόνο ελλιπή ενημέρωση, αλλά προάγει την ιατρική, νομική και κυρίως πολιτική βλάβη που διαπράττεται σε βάρος των intersex κοινοτήτων. Υπάρχει ένας άπειρος συνδυασμός δυνατοτήτων στο φάσμα τόσο του βιολογικού φύλου όσο και του κοινωνικού φύλου. 

Ας μην ξεχνάμε τελικά ότι στη φύση υπάρχει αρμονικά μια κατάσταση πλαστικότητας σε ό,τι αφορά το φαινόμενο του διαδοχικού ερμαφροδιτισμού, όπου τα είδη παρουσιάζουν φυλετική αναστροφή («sexreversal» ή «sex-change»), διαδικασία που ρυθμίζεται από διαφορετικούς παράγοντες και κατά την οποία εκφυλίζεται ο γοναδικός ιστός του ενός φύλου και αναπτύσσεται διαδοχικά ο ιστός του άλλου φύλου.[22] Όπως γράφει, ο Κώστας Καμπουράκης, βιολόγος-ερευνητής στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης, «τα γονίδια δεν αποτελούν την ουσία μας», «δεν καθορίζουν ούτε εξηγούν το ποιοι είμαστε ούτε τι κάνουμε και, κατά συνέπεια, δεν είμαστε δέσμιοι κάποιου γενετικού πεπρωμένου –με την εξαίρεση κάποιων σοβαρών γενετικών νοσημάτων».[23] Εξάλλου, όπως αναφέρεται και στην εξαιρετική ταινία “Who I am not” της Tunde Skovran που προβάλλεται αυτές τις μέρες, «οι διαφορές μας ενώνουν».

Ή 

​ [..]Ιδού το πρόσωπό μου
Μιλάω για την διαφορά μου
Υπερασπίζομαι αυτό που είμαι
Και δεν είμαι τόσο παράξενος

[…]

(Πέδρο Λεμεμπέλ, Φοβάμαι, Ταυρομάχε, μετάφραση Κώστας Αθανασίου, Καστανιώτης, Αθήνα 2023)

 


Μια κριτική queer ανάλυση του βιβλίου της Δήμητρας Τζανάκη,  Ίντερσεξ. Η κατασκευή και το καθεστώς αλήθειας του Φύλου στη Δύση. Βάκχες-Οίδιπους. Η ηλικία του Φύλου (Χλόη Κολύρη, Queer ψυχίατρος-ψυχαναλύτρια)

