Τεύχος #06

Η τέλεια ληστεία

Οι εμφύλιοι των φτωχών –είτε ξεσπούν «αυθόρμητα», είτε υποκινούνται, είτε αποτελούν «εκτροπές» από τη σύγκρουση με την εξουσία των πλουσίων– είναι ο κοινός παρονομαστής στα επεισόδια μοριακού φασισμού, φασισμού της καθημερινότητας, αυτής της τελευταίας δεκαετίας μιας άλλης ληστείας: της διαχείρισης της κρίσης στην Ελλάδα.
Φωτογραφία: Areajugones

Δεν συμβαίνει συχνά, μια μη αγγλόφωνη τηλεοπτική παραγωγή να δημιουργεί γύρω της τόση συζήτηση –και να το αξίζει στο έπακρο. Η ισπανική σειρά Casa de Papel, που κατά λέξη σημαίνει «Σπίτι από Χαρτί» (στα ελληνικά αποδόθηκε ως Η Τέλεια Ληστεία), του Άλεξ Πίνα, συγκεντρώνει εδώ κι ένα χρόνο εκατομμύρια βλέμματα στην προσπάθεια οχτώ ληστών και του Καθηγητή να φύγουν από το Νομισματοκοπείο της Μαδρίτης με φρεσκοτυπωμένα 2,4 δισ. ευρώ – «χωρίς να κλέψουν κανέναν».

Η πολιτική αλληγορία γίνεται γρήγορα εμφανής: Το κριτήριο με το οποίο ο Καθηγητής επιλέγει τους οχτώ («να μην έχουν να χάσουν τίποτα»)· οι μάσκες Νταλί που φορούν οι ίδιοι, και που παραπέμπουν ευθέως στο V for Vendetta· οι κόκκινες φόρμες τους, το “Bella Ciao” το βράδυ πριν από τη ληστεία και οι αναφορές στην Αντίσταση κατά του Φράνκο· η αντιπαράθεση με την αστυνομία και η παρατήρηση σε βάθος της επιστημονικο-τεχνικής διάστασης της καταστολής· ο συνδυασμός διαπραγμάτευσης και επιβολής κι από τις δυο μεριές, και η σαφής πρόθεση των ληστών να ασκήσουν την ελάχιστη βία ώστε να κερδίσουν την κοινή γνώμη, «όπως οι Αγανακτισμένοι της Πουέρτα ντελ Σολ». Όλα δείχνουν πως η ληστεία στο Νομισματοκοπείο –στο Σπίτι με το «Χαρτί»– δεν είναι μια οποιαδήποτε: είναι πολιτική με άλλα μέσα.

Υπάρχει μια ακόμα διάσταση με πολιτικό ενδιαφέρον: η οξυδερκής ματιά του Casa de Papel στις εσωτερικές συγκρούσεις της ομάδας των ληστών-επαναστατών. Χάνει κανείς το μέτρημα πόσες φορές ένας ή περισσότερες στρέφουν τα όπλα προς αλλήλους, σε όλους τους δυνατούς συνδυασμούς. Πόσες φορές γίνονται όλοι τους «αδύναμοι κρίκοι». Πόσες φορές εναλλάσσονται στους ρόλους θύτη και θύματος, θέτοντας σε κίνδυνο –λόγω κακών χειρισμών της στιγμής ή λόγω προσωπικής ιδιοσυγκρασίας– ένα σχέδιο ετοιμασμένο χρόνια πριν.

Το μήνυμα είναι σαφές: αυτές και αυτοί που βρίσκονται στο στόχαστρο της εξουσίας, οι ίδιες και οι ίδιοι «που δεν έχουν τίποτα να χάσουν», δεν ενοποιούνται αναγκαστικά λόγω των συνθηκών στις οποίες ζουν – του εγκλεισμού ή της απόλυτης έλλειψης μέλλοντος, αν το σχέδιο αποτύχει. Δεν αρκεί για να τους ενώσει το βίωμα μιας ζωής χωρίς προοπτική. Στην πράξη συμβαίνει το αντίθετο: η πίεση, ο κίνδυνος, οι απειλές, επιδρούν πάνω τους «ιδεολογικά», ορίζουν τις πράξεις και τις σχέσεις τους. Επιδρούν διαιρετικά: οι μικροί και οι μεγαλύτεροι πόλεμοι που στήνουν στην καθημερινότητά τους –οι εμφύλιες συγκρούσεις των φτωχών–, η βολιδοσκόπηση των «αδύναμων κρίκων» και το «διαίρει και βασίλευε», ενώ έχουν προβλεφθεί πρώτα από τους ίδιους, γίνονται, εν γνώσει ή εν αγνοία της εξουσίας, στοιχεία που ευνοούν τον δικό της αγώνα εναντίον τους.