Η Γεωλογία είναι βασική επιστήμη για το φύλο. Ανασκάπτει το ένα στρώμα μετά το άλλο, προσχώσεις, ιζήματα, διαβρώσεις, βυθίζεσαι σε ένα μείγμα φερτών υλικών. Ακολουθεί κανείς τεκμήρια και ίχνη από αναρίθμητες γενιές έμφυλης αναπαραγωγής είσαι συνεχώς σε ένα πίσω–μπρος σε ένα ζιγκ-ζαγκ και τελικά αντιλαμβάνεσαι ό,τι χρειάζεσαι και μια μηχανή του Χρόνου που μάλιστα τρέχει σε δύο αντίστροφες, αλλά επαλληλες κατευθύνσεις, Η πρώτη τρέχει προς το μέλλον, είναι η εξέλιξη των ειδών, η δαρβινική φυσική επιλογή, η άλλη τρέχει προς τα πίσω, είναι η ενέλιξη-υποστροφή που τείνει στο αρχέγονο Χάος, μόνο που καμίας το τέλος δεν γίνεται ποτέ διακριτό η σύσταση και των δύο άκρων είναι διαφορική. Στη γραμμή της ενέλιξης καταλήγουμε στον μονοκύτταρο οργανισμό, την κοινή για όλους προπατορική αμοιβάδα. Η αμοιβάδα δεν έχει φύλο, αναπαράγεται χωρίς κόπο με άμεση διαίρεση, μίτωση, όμως οι αμοιβάδες που γεννιούνται χάνουν την υγεία τους μετά από αρκετές γενιές μίτωσης εκφυλίζονται, φυτοζωούν, απόλλυνται. Η αρχέγονη προμήτωρ όλων των ζώων πόθησε το Έξωθεν, βρήκε μέσα από την κυτταρική μεμβράνη διέξοδο στο περιβάλλον, όλα όσα εκεί υπήρχαν λέγονταν Ετερότητα. Το φύλο είναι θέμα επιβίωσης, θέμα μεγάλης υγείας, είναι η περίσσεια και η έλλειψη του Δύο, κάτι απόλυτα υλικό και βιολογικό που αγγίζει  μέσω της ύλης τον νου του Κόσμου. Τα δύο φύλα είναι ύλη, είναι ό,τι γίνεται και ό,τι έχει γίνει. Τα πολλά είναι οι δυνατότητες, τα υπερβατολογικά αποθέματα, όλη η νέα παραγωγή και αναπαραγωγή στις οποίες ο Νους του Κόσμου οδηγεί την βιολογική συγκρότηση στην έμφυλη αναπαραγωγή. Το βιολογικό φύλο συγκροτήθηκε μόνο υλικά από μόρια γης, νερού χώματος και φωτιάς και έχει για τον λόγο αυτό μείζον εύρος, όπου παραλλαγές, παραποιήσεις, υβρίδια, μιγάδες, όντα ημίαιμα και τέλεια ομοιώματα εναλλάσσονται, ώστε να εκπληρώσουν τις εμμενείς προθέσεις της Φύσης. Ούτε Θεός, ούτε Παράδεισος, ούτε Πατέρας δημιούργησαν την έμφυλη αναπαραγωγή παρά η απαραμοίωτη ροή της ενδεχομενικότητας. Οι δίδυμες τύχη και επιλογή έχουν για μήτρα τους το Χάος. Ο δυτικός πολιτισμός επιλέγει ένα από τα σημεία του τόξου της έμφυλης αναπαραγωγής, το δίπολο φύλο άρρεν και θήλυ, για να εξυπηρετήσει τα σχέδια της για ταξινόμηση και επομένως έλεγχο των ανθρώπινων πληθυσμών. Ο απώτερος σκοπός; Η διαιώνιση του είδους, αλλά εδώ με ένα ψευδεπίγραφο δαρβινισμό που δήθεν κινείται μέσω της επικράτησης και της κυριαρχίας του κόσμου -η αναπαραγωγή συνεπάγεται και την παραγωγή απογόνων με τα ίδια χαρακτηριστικά σταθερής έμφυλης διπολικότητας που επιτελείται σε κάθε σημείο της εμφυλοποίησης. Όμως, το ανθρώπινο φύλο είναι στη φυσική του κατάσταση το κατεξοχήν ασταθές στοιχείο και στη βιολογική του συγκρότηση και στη μετέπειτα πολιτιστική και κοινωνική επιτέλεση. Οι αίθουσες τοκετού γίνονται επανειλημμένα σκηνές καταιγιστικής δραματοποίησης. Μαιευτήρες και γονείς πρέπει να αποφασίσουν αστραπιαία για το φύλο που θα αποδοθεί στο νεογνό μια και η ανατομική του συγκρότηση δεν συνάδει με κανένα από τα δύο φύλα του διπόλου άρρεν και θήλυ. Ένα ακόμη διαφυλικό (intersex) μωρό έχει γεννηθεί και εισπράττει κατευθείαν τη βία που μοιάζει να είναι η χρωμοσωμική του μοίρα. Όμως όχι· η φύση οδηγεί σε πλείστες παραλλαγές του «βασικού» μοντέλου για το έμφυλο χρωμόσωμα λ.χ., για θήλυ χχ και χψ για άρρεν. Δεν πρόκειται για μοίρα, αλλά για το άδηλο σχέδιο της φύσης· μην ξεχνάμε: «…Η Φύσις κρύπτεσθαι φιλεί….». Μόλις πρόσφατα η εξελικτική βιολογία επιβεβαιώνει όσα η Κριτική σκέψη ειχε προοιωνίσει, την σημασία που το intersex φύλο θα αποκτήσει στην ανθρωπόκαινο και στην post-human εποχή. Η Γαλλική επιστημολογία, ο Gaston Bachelar εξηγούν πως η φύση και η «Γαλλική Θεωρία» του μεταδομισμού δρα με τρόπο άδηλο για την συνέχιση της ζωής. Ό,τι φαίνεται σαν ομαλή εξέλιξη  της διατήρησης του είδους καλύπτει ένα σύνολο από τομές, ρήγματα και χάσματα. Στην αποδομητική γαλλική θεωρία το φύλο αποκτά κεντρική θέση όσον αφορά την παραγωγή, αλλά και την αναπαραγωγή της ζωής και του είδους. Έτσι κι αλλιώς, αποτελεί την βάση όλων των ταυτοτήτων φυλής, κοινωνικης  τάξης, θρησκείας, χρώματος, ιθαγένειας –και των αντιστοίχων κινημάτων διεκδίκησης. Το φύλο καθώς εκφράζεται στη libido που παρέχει την ενέργεια, είτε ως καθαρή libido στην έκφραση του σεξουαλισμού είτε ως αποσεξουαλοποιημένη, όπου μέσω μετάθεσης και εξιδανίκευσης παράγει φιλοσοφία, την  πολιτική σκέψη, την Ιδεολογία και τους πολιτισμικούς και κοινωνικούς θεσμούς. Ο δυτικός όμως πολιτισμός επιλέγει ένα μόνο μέρος από το τόξο του φύλου το δίπολο άρρεν-θηλυ, που εξυπηρετεί τους δικούς του σκοπούς ταξινόμησης και ελέγχου και αποκλείει όλα τα άλλα. Όμως, το τόξο του φύλου περιλαμβάνει πολλές έμφυλες θέσεις τόσο στο καθαρά φυσικο-βιολογικό υπόστρωμα όσο και στο εικονικό πεδίο που εκφράζεται στην κοινωνία και τον πολιτισμό Το φύλο είναι ενσώματο, αλλά και νοητικό η ροή των θέσεων του είναι το ρεύμα της Ζωής. Υπάρχει μια σημαντική πολικότητα μεταξύ διπόλου και διαφυλικού Φύλου, ανήκουν στον ίδιο κόσμο αλλά σε διαφορετική γεωγραφία. Ο Βορράς του φύλου (Ευρώπη, Β. Αμερική) στηρίζουν στο διμερές φύλο την εξουσία του λευκού, δυτικού, νεωτερικού ανθρώπου την εξουσία πανω στον υπόλοιπο Κόσμο. Ο Νότος του φύλου, το έγχρωμο υποανάπτυκτο, ασύντακτο, αλλά θερμό φύλο που εμφυλοποιεί τον αμόρφωτο άνθρωπο του τρίτου Κόσμου, η διαφυλική έκφραση του φύλου, το Intersex που αντιστοιχεί στο διμερές φύλο, καθώς συνεχώς το εμπεριέχει και το υπερβαίνει. Ανήκουν και τα δύο στον ίδιο κόσμο, αλλά έχουν διαφορετικές χαρτογραφίες. Το φύλο είναι απόλυτα υλικό, αλλά εφάπτεται με τον νου. Μάλιστα, η Intersex πλευρά του αποβλέπει σε ένα «είδος παγκόσμιας Δημοκρατίας του φύλου» όπου τα καθεστώτα αλήθειας και ηθικής λαμβάνονται σοβαρά υπόψη. Βλέπει σαν τον Angelus Novus του Benjamin και προς το μέλλον σ’ έναν συνεπή πραγματισμό, αλλά και προς το πρόσφατο παρελθόν: στην επανάσταση του Μάη του ’68, οι ίδιες γυναίκες βρίσκονταν και στις διαδηλώσεις και στην διατύπωση μανιφέστων, όπου η ταυτότητα φύλου αποτελούσε τη βάση και την ενεργοποίηση όλων των άλλων αναδυομένων ταυτοτήτων, μια διιστορική αντίληψη όμως της έννοιας του διαφυλικού, λειτουργεί στην κατανόηση της παραγωγής και της αναπαραγωγής και του τρόπου της Αναπαράστασης στον δυτικό πολιτισμό. Εδώ η παραγωγή καταλαμβάνει κεντρική θέση στη διατήρηση της Ζωής γιατί περιλαμβάνει και τα μέσα παραγωγής, και τη δημιουργία του νέου, αλλά και την αναπαραγωγή του είδους, τη γέννηση των απογόνων. Η  πραγματική μάχη των πολιτισμών γίνεται για τον έλεγχο των μέσων παραγωγής, αλλά και της αναπαραγωγής την ανθρώπων. Όποιος ελέγχει τα μέσα παραγωγής ελέγχει και τον διαχωρισμό των ανθρώπων σε ανώτερους και κατώτερους και εξαιρεί κατά το δοκούν από τον καταμερισμό των αγαθών και του Λόγου. Ενώ όποιος ελέγχει τις αναπαραγωγικές διαδικασίες ελέγχει και την υποδοχή και ανατροφή των νέων πλασμάτων που γεννιούνται στο Είδος. Και εδώ η διπολικότητα έχει διαμορφωτικό λόγο: προνομιούχοι, άνδρες, λευκοί, νοούντες, απέναντι στο θήλυ που ρέπει στην διαστροφή, που εξαιρείται της λογικής -η dark continent του Lacan. Αντίθετα η διαφυλικότητα του ρευστού φύλου, ο σωματικός και ψυχολογικός «ερμαφροδιτισμός», ενώνει και δεν διαχωρίζει, καθώς τρέχει σε δύο επάλληλες,αλλά αντίστροφης κίνησης κατευθύνσεις. Η μία προς το φύλο, υπεράνω και διαμέσω του φύλου του απωτάτου μονοκύτταρου οργανισμού, η άλλη προς τον πραγματισμό της ισότητας και της δημοκρατίας στην έκφραση του φύλου. Η αναπαραγωγή στηρίζεται στην παραγωγή λιβιδινικής ενέργειας που συγκροτεί τη λιβιδινική οικονομία της ζωής. Το πολύπλευρο και μεταβαλλόμενο φύλο συγκροτείται από την επιλογή και προδιάθεση της διαφυλικότητας  που κινείται από καθαρή επιθυμία για ηδονή και δημιουργικότητα. Και δίπλα σε αυτό το διμερές φύλο σαν άρρεν και θήλυ γονάδα αναλαμβάνει το ρόλο του στη γονιμοποίηση εκφράζοντας πια τη βιολογική και φυσική πλευρά του φύλου, την πλευρά της ενδεχομενικότητας και του πραγματισμού, τη συμμετοχή του τυχαίου και του επιλεγμένου σε κάθε μηχανισμό και διαδικασία της ζωής, χωρίς πια να χρησιμοποιείται από την κυριαρχική εξουσία  που το φαλκιδεύει για τους δικούς της σκοπούς. Οι δυο μορφές συνεργάζονται με τον τρόπο τους για την διατήρηση της επιθυμίας, έννοιας ταυτόσημης με την ζωή. Διότι μόνο έτσι εξυπηρετείται η πραγματική τους αντιπαράθεση και η εν συνεχεία συγκρότηση τους σε ένα in between ύλης και πνεύματος. Το φύλο, η εγγύηση της ανθρώπινης υλικότητας, είναι και το απαύγασμα της σκέψης του. Έρχεται από την αστρική σκόνη και κατευθύνεται στον Νου του κοσμου, το σχέδιο του κόσμου, το «σχέδιο» του Χάους. Δύο μείζονα σημαίνοντα αναδύονται: από τη μια μεριά το διμερές φύλο άρρεν-θήλυ του δυτικού πολιτισμού και της νεωτερικότητας. Ο ναρκισσισμός του καπιταλιστικού υποκειμένου, μόνο σε ένα διμερές φύλο μπορεί να στηριχτεί και να εκπροσωπείται από το Όνομα, αλλά και το Όχι της πατριαρχίας [Le nom-non du pere, Lacan, IIISem]. Από την άλλη, η διαφυλική οντότητα που αναπέμπει κάθε έμφυλη έννοια στο σημαινόμενο της απόλαυσης και της ελευθερίας, απόλαυση δια της ελευθερίας καθαρό πνεύμα, καθαρή εμμένεια του έμφυλου. Οι εμπειρικοί δρόμοι του φύλου συμπληρώνονται με ένα υπερβατολογικό πεδίο που ακριβώς δια της διαφυλετικότητας καταργεί τη γυναικεία εξαίρεση και ανοίγει τον δρόμο για να είναι οι πρώην subaltern οι επήλυδες, οι παρίες, οι διεστραμμένοι και «ερμαφρόδιτοι», η νέα πρωτοπορία που φέρνει το θέμα του φύλου στα σύνορα των διεκδικήσεων κάθε καταπιεσμένου.Το intersex είναι το εννοιακό πρόσωπο, της conceptual persona, όχι μόνο στις σπουδές φύλου, αλλά και στις σημερινές διεκδικήσεις για την ισονομία και τη συμμετοχή όλων στο υφαντό της ζωής.

 


Πότε θα ξεμπερδεύουμε με τους ειδικούς και τα καθεστώτα τους; (Ειρήνη Δαφέρμου, χωρίς τίτλο)

Αναρωτιούνται απόψε το βράδυ πέντε άτομα, που και τα πέντε έχουμε έρθει να μιλήσουμε ως ειδικοί και ειδικές για το ζήτημα. Εντάξει, εγώ ζήτησα από τη Δήμητρα να με κρατήσει άτιτλη, sans titre που λεν κι οι Γάλλοι -για τα έργα που δεν βρήκαν όνομα και για τους ανθρώπους που παρέμειναν εντός των λαϊκών στρωμάτων, χωρίς τίτλους ευγενείας ή κάτι που να προσδίδει ένα κύρος, αλλά θα ήταν αστείο να προσποιηθώ πως βρέθηκα από την μέσα πλευρά του μικροφώνου τυχαία. Κι έτσι κουβαλώντας αυτή την αντίφαση, των ειδικών ενάντια στους ειδικούς και στις ειδικότητες, συν-ομιλούμε για την κατασκευή του «τέρατος», δηλαδή για τους πληθυσμούς που βγήκαν εκτός για να εν-σωματωθούν οι κανονικοί. Γιατί εκείνο που νιώθω γυρνώντας τις σελίδες του βιβλίου «Ιντερσεξ: Η κατασκευή και το καθεστώς αλήθειας του φύλου στη Δύση», είναι πως κάποιοι, κάποιες, κάποια από εμάς [αχ, αυτό το εμείς, τι κατασκευή κι αυτή!], δεν είχαν και δεν απέκτησαν ποτέ το δικαίωμα στο σώμα. Το σώμα τους ήταν το πεδίο πάνω στο οποίο χτίστηκε η Δύση και ένα-ένα τα χριστιανικά της έθνη-κράτη. Ακόμη χειρότερα. Ήταν τα οικοδομικά υλικά των συνόρων τους. Οι αποσυνάγωγοι έφτιαξαν τα τείχη. Το αρχείο της ανθρωπινότητας, άλλωστε, λένε οι ειδικοί αρχειοθέτες ταξινόμοι και οι κριτικοί αυτών, ορίζεται τόσο από αυτό που  περιλαμβάνει όσο και από αυτό που αποκλείει. Θέλω να πω, για να έχει το δικό μου σώμα σημασία, κάποιο άλλο δεν έχει. Η δική μου ύπαρξη ορίζεται -με την πραγματική έννοια των ορίων αλλά και των ορισμών, από την κατασκευή και τον εξοβελισμό της Άλλης, της ετερότητας, του τέρατος, και σε αυτή την περίπτωση, του ίντερσεξ ατόμου.

Η Τζανάκη δεν μιλάει για το ίντερσεξ βίωμα στο βιβλίο της -και πώς θα μπορούσε άλλωστε- δεν φτιάχνει μια εθνογραφία, δεν προσποιείται πουθενά πως δίνει δήθεν βήμα στις φωνές που δεν ακούστηκαν. Η Τζανάκη και σε αυτό το βιβλίο κάνει εκείνο που ξέρει καλύτερα από όλες. Ξεσκονίζει τον βιοϊατρικό λόγο στην ιστορία και μας παραδίδει το τέρας. Τον καθρέφτη μας. Φτιάχνει γενεαλογίες, σηκώνει μια λάμπα για τους αστερισμούς που φαίνονται να είναι μακριά μας, αλλά τελικά φέγγουν δίπλα μας και μπροστά μας, κι έτσι ο «ερμαφρόδιτος» γίνεται ο τρόπος για να καταλάβουμε τη σημερινή επανακωδικοποίηση της πατριαρχίας, του εθνικισμού και της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας.  Γιατί το βιβλίο της Δήμητρας (μου) μιλάει για το σήμερα. 

Η «ερμαφρόδιτη» ζωή, η αταξινόμητη, επιθυμητική, λιβιδινική ζωή, η ζωή που δεν είναι εκεί για να παράξει και να αναπαράξει τη λευκή ευρωπαϊκή οικογένεια και τον πολιτισμό της, αυτή που δεν εμπίπτει στο κατασκευασμένο cis έμφυλο δίπολο της κανονικότητας, άντρας – γυναίκα, αρρενωπότητα – θηλυκότητα, θα είναι πάντα ο εχθρός για την Ευρώπη, και ιστορικοποιώντας κάθε φορά θα εντοπίζουμε για ποια σώματα στήνονται οι καινούριες φωτιές. Αλήθεια, πόσοι και πόσες γνωρίζετε πως στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή των 27 Επιτρόπων, υπάρχει πλέον η Επίτροπος για τη Δημοκρατία και το Δημογραφικό; Το πολίτευμα συνδέεται επισήμως με την ευγονική -και αυτό είναι μία από τις βασικές κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και υποχρέωση κάθε έθνους κράτους που την απαρτίζει. [λέτε να αποκαλούν ξανά τους πολιτικούς τους αντιπάλους «ερμαφρόδιτους», όπως μας θυμίζει η Τζανάκη για την εποχή του Βενιζέλου; Ω, μα γιατί ξεχνάς τον Μπέο; Γιατί;]. «Λιγότεροι Ευρωπαίοι στον κόσμο», κραυγάζουν στα βασικά συμπεράσματα στην Κομισιόν και αντί αυτό να είναι ένας λόγος για να πανηγυρίσουμε το ευτυχές ναυάγιο της γηραιάς ηπείρου, γίνεται το πλαίσιο της νέας ευγονικής, καθορίζει ποιοι και ποιες χωράνε στην κανονικότητα αλλά και ποια είναι η νέα κανονικότητα.

Βασικό ζήτημα η συρρίκνωση του πληθυσμού των νέων και ακόμη βασικότερο η γήρανση των Ευρωπαίων και η διαχείριση αυτού του μη παραγωγικού πληθυσμού -να θυμίσω εδώ ότι κατά την περίοδο της πανδημίας η Σουηδία, ως άξιο παιδί της σοσιαλδημοκρατίας, γιατί όπως επισημαίνει και η Τζανάκη, ο Kaynes ήταν μέλος του Συμβουλίου της Ευγονικής Εταιρείας και δήλωνε λίγο πριν τον θάνατό του ότι η ευγονική είναι ο «πιο σημαντικός, αξιόλογος και, θα πρόσθετα, γνήσιος κλάδος της κοινωνιολογίας που υπάρχει», η Σουηδία, λοιπόν, εγκατέλειψε τους ανθρώπους στα κρατικά γηροκομεία, χωρίς κανένα μέτρο προστασίας, οδηγώντας τους μαζικά στο θάνατο, και η θανατοπολιτική αυτή ήταν απολύτως νομιμοποιημένη στην κοινωνία της λευκής υπεροχής και της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Τον Ιούνιο του 2023 η Κομισιόν παρουσίασε την Δημογραφική Εργαλειοθήκη, η οποία διαρθρώνεται γύρω από τέσσερις πυλώνες:          

  1. Στήριξη των γονέων μέσω της καλύτερης συμφιλίωσης των οικογενειακών προσδοκιών και της αμειβόμενης εργασίας, ιδίως με τη διασφάλιση της πρόσβασης σε ποιοτικές υπηρεσίες παιδικής φροντίδας και καλή ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής·
  2. Στήριξη και ενδυνάμωση των νεότερων γενεών ώστε να ευημερούν, να αναπτύσσουν τις δεξιότητές τους και να διευκολυνθεί η πρόσβασή τους στην αγορά εργασίας και σε οικονομικά προσιτή στέγαση·
  3. Ενδυνάμωση των παλαιότερων γενεών και διατήρηση της ευζωίας τους, μέσω μεταρρυθμίσεων σε συνδυασμό με κατάλληλες πολιτικές για την αγορά εργασίας και τον χώρο εργασίας·
  4. Αντιμετώπιση των ελλείψεων εργατικού δυναμικού, όπου απαιτείται, μέσω της διαχείρισης της νόμιμης μετανάστευσης, σε πλήρη συμπληρωματικότητα με την αξιοποίηση ταλέντων από το εσωτερικό της ΕΕ.

Οι τέσσερις αυτοί πυλώνες περιγράφουν την πολιτειότητα για την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ελλάδα. Η οποιαδήποτε αντίσταση σε αυτούς είναι αντίσταση κατά της ευρωπαϊκής και ελληνικής δημοκρατίας, είναι αντίσταση κατά του πολιτεύματος. Έτσι, όταν ο Μητσοτάκης, στα τέλη του Γενάρη, εξαγγέλλει από το Νταβός τη στήριξη της ελληνικής οικογένειας και ανακοινώνει πως θα ληφθεί δέσμη αποφάσεων γι’ αυτό το λόγο, καταλάβαινα πως μιλούσε και για την ψήφιση του νόμου για τον γάμο και τη γονεϊκότητα των cis gay Ελλήνων και λεσβιών Ελληνίδων, και όταν η αμέσως επόμενη φράση του ήταν η ενίσχυση της φύλαξης των συνόρων με την επέκταση του τείχους και των λεγόμενων «πολιτικών αποτροπής», που είναι μια άλλη λέξη για τις κρατικές δολοφονίες μεταναστ(ρι)ών και προσφύγων, καταλάβαινα πως κάθε συμπερίληψη στην εθνική κανονικότητα θεσμοθετεί έναν αποκλεισμό, ονομάζει αυτό που πλεονάζει. Ελεγχόμενες ροές για τα εργατικά χέρια που χρειάζεται η Ευρώπη, αυτό είπε ο Πρωθυπουργός, ανταποκρινόμενος στον τέταρτο πυλώνα της ευρωπαϊκής δημοκρατίας, και μη μου πείτε πως δεν μυρίσατε τα δουλεμπορικά, πως δεν νιώσατε τις νέες αιχμάλωτες μητέρες εντός των στρατοπέδων, μήτρες αναπαραγωγής των (μη λευκών) εργατικών χεριών. Μήτρες αναπαραγωγής και για τη νέα ευγονική της παρενθεσίας -γιατί, πώς θα αποκτήσει λευκό παιδί ο πληθυσμός που όλο και γερνάει; Πρώτη στην αγορά των ωαρίων η ξανθιά γαλανομάτα Ουκρανία, πρώτη στην αγορά σπέρματος η ξανθιά νταβραντισμένη Δανία, και πρώτος προορισμός εντός Ευρώπης για τον αναπαραγωγικό τουρισμό η Ελλάδα. Έλα αγάπη μου, έλα, να φτιάξουμε έναν Ευρωπαίο ακόμη. Έλα, γιατί καθημερινά αλλοιώνουν τον πολιτισμό μας οι ύαινες, οι Μουσουλμάνοι, οι Μαύροι, τα Πακιστάνια, βιάζουν τις γυναίκες μας, σε λίγο δεν θα έχει μείνει Έλληνας κανένας.

Γράφει η Τζανάκη, μιλώντας για το 1300 μ.Χ., «όλα αυτά θα απεικονιστούν και μέσω της γεωγραφίας, ταυτίζοντας τη φυλή, το φύλο και την θρησκεία. Στον μεσαιωνικό Παγκόσμιο Χάρτη του Χέρεφορντ,[…], οι Αφρικανοί και οι Μουσουλμάνοι παρουσιάζονται υπερσεξουαλικοί και σωματικά διακριτοί από τους κατοίκους του Χριστιανικού Βασιλείου. [..] οι ξένες, μη-χριστιανικές φυλές επισημαίνονται ως «ερμαφρόδιτες», και εξ αυτού οριζόταν το δυαδικό ευρωπαϊκό φύλο, ως το κεντρικό σημείο γύρω από το οποίο συγκροτούνται τα υπόλοιπα. […] μια ταξινόμηση ανάμεσα στην πολιτισμένη χριστιανική και την πρωτόγονη μη-χριστιανική εκ-θηλυμένη ζωή».  