Οι εμφύλιοι των φτωχών –είτε ξεσπούν «αυθόρμητα», είτε υποκινούνται, είτε αποτελούν «εκτροπές» από τη σύγκρουση με την εξουσία των πλουσίων– είναι ο κοινός παρονομαστής στα επεισόδια μοριακού φασισμού, φασισμού της καθημερινότητας, αυτής της τελευταίας δεκαετίας μιας άλλης ληστείας: της διαχείρισης της κρίσης στην Ελλάδα. Σε ένα από τα επεισόδια καθημερινού φασισμού δολοφονήθηκε ο Ζακ Κωστόπουλος. Δεν συνέβη γιατί ήταν γενικά «διαφορετικός». Ο Κωστόπουλος πρώτα χτυπήθηκε μέχρι θανάτου ως φτωχός, που θεωρήθηκε απειλή για την Ιδιοκτησία. Έπειτα, μετά τη δολοφονία του, ο ίδιος διαπομπεύτηκε ως «περιθωριακός», ομοφυλόφιλος και τοξικοεξαρτημένος – άρα ως εξ ορισμού «περιττός».

Το πρώτο, το θανατηφόρο λιντσάρισμα του Κωστόπουλου, ήταν η «ενστικτώδης» αντίδραση, εν μέσω απάθειας, μιας αγέλης με φασιστική νοοτροπία (κι ενίοτε με φασιστικές πολιτικές διασυνδέσεις), που βεβαίωσε τη δύναμή της πάνω στον φτωχό· για δράστες και άπραγους μπροστά στο φόνο, Ιδιοκτησία και Δημόσια Τάξη θριάμβευσαν ως Αγία Τριάδα  (μαζί με το Έθνος των νοικοκυραίων τηλεθεατών του ΣΚΑΪ) πάνω σε έναν άνθρωπο που ζητούσε «βοήθεια». Όσο για το δεύτερο, το επικοινωνιακό λιντσάρισμα του ανθρώπου αυτού, επρόκειτο από διάφορες απόψεις για άσκηση προληπτικής αντι-εξέγερσης. Προληπτικής, γιατί στην Αθήνα δεν είχαμε, προφανώς, εξέγερση. Αντι-εξέγερσης, ωστόσο, με βάση το γνώριμο ρεπερτόριο: Την ταύτιση «κεντρώων» και «ακραίων» πάνω στη βία επί των φτωχών, με σκοπό την υπεράσπιση της ιδιοκτησίας. Την αντιστροφή των σχέσεων εξουσίας, των ρόλων θύματος και θύτη. Τη μιντιακή μετατροπή του δολοφονημένου σε σκιάχτρο για τον «μέσο» φιλήσυχο ιδιοκτήτη και «κανονικό». Τη στοχοποίηση όσων, όπως ο Κωστόπουλος, θεωρούνται «περιττοί» ή επικίνδυνοι για τους ιδιοκτήτες και τους φασίστες – ένστολους και μη.

Όχι, οι ομοφυλόφιλοι, οι χρήστες ναρκωτικών ή οι μετανάστες του γνωστού άθλιου γκάλοπ του ΣΚΑΪ δεν είναι γενικώς, λόγω της κοινωνικής τους θέσης, το «επαναστατικό υποκείμενο»: δεν είναι οι «διαφορετικοί», γενικώς, ο στόχος της προληπτικής αντι-εξέγερσης. Τους φτωχούς (ομοφυλόφιλους ή μη, μετανάστες και ντόπιους, εξαρτημένους ή όχι), «αυτούς που δεν έχουν τίποτα να χάσουν»: αυτούς βάζει στόχο η αντι-εξέγερση προληπτικά. Δέκα χρόνια μετά το θαυμάσιο 2008, ακριβώς γιατί σήμερα όλοι αυτοί έχουν ακόμα λιγότερα να χάσουν, είναι αυτές και αυτοί με τους περισσότερους λόγους να εξεγερθούν.