«Για την Ελλάδα όμως το Δημογραφικό εμπεριέχει και τη διάσταση του εθνικού κινδύνου και επομένως είναι ζήτημα εθνικής προτεραιότητας», δήλωσε η αρμόδια Υπουργός Οικογένειας, κ. Ζαχαράκη, και ενημέρωσε πως μέχρι τον Μάιο θα είναι έτοιμο το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για το Δημογραφικό, το Παρατηρητήριο για τη Δημογραφία και την Οικογένεια και το δίκτυο «Το σπίτι της Οικογένειας». Οι ανακοινώσεις της Υπουργού Οικογένειας, που αναφέρθηκαν φυσικά και στην ενίσχυση των τεχνολογιών για την αντιμετώπιση της υπογεννητικότητας του γηράσκοντος πληθυσμού, έκλεισαν με την ανάγκη «παρεμβάσεων στον τομέα της μεταναστευτικής πολιτικής θα μπορούσαν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην αύξηση του οικονομικά ενεργού πληθυσμού της χώρας» -για να αντηχήσει τον Αποστολίδη, που το 1889 έγραφε [και η Τζανάκη μας παραθέτει]: «η δουλεία είναι σωτήριος διά τα έθνη, γιατί αποτρέπει τον περαιτέρω εκφυλισμό και εξάντληση των ατόμων». 

«Με δυο λόγια, το βάρος πέφτει στη διαμόρφωση ενός «νέου» ανθρώπου, με στόχο μια άτρωτη ανταγωνιστική δυτική κοινωνία που καλείται να επικρατήσει έναντι μια νοητής πρωτόγονης χαοτικής ανδρόγυνης-γύνανδρης κοινωνίας», γράφει η Τζανάκη για τα τέλη του 19ου αιώνα και τον Σαρκό, τον Λομπρόζο, τον Γκλαντόν, tous les enfants gates της ευρωπαϊκής ευγονικής, εκείνους που θα αποτελέσουν τους εμπνευστές για τα προγράμματα περιορισμού της αναπαραγωγής ατόμων, ομάδων, πληθυσμών, φυλών που θέτουν σε κίνδυνο την εκπολιτιστική διαδικασία. Και δεν είναι τόσο μακρινός ούτε αυτός ο αστερισμός, με τις καταγγελίες για κρατικές αρπαγές βρεφών να πληθαίνουν, μέσα από τα δημόσια νοσοκομεία, προκειμένου να δοθούν για τεκνοθεσία και αναδοχή σε «κανονικά ζευγάρια». Όλες με το ίδιο υπόβαθρο, εκείνες φτωχές, μόνες, μετανάστριες και ντόπιες, κοινωνικό περιθώριο, έχοντας ήδη κριθεί ανίκανες να μεγαλώσουν το παιδί τους στο Λομπροζικό σύμπαν των κρατικών υπηρεσιών πρόνοιας. Το 1929, στην εφημερίδα Σκριπ, γράφουν, κι εμείς διαβάζουμε στο βιβλίο της Δήμητρας, πως «σήμερον όμως η επιστήμη δεν βλέπει άλλο μέσον προς την βελτίωσιν της ανθρωπότητος ψυχικώς και σωματικώς από την επιλογή των ζευγαριών», και αυτή η επιλογή, της άξιας ζωής για να μεγαλώσει ένα παιδί, αλλά και η τιμωρία της ανάξιας, μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους. Γιατί τελικά η δίωξη και η συμμόρφωση είναι ο μηχανισμός παραγωγής και αναπαραγωγής του κοινωνικού σώματος στην καπιταλιστική πατριαρχική και ρατσιστική επικράτεια, είναι η βία που διαπερνά το ταξινομικό και ιεραρχικό πλέγμα των σχέσεων, είναι η βία της κανονικότητας και η ακόμη μεγαλύτερη βία της επιθυμίας να ενταχθούμε σε αυτή. Ο όρος «ερμαφρόδιτος», μας λέει η Τζανάκη, «συνιστά ακριβώς την ενσάρκωση των ορίων και του πόθου, αλλά και των ψυχικών συνεπειών που περιμένουν το υποκείμενο που τολμά να διαπεράσει αυτά τα όρια», το επιβεβλημένο καθεστώς αλήθειας σε κάθε εποχή για το φύλο, τη φυλή, τη σεξουαλικότητα, τη θρησκεία και την τάξη.

Τι χρωστάω πιο πολύ σε τούτο το βιβλίο της Δήμητρας; Ποτέ πριν δεν είχα σκεφτεί το intersex έξω από τη βιολογία του, δεν το είχα αντιληφθεί στο βάθος που του αρμόζει, πως είναι μια τρομοκρατική για την χριστιανική καπιταλιστική εθνοπατριαρχία ύπαρξη, επικίνδυνη, πως δεν είναι μια ταυτότητα, αλλά μια πολιτική κατηγορία εκρηκτική -αφού και μόνο η ύπαρξή της κλονίζει την διπολική έμφυλη κατασκευή. Ποτέ δεν το είχα σκεφτεί έξω από τις ιστορίες ιατρικής βίας και βασανιστηρίων των διαφυλικών φίλων μου.  Κάπου μεταξύ του Ιπποκράτη, λοιπόν, στου οποίου το όνομα ορκίζομαι όχι για το πτυχίο μα για τις πτυχές του που χώρεσαν πολλά περισσότερα από ότι θα επιφύλασσε η Δύση στην ερμηνεία του και σε αυτό που ονόμασε ιατρική, και του Αριστοτέλη, δασκάλου του μεγαλύτερου σφαγέα της αρχαιότητας και κατακτητή Ελλήνων τε και Βαρβάρων, εκείνου δηλαδή που είδε περισσότερα των δύο φύλα και εκείνου που όρισε το άρρεν-θήλυ ως το μόνο αναπαραγωγικό και άρα φυσιολογικό ζευγάρι, όπως μας περιγράφει η Τζανάκη στο βιβλίο της, Εγώ διαλέγω την πανσέξουαλ Δήμητρα, που αγαπούσε τα κορίτσια, τα λαϊκά αγόρια και το μερακλίδικο κοκορέτσι, τη Δήμητρα, τη θεά που φτιάχτηκε για να μας θυμίζει την εποχή της Μεγάλης Θεάς, της Γης, και τη λεσβία κόρη της Περσεφόνη, που τα νερά στη Λειβαδιά τρέχουν ακόμη γάργαρα και δροσερά, σημάδι του έρωτα που μοιράστηκε με τη νύμφη Ερκύνα, και που τα χάρισαν με τη σειρά τους στους κατοίκους της Λειβαδιάς, με την ομώνυμη πηγή. Σκύψε, πιες, ξεδίψασε. [Η ανα-διηγημένη μυθολογία βέβαια θα τις καταγράψει ως φίλες που κυνηγούσαν ένα πουλί, εκείνο κρύφτηκε σε μια σπηλιά κι η Περσεφόνη μετακίνησε ένα βράχο από τον οποίο ξεπήδησε το νερό της πηγής -πιο λεσβιακή ιστορία αγάπης και καύλας δεν θα μπορούσε να ειπωθεί, κι ας μη χώρεσε τη λέξη εράστριες για τις δυο τους ο μύθος- και σιγά μην περιμέναμε ένα γένος με ξεφτίλες να μας πουν τις ιστορίες μας, μάθαμε από μικρές να διαβάζουμε πίσω από τις γραμμές]. Και η Δήμητρα και η Περσεφόνη θα τιμωρηθούν, με «διορθωτικούς» βιασμούς και απαγωγές, μα καμία από τις δύο δεν θα δεχτεί την ήττα, λυσσασμένα θα πολεμήσουν και θα αναγκάσουν τους νέους Θεούς σε υποχώρηση. Αυτοί θα το πουν συμβιβαστική λύση.  

Εμείς αυτό το λέμε Άνοιξη, που ‘ναι μια άλλη λέξη για την επιθυμία. 

 


 

Hans Joachim Neyer (Hrsg.): Felicien Rops. 1833 – 1898. Katalog der Ausstellung im Wilhelm-Busch-Museum Hannover 17. Januar bis 21. März 1999. Hatje, Ostfildern 1999, ISBN 3-7757-0821-9, Abb. 34

 

Υπάρχει η σωστή πλευρά της βιολογίας; (Θανάσης Λάγιος, Δρ. Φιλοσοφίας, ΕΚΠΑ)

Νομίζω πως η παρουσία τόσων σωμάτων, έγκλειστων σε έναν χώρο, και την ίδια στιγμή εμμενών στην επιθυμία τους, για να συζητήσουν ένα βιβλίο της, δεν εκπλήσσει πλέον καθόλου. Νομίζω, επίσης, πως η παρουσία μου στο πάνελ πάλι δεν εκπλήσσει καθόλου, καθώς η Δήμητρα είναι αρκετά ευγενική ώστε να με έχει προσκαλέσει στις βιβλιοπαρουσιάσεις των τριών τελευταίων βιβλίων της (θυμίζω τους τίτλους: Ιστορία της [μη] κανονικότητας / Φύλο και Σεξουαλικότητα, Ξεριζώνοντας το «Ανθρώπινο»), τιμώντας έτσι με τον καλύτερο τρόπο τη φιλία μας, μια φιλία που μετρά ήδη 10 χρόνια, στη διάρκεια των οποίων έχω πάρει όλα τα βιβλία της εντελώς δωρεάν… Το τίμημα που πληρώνω εξ ορισμού είναι ότι προφανώς είμαι αναγκασμένος να τα διαβάζω και να συμμετέχω στη βιβλιοπαρουσίαση φεύγοντας με ερωτήματα…

Τα βιβλία της Δήμητρας είναι βιβλία που –όπως αποδεικνύει η πολυπληθής παρουσία των σωμάτων σας– γίνονται αντικείμενα επιθυμίας, ήτοι απαντούν σε μια ανάγκη και σε ένα αίτημα, συμπληρώνουν ένα κενό όχι βιβλιογραφικό, αλλά ικανοποιούν ένα κενό επιθυμίας. Μάλιστα, θα έπρεπε να προσθέσω όχι επιθυμίας μόνο της ίδιας της Δήμητρας, αλλά επιθυμίας του κινήματος και των κινημάτων, τα οποία διαβρώνουν και διαρρηγνύουν ταυτοχρόνως και τα όρια και τα τείχη του Λόγου του Πανεπιστημίου. Επειδή το Πανεπιστήμιο εντός νεοφιλελευθερισμού δεν επιθυμεί διόλου να φιλοσοφεί ούτε να φυλοσοφεί, καταλήγει σπάνια και μετά βίας να φυλολογεί, άρα αποτυγχάνει να φιλολογεί, οδηγώντας σε διαρκείς παραναγνώσεις και παρερμηνείες γύρω από το φύλο και όχι μόνο. Το βιβλίο της Δήμητρας με τίτλο Ίντερσεξ. Η κατασκευή και το καθεστώς αλήθειας του Φύλου στη Δύση ( εκδόσεις Ψηφίδες) έρχεται να αφαιρέσει διαλεκτικά μία ψηφίδα από τα τείχη του Λόγου του Πανεπιστημίου· έρχεται, όχι για να πληρώσει κάποιο βιβλιογραφικό κενό, όχι, για να το πω ωμά, για να βουλώσει μία τρύπα στον Λόγο του Πανεπιστημίου, αλλά για να ανοίξει τρύπες στο καθεστώς αλήθειας περί φύλου και σεξουαλικότητας. 

Άλλωστε, όπως προειδοποιούσε ο Lacan: «Εκείνο που είναι μπροστά στη μύτη μας είναι ότι η σεξουαλικότητα δημιουργεί τρύπα μέσα στην αλήθεια. Η σεξουαλικότητα είναι ακριβώς το πεδίο, θα έλεγα, όπου κανείς αιωρείται σχετικά με το τι είναι αλήθεια. Και σχετικά με ό,τι αφορά τη σεξουαλική σχέση τίθεται πάντοτε το ερώτημα για το τι στ’ αλήθεια κάνουμε – δεν θα πω, όταν λέμε “σ’ αγαπώ”, γιατί όλος ο κόσμος ξέρει ότι αυτή είναι μία φράση κάποιου που δεν δίνει δεκάρα–, αλλά όταν με αυτόν τον κάποιο έχουμε έναν σεξουαλικό δεσμό, όταν υπάρχει συνέχεια, όταν το πράγμα παίρνει τη μορφή αυτού που αποκαλούμε μια πράξη. (…) Δεν είναι αυτονόητο, για λόγους που έχουν να κάνουν με την ουσία του πράγματος, δηλαδή με το ότι μέσα σε αυτή τη σχέση αναρωτιέται κανείς, για παράδειγμα, όταν είναι άνδρας, αν είναι πράγματι άνδρας ή μια γυναίκα, αν είναι πράγματι γυναίκα. Δεν είναι μόνο η παρτενέρ που το αναρωτιέται, είναι ο καθένας για τον εαυτό του που το αναρωτιέται και αυτό μετράει από την πρώτη στιγμή».[24] 

Κοντολογίς, έχουμε να κάνουμε με ένα βιβλίο που φιλοδοξεί με ι και φυλοδοξεί με υ να ανοίξει τρύπες στην κυρίαρχη εξιστόρηση, η οποία επιμένει να παρουσιάζει την Ιστορία ως ένα ρομάντζο με αίσιο τέλος, σύμφωνα με το οποίο τα πράγματα μπορεί να αρχίζουν με δυσκολίες, αλλά κινούνται πάντα νομοτελειακά και προοδευτικά προς ένα αίσιο τέλος, ένα happy end. Όμως όπως προειδοποιεί η Δήμητρα, «η ιστορία της διάκρισης του φύλου σε κανονικό και σε μη-κανονικό, δεν είναι παρά η εξιστόρηση του δυτικοευρωπαϊκού πολιτισμού, εδώ και τουλάχιστον τέσσερις αιώνες. Είναι η ιστορία διώξεων και αδικίας, με στόχο την εγκαθίδρυση μιας φύσης, σύμφωνης με τις ανάγκες του αποικιοκρατικού καπιταλισμού».[25] Μιας και ο λόγος περί προόδου και ιστορικής τελεολογίας, περί καπιταλισμού και δυτικοευρωπαϊκού πολιτισμού, θυμίζω ότι πριν από ακριβώς δύο χρόνια ξεκινούσε ο πόλεμος μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας, άλλος ένας θερμός πόλεμος επί ευρωπαϊκού εδάφους που ξέσπασε μετά από την εν έτει 1992 νεοφιλελεύθερη φαντασίωση περί τέλους της Ιστορίας διά στόματος Fukuyama, και ότι την 1η Μαρτίου 2022 ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης δήλωνε στη Βουλή ότι οι Έλληνες «ήμασταν πάντα με τη σωστή πλευρά της Ιστορίας».[26] Αν ο Έλληνας πρωθυπουργός της πλέον νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης που γνώρισε η χώρα σε μια προσπάθεια προσδιορισμού της εθνικής ταυτότητας ένιωσε την ανάγκη να τονίσει ότι, αναφορικά με την εξωτερική πολιτική, υπάρχει η μία και μόνη σωστή πλευρά της Ιστορίας, η οποία εδραιώνει και δικαιώνει την ίδια την εθνική ταυτότητα, τότε δύο χρόνια μετά, με αφορμή το βιβλίο της Δήμητρας μπορούμε, αναφορικά με τις προσπάθειες προσδιορισμού της έμφυλης ταυτότητας, να αμφισβητήσουμε τον κυρίαρχο λόγο και να θέσουμε το ερώτημα αν στο πεδίο της σεξουαλικότητας υπάρχει πράγματι η μία και μόνη «σωστή πλευρά της βιολογίας», η οποία εδραιώνει και δικαιώνει την ίδια την έμφυλη ταυτότητα.

Τόνισα ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι η πλέον νεοφιλελεύθερη και δεν μπήκα στον πειρασμό να τη χαρακτηρίσω «ακροδεξιά», όπως κάνει, δυστυχώς, μεγάλο κομμάτι της αυτοαποκαλούμενης «αριστεράς», ακριβώς επειδή παραγνωρίζει και απωθεί την ιστορική συνθήκη των σύγχρονων βιοπολιτικών κοινωνιών, ακόμη και όταν αποδεικνύεται πολλάκις ότι ο ρατσισμός ως κρατική πολιτική δεν χρειάζεται ακροδεξιό προσωπείο για να εφαρμοστεί επί ευρωπαϊκού εδάφους. Αρκεί μία ματιά στην ευρωπαϊκή δολοφονική πολιτική απέναντι στα σώματα των μεταναστών και των προσφύγων για να πειστεί κανείς ότι ο ρατσισμός διατρέχει τις σύγχρονες κοινοβουλευτικές δημοκρατίες και κοινωνίες. Αρκεί να θυμηθεί κανείς ότι το κέντρο του αυτοαποκαλούμενου «συνταγματικού τόξου», με την ανοχή και τη στήριξη της «κοινωνικής πλειοψηφίας», έπληξε το κορμί των «οροθετικών» ιερόδουλων την άνοιξη του 2012 υπό την καθοδήγηση ενός συνταγματολόγου καθηγητή πανεπιστημίου, ο οποίος μίλησε και ενήργησε ως Υπουργός Υγείας στο όνομα της Ασφάλειας του Πληθυσμού και της ιατρικής κανονικότητας, καταλύοντας βασικά και συνταγματικώς κατοχυρωμένα ατομικά δικαιώματα και ελευθερίες. Αρκεί, εν ολίγοις, να συνειδητοποιήσει κανείς το παράδοξο γεγονός ότι η βιο-πολιτική εστιάζει όλο της το ενδιαφέρον και δίνει σημασία ακριβώς και πρωτίστως στα σώματα εκείνα που «δεν έχουν σημασία».