Η προληπτική αντι-εξέγερση, ο κοινωνικός εκφασισμός –«αυθόρμητος», κομματικά οργανωμένος ακροδεξιός ή φιλελεύθερα-μιντιακά καθοδηγούμενος–, εδώ και μια δεκαετία, στην κρίση που συνεχίζεται, είναι το εν εξελίξει «Σχέδιο Β» του αστισμού. Η προληπτική αντι-εξέγερση, ο κοινωνικός εκφασισμός, είναι μια διαδικασία αυτόνομη· έχει τους χρόνους και τη δική της λογική. Εξίσου καταφανώς, όμως, είναι μια διαδικασία παράλληλη, «συμβατή» και συμπληρωματική με το «Σχέδιο Α»: με την αντικοινωνική ληστεία που κατ’ ευφημισμόν αποκαλούμε «διαχείριση της κρίσης», στη μνημονιακή ή την «μετα-προγραμματική» της εκδοχή.

Όχι, ο κοινωνικός εκφασισμός, και ιδιαίτερα η διεθνώς ανερχόμενη Ακροδεξιά, το πολιτικό-οργανωτικό σκέλος του «Σχεδίου Β», δεν σημαίνει γενικώς «την επιστροφή των παθών στην πολιτική» μέσα στην κρίση, όπως το βλέπει μια φιλελεύθερη αριστερή προσέγγιση. Στη «σοβαρή» ή την εγκληματική τους εκδοχή, ο κοινωνικός εκφασισμός και η πολιτική Ακροδεξιά είναι η απενοχοποίηση των παθών που δεν ενοχλούν τα τοτέμ του αστισμού: το Έθνος, τη Δημόσια Τάξη, την Ιδιοκτησία. Είναι η καθημερινή αποθέωση του κοινωνικού δαρβινισμού: μια διαρκής εκτροπή των αντιστάσεων και των παθών ενάντια στον δαρβινικό νεοφιλελευθερισμό της κρίσης. Ο φασισμός της καθημερινότητας είναι η οργανωμένη εξώθηση των ηττημένων της κρίσης σε «εμφύλιο» μεταξύ τους – ακριβώς τη στιγμή που «δεν έχουν τίποτα να χάσουν», αν επαναστατήσουν ενάντια στους ευνοούμενους του Σχεδίου Α.

Τα Marginalia – Σημειώσεις στο περιθώριο ξαναβγαίνουν λίγες μέρες μετά τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου, ένα κρούσμα κοινωνικού εκφασισμού σε μια χώρα που γυρνά, τάχα, στην «κανονικότητα»· γυρνά, ωστόσο, με τρόπο που προετοιμάζει τη νέα κρίση. Στην καρδιά του τεύχους είναι, λοιπόν, η κρίση, η διαχείρισή της και η νέα «κανονικότητα». Δεν διαλέξαμε όμως αυτό το θέμα μόνο για τα δέκα χρόνια που συμπληρώθηκαν τον Σεπτέμβρη από την ιστορική κατάρρευση της Lehman Brothers –από τη στιγμή, δηλαδή, που η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση έγινε διεθνώς αισθητή.

Αφορμή, αν όχι αιτία, για την επιστροφή στα της κρίσης είναι η σκηνοθετημένη Ιθάκη των διαχειριστών της: η Ιθάκη του «τέλους των Μνημονίων» υπό τον όρο των αιώνιων αντικοινωνικών πλεονασμάτων και μιας αέναης επιτήρησης· η «Ιθάκη» των αυξήσεων στους ένστολους, ενώ ακόμα απειλούνται οι συντάξεις και ζητούν ξανά ενίσχυση σε «χαρτί» οι ξανά ετοιμόρροπες τράπεζες· η «Ιθάκη» της «μείωσης της ανεργίας» με αύξηση της επισφαλούς απασχόλησης. Η «Ιθάκη» για το ελληνικό κεφάλαιο, που στην πρώτη αυτή φάση της κρίσης, στη μνημονιακή περίοδο, ενίσχυσε τη θέση του τσακίζοντας τον κόσμο της εργασίας. Κι ωστόσο συνεχίζει να απαιτεί κρατική στήριξη σε χρήμα, φοροελαφρύνσεις ως κίνητρο για επενδύσεις, βία πάνω στους φτωχούς που να ασφαλίζει τα κεκτημένα. Εγκαινιάζοντας την προεκλογική περίοδο, ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ διαγκωνίζονται για τις συναινέσεις γύρω από την Ιθάκη αυτή –γύρω από τη συνέχεια της διαχείρισης της κρίσης υπέρ των πλουσίων.