Αυτό το –εκ πρώτης όψεως– παράδοξο επιλύεται, αν διαβαστεί η ιστορία της νεωτερικότητας ως μία ιστορία στίγματος και στίξης των σωμάτων. Τα σώματα είναι τα σημεία στίξης στο κείμενο της νεωτερικότητας, είναι τα σημεία που εγγράφονται και επανεγγράφονται στο παλίμψηστο της ιστορίας, για να συγκροτηθεί η ταυτότητα των συγγραφέων αυτού του κειμένου, ήτοι των νικητών της Ιστορίας. Μέσω αυτής της εγγραφής και της επανεγγραφής από τις σχέσεις εξουσίας και γνώσης, το ατομικό σώμα πειθαρχείται με στόχο τον έλεγχο του κοινωνικού σώματος. Με όρους του Marx, θα μπορούσαμε να πούμε ότι μετά το τέλος της μεσαιωνικής φεουδαρχίας η πρωταρχική συσσώρευση του κεφαλαίου συνοδεύτηκε, μέσω της συσσώρευσης των ανθρώπων στις πόλεις,[27] από μία πρωταρχική συσσώρευση γνώσης του πληθυσμού· εάν η πρωταρχική συσσώρευση του κεφαλαίου υπήρξε όχι «το αποτέλεσμα του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, αλλά η αφετηρία του»,[28] η πρωταρχική συσσώρευση γνώσης του πληθυσμού υπήρξε «η βάση πάνω στην οποία θα μπορέσει να διαμορφωθεί κάτι όπως η βιοπολιτική»,[29] καθιστώντας τον καπιταλισμό και τη βιοπολιτική τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.[30] Και οι δύο όψεις εγγράφονται και εντυπώνονται πάνω στο σώμα, το οποίο είναι η επιφάνεια εγγραφής και (επαν)εγγραφής της ίδιας της ιστορίας, συμπλέκοντας αξεδιάλυτα τη μία και μόνη σωστή πλευρά της ιστορίας με τη μία και μόνη σωστή πλευρά της βιολογίας παίζοντας με σημαδεμένα φύλ(λ)α. 

Γι’ αυτό η Δήμητρα επιχειρεί να διαβάσει εκ νέου την πολιτική ιστορία των σωμάτων, χωρίς να κάνει το λάθος να ταυτίσει τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές με τις ακροδεξιές, επιμένοντας να ανιχνεύει τον ρατσισμό που καλύπτεται πίσω από τη μάσκα του δικαιωματισμού και της φιλελεύθερης αστικής τάξης που αυτοαποκαλείται «δημοκρατία». Έτσι, ήδη από την πρώτη γραμμή του βιβλίου της επισημαίνει: «Στις 19 Ιουλίου 2022, σύμφωνα με το δελτίο τύπου του σωματείου intersex Greece, απαγορεύτηκαν νομοθετικά οι ιατρικές (και χειρουργικές) παρεμβάσεις, κάτι που σημαίνει ότι η Ελλάδα, γίνεται η 4η χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η 5η στον κόσμο μετά τη Μάλτα, την Πορτογαλία, τη Γερμανία και την Ισλανδία που απαγόρευσε τις επεμβάσεις «κανονικοποίησης» φύλου στα ίντερσεξ βρέφη και παιδιά. Επεμβάσεις που έχουν χαρακτηριστεί ακόμη και από διεθνείς οργανισμούς ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ως ‘‘ανθρώπινα βασανιστήρια’’». Και συνεχίζει: «Αυτό δεν σημαίνει επουδενί ότι η ταυτότητα του φύλου δεν παραμένει ως ένα σύστημα επίβλεψης, τιμωρίας και πειθαρχίας, το οποίο επιδιώκει να ελέγξει τον πληθυσμό, μέσα από αντιθέσεις όπως άρρεν-θήλυ/άλλο, φυσιολογικό/ ανώμαλο ή υγιές/ασθενές και με ένα κράτος που ελέγχει απόλυτα την ταυτότητα του φύλου, με όρους ευγονικής».[31] 

Η Δήμητρα εστιάζοντας στην ευγονική αναδεικνύει ότι η εξιστόρηση της νεωτερικότητας είναι αναγκαστικά μια σεξιστόρηση, ήτοι μια ιστόρηση των μηχανισμών ιατρικοποίησης και παθολογικοποίησης του πεδίου της σεξουαλικότητας, καθώς πρόκειται για το πεδίο όπου συμπλέκονται αξεδιάλυτα η διαγωγή του ατομικού σώματος με την ευρωστία του κοινωνικού σώματος υπό το αναλυτικό πρίσμα του επιστημονικού λόγου με πρόσχημα την «υπεράσπιση της κοινωνίας» από τα επικίνδυνα σώματα. Όπως γράφει η Δήμητρα, «η επιστήμη έρχεται να πείσει ότι ανακαλύπτει και επιβεβαιώνει πειραματικά τη γνώση άνευ αμφιβολίας, προσφέροντας [στα ερμαφρόδιτα σώματα] το ένα φύλο-ένα σώμα ως το δεδομένο της Δυτικής πολιτισμένης οντότητας σε αντιπαράθεση του ανδρόγυνου πρωτόγονου-βιολογικού ‘‘άλλου’’».[32] Όπως κατέδειξε η φουκωική αναλυτική του dispositif της σεξουαλικότητας, το «πες μου πώς και ποιον επιθυμείς, για να σου πω ποιος είσαι» έγινε το μότο της σεξουαλικότητας εντός του δυτικού πολιτισμού.[33] Εφεξής, το τι κάνει το άτομο στο κρεβάτι του αποτυπώνεται στα δημογραφικά στοιχεία, στις απογραφές του πληθυσμού και στους οικονομικούς ισολογισμούς των νεωτερικών εθνικών κρατών, καθώς η σεξουαλικότητα συνιστά «το σημείο διασταύρωσης ατομικού σώματος και πληθυσμού».[34] 

Έτσι, τα ίντερσεξ σώματα βρέθηκαν στο επίκεντρο μιας ιατρο-δικαστικής διαμάχης ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα, καθώς έκτοτε συντελείται μια τομή και οι «ερμαφρόδιτοι», με τους όρους της εποχής, χάνουν το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού ως προς το φύλο και παγιδεύονται στα χέρια των «ειδικών», δεδομένου ότι αποτελούν έναν ιατροδικαστικό γρίφο, μιας και η ανατομία τους δεν τους προσδίδει ληξιαρχικά ένα πεπρωμένο, για να θυμηθούμε και τη διαβόητη φράση του Freud περί ανάληψης της έμφυλης ταυτότητας ανάλογα με το αν ένα σώμα έχει πέος ή όχι.[35] Με τα λόγια του Foucault, «η πειθαρχική εξουσία καρφιτσώνει τη λειτουργία-υποκείμενο πάνω στο σώμα»,[36] οπότε «δεν εναπόκειται πλέον στο άτομο να αποφασίσει τι φύλο θέλει να είναι νομικά ή κοινωνικά, αλλά στον ειδικό να γνωματεύσει ποιο φύλο έχει επιλέξει η φύση για εκείνο και το οποίο, συνεπώς, οφείλει η κοινωνία να απαιτήσει να το διατηρήσει».[37]  

Bodies that matter, τα σώματα είτε έχουν είτε δεν έχουν σημασία, είναι η πρώτη ύλη του εκπολιτισμού, δηλαδή του μαγειρέματος, με όρους του Lévi-Strauss, της σάρκας των πρωτόγονων από τους πρωτοκοσμικούς master(chef)s.[38] Πρόκειται για μια διαδικασία η οποία όχι μόνο δεν εξαλείφει, αλλά παράγει και συγκροτεί την ίδια την «ωμότητα» ως έννοια. Διότι, όπως δεν υπάρχει καμία πρωταρχική αντίθεση φύσης-πολιτισμού, μιας και η ίδια η έννοια «φύση» είναι προϊόν του πολιτισμού, έτσι και η ωμή ή γυμνή σάρκα μαγειρεύεται εντός πολιτισμού και είναι άγνωστη σε φυσική κατάσταση. Το φύλο δεν είναι φύση, αλλά είναι σύμπτωμα του πολιτισμού, ασθένεια που προξενείται στην επιφάνεια του σώματος –το σώμα είναι πάθος, δεν έχει βάθος!– από το κυρίαρχο καθεστώς αλήθειας και τις σχέσεις εξουσίας που το συγκροτούν, έτσι ώστε τα σώματα να σημασιοδοτηθούν ως κανονικά ή μη κανονικά. 

Για να γίνει κατανοητό, όμως, ότι όσο περισσότερο το μαγείρεμα, τόσο περισσότερη και η ωμότητα, πρέπει να προχωρήσει κανείς σε μια σεξιστόρηση της νεωτερικότητας με μια ανάγνωση όχι μόνο ιστορική, αλλά υστερική, ήτοι εκ των υστέρων. Πρέπει να μην έχει τη στάση που έχουν οι κλασικοί φιλόλογοι και τα κλασικά φυτά ανάμεσα στα φοιτητ@, καθώς επαναλαμβάνουν παπαγαλίζοντας αδιαφοροποίητα τον Λόγο του Κυρίου υπό τον μανδύα του Πανεπιστημίου, και να μετατραπεί σε έναν «κακόκεφο», κατά Deleuze, συνομιλητή, δηλαδή σε κάποιον που μέσω της καχύποπτης επανάληψης δημιουργεί τη διαφορά.[39] Μια τέτοια σεξιστόρηση, επομένως, λαμβάνει υπόψη τη λακανική προειδοποίηση στην «Εισήγηση της Ρώμης», ότι δηλαδή η ανάγνωση είναι ζήτημα ευτυχούς στίξης·[40] διότι «η στίξη από τη στιγμή που εισάγεται καθηλώνει το νόημα», δεδομένου ότι το νόημα αποκτά την αυταπάτη της ολοκλήρωσής του μόνο εκ των υστέρων –και για να είμαστε απολύτως ακριβείς μόνο στο τέλος της εκφοράς. Ένα απλό και καθημερινό παράδειγμα αρκεί για να πειστεί κανείς για την εμβέλεια και την εγκυρότητα της ψυχαναλυτικής ανακάλυψης του εκ των υστέρων χαρακτήρα της στίξης και της επ-ακόλουθης καθήλωσης και ολοκλήρωσης του νοήματος στο τέλος της εκφοράς: «Σ’ αγαπώ!», «Σ’ αγαπώ;», «Σ’ αγαπώ…».  

Αν θέλουμε, όντως, να φυλοσοφήσουμε και να φυλολογήσουμε με υ, πρέπει να λάβουμε υπόψη αυτές τις συμβουλές περί υστερικής ανάγνωσης της ιστορίας και του ίδιου του παρ-όντος μας. Και τότε, μόνο, θα μπορέσουμε να διαβάσουμε ξανά, δηλαδή, να ανα-γνώσουμε κάποια αναγνώσματα που θεωρούνται παρωχημένα, για να καταλάβουμε πού οδεύουμε, δηλαδή πού μας πηγαίνει η καπιταλιστική πραγματικότητα. Διαβάζω: «Σύμφωνα με την υλιστική αντίληψη, το καθοριστικό στοιχείο στην ιστορία είναι σε τελική ανάλυση: η παραγωγή και η αναπαραγωγή της άμεσης ζωής. Αυτή όμως με τη σειρά της έχει διπλό χαρακτήρα. Από τη μια μεριά, η παραγωγή των μέσων συντήρησης, αντικειμένων για τη διατροφή, το ντύσιμο, την κατοικία και των εργαλείων που χρειάζονται γι’ αυτά. Από την άλλη μεριά, η παραγωγή των ίδιων των ανθρώπων, η αναπαραγωγή του είδους».[41] Για να αναγνωστεί, έστω και εκ των υστέρων, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι αυτό το παράθεμα που ακούγεται μοντέρνο, πολύ μοντέρνο, είναι γραμμένο το 1884 διά χειρός Friedrich Engels στον Πρόλογο του Η Καταγωγή της Οικογένειας, της Ατομικής Ιδιοκτησίας και του Κράτους. Πρόκειται, ίσως, για το πλέον παραγνωρισμένο βιβλίο της μαρξιστικής γραμματείας. Και όμως, αν λάβει κανείς υπόψη του πώς ο Engels, στηριζόμενος στα πορίσματα της συγκαιρινής του ανθρωπολογίας συναρθρώνει σε μια σεξιστορική διαλεκτική την ανατροπή των μητριαρχικών κοινωνιών και την «κοσμο-ιστορική ήττα του θηλυκού φύλου» με τη δημιουργία του θεσμού της πατριαρχικής οικογένειας λόγω της ανάδυσης της ατομικής ιδιοκτησίας και του συνακόλουθου μετασχηματισμού των σχέσεων παραγωγής, δεν μπορεί παρά να θέσει ερωτήματα για το παρόν της καπιταλιστικής πραγματικότητας: πώς η επέκταση της τεχνητής γονιμοποίησης και η εδραίωσή της με όρους φιλελεύθερης αγοράς συναρθρώνεται με την ανατροπή των κυρίαρχων κοινωνικών φύλων και μετασχηματίζει τα πάντα σχεδόν εκτός από τον κυρίαρχο ρόλο της Οικογένειας; Πώς η Αγία Οικογένεια παραμένει το ιδανικό μοντέλο ανα-παραγωγής των κοινωνικών σχέσεων, την ίδια στιγμή που οι έμφυλες ταυτότητες και επιτελέσεις πολλαπλασιάζονται εκθετικά και την ίδια στιγμή που ακόμη και η Εφορία θεωρεί νοικοκυριό ένα και μόνο άτομο; Πώς οι συμβολικές θέσεις «Μπαμπάς», «Μαμά» και οι σχέσεις εξουσίας μεταξύ του διαστροφικού ζεύγους και του παιδιού παραμένουν ακλόνητες ως αντικείμενα επιθυμίας και ως σχιζοφρενογενείς μηχανές; Πώς η κατάρρευση του φαλλού ως του κέντρου της οικογενειακής ζωής δεν συνοδεύεται –έστω και σε θεωρητικό επίπεδο– από απόπειρες επινόησης ενός κοινού βίου, μιας, κατά Bataille & Blanchot, «ακέφαλης κοινότητας»; Πώς και πότε η ριζοσπαστική πολιτική θα μετασχηματιστεί από μία πολιτική των ταυτοτήτων σε μία πολιτική των μη-ταυτοτήτων, η οποία δεν θα λαμβάνει βιο-λογικά σκεπτόμενη το φύλο ως τη μήτρα ανάλυσης και την οικογένεια ως το κύτταρο της κοινωνίας; 

Αν, όπως προειδοποιούσε ο Foucault στον πρώτο τόμο της Ιστορίας της Σεξουαλικότητας, στο πεδίο της πολιτικής φιλοσοφίας με ι δεν έχουμε κόψει ακόμη το κεφάλι του Βασιλιά,[42] τότε στο πεδίο της πολιτικής φυλοσοφίας με υ δεν έχουμε κόψει ακόμη τους όρχεις του Πατέρα και δεν έχουμε απογαλακτιστεί από τη Μητέρα. Υπο-κείμεθα ακόμη στο μοναρχικό καθεστώς του «Ποιος είναι καταλληλότερος για Πρωθυπουργός;», λες και Αυτός αποφασίζει εντός παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού· υπο-κείμεθα ακόμη στο δυαστροφικό –με υ- καθεστώς της Οικογένειας, λες και Αυτή είναι η μόνη δομή που μπορούμε να επινοήσουμε για τις σχέσεις των φύλων και για την ανατροφή των τέκνων. Στην πρώτη περίπτωση, απωθείται το γεγονός ότι ζούμε εντός ενός τεχνο-λογικού κοινωνικο-οικονομικού σύμπαντος που έχει μετατρέψει την πολιτική από την τέχνη του Ηγεμόνα σε τεχνική και τεχνο-λογία εξουσίας των τεχνοκρατών. Στη δεύτερη περίπτωση, απωθείται το γεγονός ότι η σύγχρονη τεχνολογία της αναπαραγωγής είναι μία τεκνο-λογία, ένας τρόπος παραγωγής και κατανάλωσης à la carte των τέκνων που θα γεννηθούν, καθιστώντας εμφανές ότι οι ρόλοι «Πατέρας» και «Μητέρα» δεν είναι μόνο θέσεις συμβολικές ή τεχνο-λογικές, αλλά και τεκνο-λογικές, και επικαθορίζονται από το οικονομικό, ταξικό, πολιτισμικό πλαίσιο των σχέσεων παραγωγής και κατανάλωσης που αρθρώνονται και αναπαριστώνται στο καθημερινό χρηματιστήριο των ατομικών επιθυμιών της σύγχρονης γονικότητας. 

Η Δήμητρα με το βιβλίο της μας αναγκάζει να σκεφτούμε ότι αν δεν θέλουμε να συναρθρώνουμε τη σωστή πλευρά της ιστορίας με τη σωστή πλευρά της βιολογίας, πρέπει να αντιληφθούμε ότι πλέον αντί για την καταστολή των επιθυμιών οι σχέσεις εξουσίας και γνώσης παράγουν τις ίδιες τις επιθυμίες και τις πλασάρουν ως εμπορεύματα. Όπως προειδοποιεί ο Foucault, «η σεξουαλικότητα στη Δύση δεν είναι αυτό που αποσιωπούμε, δεν είναι αυτό που είμαστε αναγκασμένοι να αποσιωπούμε, είναι αυτό που είμαστε αναγκασμένοι να ομολογούμε» και αφετέρου ότι «ο κύριος αντικειμενικός σκοπός σήμερα δεν είναι να ανακαλύψουμε, αλλά να αρνηθούμε αυτό που είμαστε», δηλαδή τον τρόπο συγκρότησης της υποκειμενικότητάς μας. Για να το κατορθώσουμε αυτό θα πρέπει να σκεφτούμε υλιστικά και διαλεκτικά αμφισβητώντας το κυρίαρχο καθεστώς αλήθειας, το οποίο έχει συναρθρώσει και συσφίξει αξεδιάλυτα μέχρι σήμερα την αλήθεια, το δίκαιο και το σεξ συνταγογραφώντας μέσω του ιατρικού λόγου την ίδια την υποκειμενικότητά μας.[43] Και τότε, ίσως προκληθούν ρωγμές σε μια ληξιαρχική ηθική που διέπει τα ίδια τα σώματά μας και ίσως ανα-γνωστεί εκ των υστέρων το φουκωικό ερώτημα διασάλευσης των ταυτοτήτων πέραν του καλού και του κακού, πέραν του αρσενικού και του θηλυκού, πέραν της σωστής πλευράς της ιστορίας και της σωστής πλευράς της βιολογίας, αλλά κυρίως πέραν της απόλαυσης υπό την υπερεγωτική της κατηγορική μορφή του ύστερου καπιταλισμού, η οποία σημαίνεται στη διαφήμιση της Coca Cola ως Enjoy!