Στο τεύχος αυτού του μήνα, λοιπόν, το αφιέρωμα με τίτλο «Κρίση τέλος;» συνοψίζει τα βασικά σημεία της νέας «κανονικότητας», επισημαίνοντας ότι αυτή η τελευταία δεν είναι οριστική: ότι τα αφεντικά ζητούν ακόμα περισσότερα. Από αυτή τη σκοπιά, και καθώς οι αντιθέσεις στην Ευρώπη και διεθνώς παίρνουν ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις, η κρίση φαίνεται πως περνά σε μια νέα φάση, σε πείσμα των αφελώς ή ιδιοτελώς αισιόδοξων για τη νέα «ανάπτυξη».

Στο αφιέρωμα γράφουν η Κλεονίκη Αλεξοπούλου για το βιβλίο «Μακρά Ύφεση», ο Δημήτρης Κατσορίδας για την ανεργία και την απεργία την εποχή των μνημονίων, η Δέσποινα Λαλάκη για τις αφηγήσεις και τις αναπαραστάσεις που επιχειρούν να νομιμοποιήσουν την κρίση και ο Πέτρος Σταύρου για δύο εναλλακτικές προτάσεις εξόδου από την κρίση (Λαπαβίτσα – Μαριόλη και Βαρουφάκη – ΜΕΡΑ25), ενώ ο Αντώνης Γαζάκης θυμίζει σε τέσσερις γνωστούς μπλόγκερ παλιά τους κείμενα για την κρίση ζητώντας τους να τα σχολιάσουν. Στις δύο συνεντεύξεις του αφιερώματος, ο Χρίστος Μάης μιλά με τον Αλέξανδρο Κιουπκιολή για τους αγώνες για τα κοινά, και ο Δημοσθένης Παπαδάτος με τον Γερμανό κοινωνιολόγο Βόλφγκανγκ Στρεκ για τα όρια των προσπαθειών να διασωθεί ο καπιταλισμός μέσα στην κρίση.

Στα Επίκαιρα του έκτου τεύχους, ο Δημοσθένης Παπαδάτος παρουσιάζει το βιβλίο του Πέτρου Παπακωνσταντίνου Το Εθνικό Ζήτημα στην εποχή μας. Με αφορμή το Διεθνές Συνέδριο Πολιτικής Οικονομίας που φιλοξένησε το Πάντειο τον περασμένο Σεπτέμβρη, ο Σταύρος Μαυρουδέας γράφει για τις αποτυχίες της ορθόδοξης οικονομικής σκέψης να προβλέψει και να ερμηνεύσει πειστικά την κρίση. Ο Βασίλης Παπαστεργίου συζητά το βιβλίο του Αλέξανδρου Κεσσόπουλου Η αυτοκτονία του Δήμου, που γυρνά στις συγκρούσεις του Μεσοπολέμου γύρω από το Σύνταγμα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Το τελευταίο «επίκαιρο» βιβλίο του μήνα είναι το Δεν λες κουβέντα, του Μάκη Μαλαφέκα, που παρουσιάζει ο Στέλιος Χρονόπουλος.

Με αφορμή την ανεκδιήγητη δήλωση του Αμβρόσιου Καλαβρύτων, για τον Θεό που τάχα εκδικήθηκε την «αποστασία» του ποιμνίου με τις πυρκαγιές του περασμένου καλοκαιριού, ο Ελισσαίος Μικρεμβολίτης βρίσκει στον Παΐσιο μια από τις ρίζες της παραδοσιακής «χριστιανικής» εκδικητικότητας, που υπερασπίζεται σήμερα η Ακροδεξιά του Κυρίου. Και τα Επίκαιρα κλείνουν με το άρθρο του Νίκου Λεβή για τα δέκα χρόνια από το κίνημα του Occupy Wall Street στις ΗΠΑ, που μετέφρασε ο Δημήτρης Ιωάννου και ο Άγγελος Κοντογιάννης-Μάνδρος.

Όπως σε κάθε τεύχος, η συζήτηση για τα βιβλία δεν εξαντλείται στα Επίκαιρα. Ο Μπάμπης Κουρουνδής εγκαινιάζει την Κριτική αυτού του μήνα, διαβάζοντάς μας το βιβλίο του Στέργιου Μήτα Η αλληλεγγύη ως θεμελιώδης αρχή Δικαίου. Ο Θωμάς Ψήμμας επιχειρεί έπειτα την κριτική της «μετριοπαθούς» κριτικής του Άλμπερτ Χίρσμαν στην Αντιδραστική Ρητορική, ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε πέρσι σε μετάφραση του Κώστα Σπαθαράκη. Στη συνέχεια, ο Χρήστος Λάσκος διαβάζει το βιβλίο του Χαράλαμπου Κουρουνδή Το Σύνταγμα και η Αριστερά, με θέμα τη «βαθεία» συνταγματική τομή του 1963 και την υποδοχή της από την Αριστερά. Στο τελευταίο κείμενο της ενότητας, ο Μάριος Εμμανουηλίδης μας ξαναγυρνά στο διήμερο για το μακροβιότερο περιοδικό κριτικής στην Ελλάδα, τις Σημειώσεις, ένα χρόνο μετά τη διοργάνωση στη Θεσσαλονίκη.

Οι καθιερωμένες στήλες δεν λείπουν ούτε από το έκτο τεύχος. Στο Παλαιοβιβλιοπωλείο, ο Αντώνης Γαζάκης βγάζει από τη βιβλιοθήκη του ένα βιβλίο του Μίλοραντ Πάβιτς. Στη Βιβλιοπολιτική, ο Χρίστος Μάης μιλά για την κρίση στον χώρο του βιβλίου και σχολιάζει τον νόμο για την Ενιαία Τιμή. Η Κατερίνα Σεργίδου στο ΣτΜ. παρουσιάζει την ψυχαναλύτρια και συγγραφέα Ράντμιλα Ζυγούρη και τις σκέψεις της πάνω στο μεταφραστικό πρόβλημα στην ψυχανάλυση. Στο Φωτο-ζουρνάλ που επιμελείται η Πηνελόπη Πετσίνη, ο Δημήτρης Κεχρής και η Μαρία Λούκα σημειώνουν στο περιθώριο μιας φωτογραφίας του Σεμπαστιάο Σαλγκάδο του 1986, από τα ορυχεία χρυσού της βορειοδυτικής Βραζιλίας, εκεί όπου οι εργάτες βουτούν στη λάσπη μέχρι το λαιμό.

Ο Richard Ledes γράφει στον Κινηματογράφο για τον Γερμανό σκηνοθέτη Χαρούν Φαρόκι (μετάφραση Δ. Αλιφιεράκη/Α. Γαζάκης), ενώ ο Δημήτρης Ιωάννου μιλά στη Μουσική για τους Πρώην (The Ex) και κάποιους πιθανούς επόμενους της πανκ σκηνής. Στα Ψηφιακά Προϊόντα, στη συνέχεια, ο Στέλιος Χρονόπουλος και ο Χρίστος Μάης μας παρουσιάζουν την ψηφιοποίηση και μεταγραφή της συλλογής «Κατά της Δουλείας» της δημόσιας βιβλιοθήκης της Βοστώνης. Στο Ανθολόγιο, ο Αντώνης Γαζάκης μεταφράζει και ανθολογεί αποσπάσματα για την κρίση σε μια αυτοκρατορία του κόσμου που έχει δημιουργήσει ο Στίβεν Έρικσον. Και στο Ψυ, η Δανάη Καρυδάκη γράφει για το βιβλίο της Αμερικανίδας ψυχαναλύτριας Κολίν Κόρβινγκτον Everyday Evils: A Psychoanalytic View of Evil and Morality (Καθημερινά Κακά: μια Ψυχαναλυτική Ματιά στο Κακό και την Ηθικότητα).

Τέλος, η πρωτότυπη λογοτεχνική παραγωγή εκπροσωπείται από τα έργα δύο νέων συγγραφέων: πρόκειται για το διήγημα της Μαρίας Γεωργούλα Άγνωστος Χ, καθώς και για τρία ποιήματα του Γιώργου Ηλιάδη: τον «Χανς Ιμάρ», το «Γιαμ» και την «Αποθέωση», ενώ σε μια άλλη καλλιτεχνική νότα, δύο από τις πιο σημαντικές στιγμές του προηγούμενου διαστήματος απηχούνται, όπως πάντα, στο σκίτσο του Τάσου Αναστασίου και στην Εικόνα του Μήνα.

Είμαστε στην κρίση σας!


Συντονισμός τεύχους: Δέσποινα Λαλάκη, Δημοσθένης Παπαδάτος
Υπεύθυνοι επιμέλειας: Δήμητρα Αλιφιεράκη, Αντώνης Γαζάκης, Στέλιος Χρονόπουλος

Σχετικά με τον συντάκτη

Marginalia Σημειώσεις στο περιθώριο

Κάθε μήνα, το Marginalia αναζητά την ύλη του στα σημεία συνάντησης πολιτικής, επιστημών και πολιτιστικής παραγωγής. Σε όσα μας ενδιαφέρουν από κριτική σκοπιά. Και σε όσα απλά μας συγκινούν.

Προσθέστε σχόλιο

Πατήστε εδώ για να σχολιάσετε