(έ)χουμε στ’ αλήθεια ανάγκη ενός αληθινού φύλου; Με μία επιμονή που αγγίζει την ξεροκεφαλιά οι κοινωνίες της νεώτερης Δύσης έχουν απαντήσει καταφατικά. Κατόρθωσαν να παίζει συνεχώς αυτή η ερώτηση του ‘‘αληθούς φύλου’’ μέσα σε μία τάξη πραγμάτων όπου μπορούσε κανείς να φανταστεί ότι μόνες τους αποτιμούν την πραγματικότητα των σωμάτων και την ένταση των απολαύσεων.[44]

 


 

 

Αντί Επιλόγου. Queer ή ποιος φοβάται το Intersex; (Δήμητρα Τζανάκη, Δρ. Ιστορίας, Παν. Οξφόρδης)

Σε μια προσπάθεια να εξηγήσω το πώς ξεκίνησε αυτό το βιβλίο, ίσως θα μπορούσα να ξεκινήσω με κάτι που σημειώνει ο Πωλ Φεγεράμπεντ (Paul Feyerabend) στο κείμενο του «Ανορθολογικότητα ή ποιος φοβάται τον αράπη» και το οποίο είναι ότι, για τον ίδιο, σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των ιδεών του έπαιξε το γεγονός ότι από το 1964, εξαιτίας μιας αλλαγής στην εκπαιδευτική πολιτική, άρχισαν να παρακολουθούν τις παραδόσεις του στο Μπέρκλεϊ, «πολυάριθμοι Μεξικανοί, ινδιάνοι, μαύροι» -κάτι που τον έφερε μπροστά στο συνειδησιακό πρόβλημα, αν είχε δικαίωμα να επιβάλλει στους ανθρώπους αυτούς έναν δυτικό τρόπο σκέψης. Με έναν ανάλογο τρόπο οι τάξεις μου, όταν βρέθηκα να διδάσκω μαθήματα με θέμα τη θεωρία και ιστορία του φύλου, με έφεραν σε ένα ανάλογο αδιέξοδο. Το ίντερσεξ για μένα ήταν η ανάσα να ξεφύγω από αυτό το αδιέξοδο για την ίδια μου την ζωή, αλλά και για τις τάξεις μου, που όλο γέμιζαν από χρώματα και οι οποίες επ’ ουδενί δεν χώραγαν στην ορθότητα και λευκότητα του άρρεν-θήλυ.

Και επειδή πρόσφατα ακούσαμε πολλά για ανορθολογικότητα, για ανωμαλία της φύσης, για λιγότερο «άξιες» ορθές ζωές, για ανορθόδοξα δικαιώματα, οι κραυγές αυτές δεν κάνουν παρά ν’ αναπαράγουν το αυταπόδεικτο πρόσημα της ίδιας της ορθότητας και «παρόλο που δεν μπορεί να μας πει σχεδόν κανένας [επαναλαμβάνει ο Φεγεράμπεντ] τι είναι αυτά τα πράγματα, τι είναι η αλήθεια, τι είναι ο ορθός Λόγος και τι είναι αυτό που καθορίζει την επιστημονική συμπεριφορά. Μια απλή βλαστήμια, όπως “ανορθολογικό”, αρκεί για να κάνει πλήθος περίεργα ποντίκια να τρέξουν αμέσως να κρυφτούν στις τρύπες τους» (2018, σ. 23). Το ίντερσεξ από την απαρχή της νεωτερικότητας σημαίνει το παράξενο, το περίεργο, το ιδιόρρυθμο, το εκκεντρικό, είναι η ίδια η βλαστήμια του ανορθολογικού, είναι το κουίρ και είναι αυτό που πρώτιστα με έκανε να αναζητήσω γιατί ενοχλεί τόσο τον δυτικό πολιτισμό και κυρίως την δυτική επιστήμη, σε τέτοιο σημείο ώστε μετά την Παρισινή Κομμούνα (1871), το ίντερσεξ να ταυτιστεί από τη δυτική αστική φιλελεύθερη αποικιοκρατική αρρενωπή επιστήμη με το ουδέτερο γένος, με την τερατωδία, με το χάος, με αποτέλεσμα η ευγονική δηλαδή μια γενοκτονία του ουδέτερου να επιβάλλει τη θεραπεία του (ανθρώπινου) σε άρρεν-θήλυ και εν τέλει να επιβάλλει αυτή τη λευκή ορθότητα σε όλο γένος. Και μια τέτοια γενοκτονία δεν αναφέρεται απλά σε ένα σώμα άρρεν-θήλυ, αναφέρεται σε όργανα, σε χρωμοσώματα, σε μνήμη, σε ψυχισμό, σε συναισθήματα, αναφέρεται στην ίδια μας την φαντασία, αναφέρεται στις σχέσεις μεταξύ μας και εν τέλει σε έναν συνεχή πόλεμο κυριαρχίας του ανώτερου.

Έτσι έφτασε, από τις αρχές του 20ού αιώνα, όταν επίσημα εισέρχεται ως όρος, το μη ενταγμένο φύλο στην ορθότητα της αλήθειας, της γνώσης, της μνήμης, της αναπαράστασης, όπως δομείται το ίντερσεξ από τον δυτικό-λευκό-προτεσταντικό-βιοϊατρικό λόγο, να αποτελεί τη χειρότερη βλαστήμια στον Μεσοπόλεμο, με τις κλειστές πόρτες των ειδικών να καλούνται να βάλουν ένα τέλος σε αυτή την ανορθολογικότητα και εν τέλει σε τούτη τη «νεγρότητα» φύλου, τούτη η σύγχυση της ίδιας της επιστήμης και η αδυσώπητη δύναμη από την άλλη της ανθρώπινης επιθυμίας για ζωή, μπορούν να γίνουν αισθητές κάτω από αυτό το «γένος». Αν στράφηκε λοιπόν το βλέμμα μου προς το ίντερσεξ «γένος», είναι επειδή τούτο το «γένος» είναι ίσως ένας από τους ελάχιστους τρόπους που μας απέμειναν στο να αναζητήσουμε τη γενεαλογία του φύλου ως καθεστώς αλήθειας και μαζί με αυτήν να τολμήσουμε να αποαποικιοποιήσουμε την επιστήμη από μια θεοκρατική βιολογία που έχει μετατραπεί σε μια δυτική λευκή χριστιανική, με όρους προτεστανισμού, κρατική θρησκεία, αλλά και τις ζωές μας, που έχουν μετατραπεί σε ερείπια μια δομημένης και συνεχούς λογικής-ορθής παραγωγής και αναπαραγωγής, όπου κάθε στιγμή χάνουμε όλο και μεγαλύτερα κομμάτια της ψυχής και της ανθρωπιάς μας, από τούτο το αποικιοκρατικό αφήγημα.

Σε μια εποχή κατά την οποία βρίσκονται 18.000 κρανία, αρχηγών αφρικανικών φυλών, λείψανα αντιαποικιακών μαχητών και ιθαγενών, που είχαν συλλεχθεί ως πολεμικά τρόπαια ή λεηλατηθεί από εξερευνητές -τα οποία θα μπορούσαν να διεκδικηθούν από ανθρώπους που επιθυμούσαν να τιμήσουν τους προγόνους τους, στο Muséum d’ Histoire Naturelle· σε μια εποχή που ο ισραηλινός στρατός κρατάει τα πτώματα δεκάδων Παλαιστινίων που σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της γενοκτονίας στη Λωρίδα της Γάζας, αρχής γενομένης από τις 7 Οκτωβρίου, σύμφωνα με το Euro-Med Human Rights Monitor, είναι καιρός να αναζητήσουμε τα ίντερσεξ «όργανά» μας, μιας και, όπως μας θυμίζει ο Κώστας Καναβούρης στο ποίημα του «Σκλήρυνση κατά πλάκας»:

Θα μείνουμε στο σώμα μας 
Δεν γίνεται πια να ηττηθούμε 
Κάποτε θα μπορούσαμε να ηττηθούμε 
Όχι πια 
Τώρα δεν γίνεται
η ήττα είναι ανέφικτη. 


Τα κείμενα των συντακτών/συντακτριών του παρόντος αφιερώματος, καθώς και την ανάρτησή τους στην ιστοσελίδα, επιμελήθηκε ο Αντώνης Γαζάκης

Επιτρέπεται η αναπαραγωγή και διανομή του άρθρου σύμφωνα με τους όρους της άδειας Attribution-ShareAlike 4.0 International (CC BY-SA 4.0)

Υποσημειώσεις[+]

Σχετικά με τον συντάκτη

Θανάσης Λάγιος

Ο Θανάσης Λάγιος είναι δρ. Φιλοσοφίας και υπεύθυνος της σειράς μικρόκοσμος (εκδόσεις Πλέθρον). Έχει συγγράψει βιβλία και έχει κάνει μεταφράσεις στο πεδίο της φιλοσοφίας και της κοινωνικής θεωρίας. Οι πιο πρόσφατες δημοσιεύσεις του: Θ. Λάγιος, Β. Λέκκα, Γ. Πανουτσόπουλος, Διάχυση Συνόρων, Χάραξη Σωμάτων, Σημεία Καταγραφής [Αθήνα: futura, 2016 και T. Lagios, V. Lekka, G. Panoutsopoulos, Borders, Bodies and Narratives of Crisis in Europe (New York: Palgrave Macmillan, 2018)] και Θ. Λάγιος, Περί φουκωφοβίας, Σχόλια γύρω από τις (αυτ)απάτες μιας «πολεμικής» (Αθήνα: futura, 2020).

Σχετικά με τον συντάκτη

Δήμητρα Τζανάκη

Η Δήμητρα Τζανάκη είναι ιστορικός (δρ. Ιστ. Παν. Οξφόρδης) και πολιτική επιστημόνισσα (μεταδιδακτορικό ΠΕΔΔ, ΕΚΠΑ). Διδάσκει στο Κριτικές Ανθρωπιστικές Επιστήμες (ΚΕ.ΔΙ.ΒΙ.Μ., ΕΚΠΑ), ενώ στο επίκεντρο των ενδιαφερόντων της, είναι η ιστορία και θεωρία του φύλου και της σεξουαλικότητας και το πώς αυτή συμπλέκεται με την επιστήμη και την βιοπολιτική, μέχρι τις μέρες μας, αναπαράγοντας ένα ευγονικό αφήγημα πολλαπλών Λόγων.

Προσθέστε σχόλιο

Πατήστε εδώ για να σχολιάσετε

Secured By miniOrange